1 Και έγεινε λόγος Κυρίου προς εμέ, λέγων,
2 Υιέ ανθρώπου, προφήτευσον και ειπέ, Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός. Ολολύζετε, Ουαί, διά την ημέραν.
3 Διότι πλησίον είναι η ημέρα, ναι, η ημέρα του Κυρίου είναι πλησίον, ημέρα νεφώδης· ο καιρός των εθνών θέλει είσθαι.
4 Και η μάχαιρα θέλει ελθεί, επί την Αίγυπτον και μέγας τρόμος θέλει είσθαι εν τη Αιθιοπία, όταν οι τετραυματισμένοι πέσωσιν εν Αιγύπτω, και θέλουσι λάβει το πλήθος αυτής και θέλουσι καταστρέψει τα θεμέλια αυτής.
5 Αιθίοπες και Λίβυες και Λύδιοι και πάντες οι σύμμικτοι λαοί, και ο Χούβ και οι υιοί της συμμάχου γης, θέλουσι πέσει μετ' αυτών εν μαχαίρα.
6 Ούτω λέγει Κύριος· Θέλουσι πέσει και οι υποστηρίζοντες την Αίγυπτον, και η υπερηφανία της δυνάμεως αυτής θέλει καταβληθή· από Μιγδώλ μέχρι Συήνης θέλουσι πέσει εν αυτή διά μαχαίρας, λέγει Κύριος ο Θεός.
7 Και θέλουσιν αφανισθή εν μέσω των ηφανισμένων τόπων, και αι πόλεις αυτής θέλουσιν είσθαι εν μέσω των ηρημωμένων πόλεων.
8 Και θέλουσι γνωρίσει ότι εγώ είμαι ο Κύριος, όταν βάλω πυρ εις την Αίγυπτον και συντριφθώσι πάντες οι βοηθούντες αυτήν.
9 Εν εκείνη τη ημέρα θέλουσιν εξέλθει απ' εμού μηνυταί εν πλοίοις, διά να εκπλήξωσι τους αμερίμνους Αιθίοπας· και τρόμος μέγας θέλει επέλθει επ' αυτούς, καθώς εν τη ημέρα της Αιγύπτου· διότι, ιδού, έρχεται.
10 Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός· Και θέλω απολέσει το πλήθος της Αιγύπτου διά χειρός του Ναβουχοδονόσορ βασιλέως της Βαβυλώνος.
11 Αυτός και ο λαός αυτού μετ' αυτού, οι τρομερώτεροι των εθνών, θέλουσι φερθή διά να αφανίσωσι την γήν· και θέλουσιν εκσπάσει τας ρομφαίας αυτών κατά της Αιγύπτου και γεμίσει την γην από τετραυματισμένων.
12 Και θέλω ξηράνει τους ποταμούς και παραδώσει την γην εις χείρας κακών, και θέλω αφανίσει την γην και το πλήρωμα αυτής διά χειρός των ξένων· εγώ ο Κύριος ελάλησα.
13 Ούτω λέγει Κύριος ο Θεός· Και θέλω καταστρέψει τα ξόανα και εξαλείψει τα είδωλα από Νωφ, και δεν θέλει υπάρχει πλέον άρχων εκ της γης της Αιγύπτου, και θέλω εμβάλει φόβον εις την γην της Αιγύπτου.
14 Και θέλω αφανίσει την Παθρώς και βάλει πυρ εις την Τάνιν και εκτελέσει κρίσεις εν Νω.
15 Και θέλω εκχέει τον θυμόν μου επί Σιν την ισχύν της Αιγύπτου, και θέλω εκκόψει το πλήθος της Νω.
16 Και θέλω βάλει πυρ εις την Αίγυπτον· η Σιν θέλει λάβει μέγαν τρόμον και η Νω θέλει διασπαραχθή και η Νωφ θέλει είσθαι καθ' ημέραν εν αγωνία.
17 Οι νεανίσκοι της Αβήν και της Πι-βεσέθ θέλουσι πέσει εν μαχαίρα, και αύται θέλουσιν υπάγει εις αιχμαλωσίαν.
18 Και εν Τάφνης η ημέρα θέλει συσκοτάσει, όταν συντρίψω εκεί τα σκήπτρα της Αιγύπτου· και η έπαρσις της δυνάμεως αυτής θέλει παύσει εν αυτή· ταύτην δε, νέφος θέλει σκεπάσει αυτήν, και αι θυγατέρες αυτής θέλουσιν υπάγει εις αιχμαλωσίαν.
19 Και θέλω εκτελέσει κρίσεις επί την Αίγυπτον· και θέλουσι γνωρίσει ότι εγώ είμαι ο Κύριος.
20 Και εν τω ενδεκάτω έτει, τω πρώτω μηνί, τη εβδόμη του μηνός, έγεινε λόγος Κυρίου προς εμέ λέγων,
21 Υιέ ανθρώπου, συνέθλασα τον βραχίονα του Φαραώ βασιλέως της Αιγύπτου· και ιδού, δεν θέλει επιδεθή προς θεραπείαν, ώστε να περιτυλίξωσιν αυτόν με επιδέσματα διά να δοθή εις αυτόν δύναμις να κρατή μάχαιραν.
22 Διά τούτο ούτω λέγει Κύριος ο Θεός· Ιδού, εγώ είμαι εναντίον του Φαραώ βασιλέως της Αιγύπτου και θέλω συνθλάσει τους βραχίονας αυτού, τον δυνατόν και τον συντεθλασμένον· και θέλω κάμει την μάχαιραν να εκπέση από της χειρός αυτού.
23 Και θέλω διασπείρει τους Αιγυπτίους μεταξύ των εθνών και διασκορπίσει αυτούς εις τους τόπους.
24 Και θέλω ενισχύσει τους βραχίονας του βασιλέως της Βαβυλώνος και θέλω δώσει την ρομφαίαν μου εις την χείρα αυτού, τους δε βραχίονας του Φαραώ θέλω συνθλάσει και θέλει στενάξει έμπροσθεν αυτού με στεναγμούς τετραυματισμένου.
25 Τους βραχίονας όμως του βασιλέως της Βαβυλώνος θέλω ενισχύσει, οι δε βραχίονες του Φαραώ θέλουσι πέσει· και θέλουσι γνωρίσει ότι εγώ είμαι ο Κύριος, όταν δώσω την ρομφαίαν μου εις την χείρα του βασιλέως της Βαβυλώνος· και θέλει εκτείνει αυτήν επί την γην της Αιγύπτου.
26 Και θέλω διασπείρει τους Αιγυπτίους μεταξύ των εθνών και διασκορπίσει αυτούς εις τους τόπους· και θέλουσι γνωρίσει ότι εγώ είμαι ο Κύριος.