1 «Ψαλμός του Δαβίδ.» Κρίνον με, Κύριε· διότι εγώ περιεπάτησα εν ακακία μου· και επί τον Κύριον ήλπισα, και δεν θέλω σαλευθή.
2 Εξέτασόν με, Κύριε, και δοκίμασόν με· δοκίμασον τους νεφρούς μου και την καρδίαν μου.
3 Διότι το έλεος σου είναι έμπροσθεν των οφθαλμών μου· και περιεπάτησα εν τη αληθεία σου.
4 Δεν εκάθησα μετά ανθρώπων ματαίων· και μετά υποκριτών δεν θέλω υπάγει.
5 Εμίσησα την σύναξιν των πονηρευομένων, και μετά ασεβών δεν θέλω καθήσει.
6 Θέλω νίψει εν αθωότητι τας χείρας μου και θέλω περικυκλώσει το θυσιαστήριόν σου, Κύριε·
7 διά να κάμω να αντηχήση φωνή αινέσεως, και διά να διηγηθώ πάντα τα θαυμάσιά σου.
8 Κύριε, ηγάπησα την κατοίκησιν του οίκου σου και τον τόπον της σκηνής της δόξης σου.
9 Μη συμπεριλάβης μετά αμαρτωλών την ψυχήν μου και μετά ανδρών αιμάτων την ζωήν μου·
10 εις των οποίων τας χείρας είναι ανομία, και η δεξιά αυτών πλήρης δώρων.
11 Αλλ' εγώ θέλω περιπατεί εν ακακία μου· λύτρωσόν με και ελέησόν με.
12 Ο πους μου ίσταται εν τη ευθύτητι· εν εκκλησίαις θέλω ευλογεί τον Κύριον.