© 2018 Ίδρυμα Ουράντια
Εγγραφο 134. ΤΑ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ |
Δείκτης
Πολλαπλή έκδοση |
Εγγραφο 136. Η ΒΑΠΤΙΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΜΕΡΕΣ |
135:0.1 Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου, το 7 π.Χ, σύμφωνα με την υπόσχεση που έδωσε στην Ελισάβετ ο Γαβριήλ, τον Ιούνιο του προηγούμενου χρόνου. Για πέντε μήνες η Ελισάβετ κράτησε μυστική την επίσκεψη του Γαβριήλ¨ και όταν το είπε στον σύζυγό της, ο Ζαχαρίας, ταράχτηκε πολύ και τελικά πίστεψε απόλυτα την διήγησή της μόνο μετά από ένα ασυνήθιστο όνειρο που είδε έξι βδομάδες περίπου πριν την γέννηση του Ιωάννη. Αν εξαιρέσουμε την επίσκεψη του Γαβριήλ στην Ελισάβετ και το όνειρο που είδε ο Ζαχαρίας, δεν υπήρχε τίποτα ασυνήθιστο ή υπερφυσικό όσον αφορά την γέννηση του Ιωάννη του Βαπτιστή.[1][2][3]
135:0.2 Την όγδοη μέρα του έκαναν περιτομή σύμφωνα με το Ιουδαϊκό έθιμο[4]. Μεγάλωσε σαν ένα συνηθισμένο παιδί, μέρα με την μέρα και χρόνο με τον χρόνο, στο μικρό χωριό που εκείνες τις ημέρες ήταν γνωστό σαν η Πόλη του Ιούδα, περίπου τέσσερα μίλια δυτικά της Ιερουσαλήμ.
135:0.3 Το πιο σοβαρό γεγονός στα πρώτα χρόνια της παιδικής του ηλικίας ήταν η επίσκεψη, μαζί με τους γονείς του, στον Ιησού και στην οικογένεια της Ναζαρέτ. Αυτή η επίσκεψη έγινε τον μήνα Ιούνιο, το 1 μ.Χ., όταν ήταν κάτι περισσότερο από έξι χρονών.
135:0.4 Μετά την επιστροφή τους από την Ναζαρέτ οι γονείς του Ιωάννη άρχισαν την συστηματική εκπαίδευση του νέου. Δεν υπήρχε σχολείο συναγωγής σε αυτό το μικρό χωριό¨ όμως, ο Ζαχαρίας, σαν ιερέας, ήταν αρκετά μορφωμένος, και η Ελισάβετ ήταν πολύ πιο μορφωμένη από την μεσαία Ιουδαία γυναίκα¨ καταγόταν επίσης από ιερείς, αφού ήταν απόγονος των «θυγατέρων του Ααρών». Αφού ο Ιωάννης ήταν μοναχοπαίδι, περνούσαν πολύ από τον χρόνο τους για την διανοητική και πνευματική του εκπαίδευση. Ο Ζαχαρίας λειτουργούσε μόνο για σύντομες περιόδους στον ναό στην Ιερουσαλήμ, έτσι αφιέρωνε πολύ από τον χρόνο του διδάσκοντας τον γιο του.
135:0.5 Ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ είχαν ένα μικρό αγρόκτημα στο οποίο είχαν πρόβατα. Δεν έβγαζαν τα προς το ζην σε αυτό το χωράφι, αλλά ο Ζαχαρίας ελάμβανε ένα τακτικό επίδομα από το ταμείο του ναού που ήταν αφιερωμένο στους ιερείς.
135:1.1 Ο Ιωάννης δεν είχε σχολείο από το οποίο να αποφοιτήσει στην ηλικία των δεκατεσσάρων ετών, αλλά οι γονείς του είχαν επιλέξει αυτή την χρονιά σαν την πιο κατάλληλη για να δώσει τον τυπικό όρκο των Ναζαριτών. Έτσι, ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ πήγαν τον γιο τους στην Εγκεδη, κοντά στην Νεκρά Θάλασσα. Αυτή ήταν η νότια έδρα της αδελφότητας των Ναζαριτών, και εκεί ο νέος εισήχθη δεόντως και τυπικά σε αυτό το τάγμα για όλη του την ζωή. Μετά από αυτές τις τελετές και τον όρκο να απέχει από όλα τα τοξικά ποτά, να αφήσει τα μαλλιά του να μακρύνουν , και να απέχει από το να αγγίζει τους νεκρούς, η οικογένεια προχώρησε προς την Ιερουσαλήμ, όπου, ενώπιον του ναού, ο Ιωάννης ολοκλήρωσε τις απαιτούμενες προσφορές από εκείνους που έδιναν τον όρκο των Ναζαριτών[5].
135:1.2 Ο Ιωάννης έδωσε τους ίδιους όρκους ζωής, που είχαν δώσει οι λαμπροί του πρόγονοι, ο Σαμψών και ο προφήτης Σαμουήλ μια ζωή που έκανε τους Ναζαρίτες να θεωρούνται καθαγιασμένες και ιερές προσωπικότητες. Οι Ιουδαίοι έβλεπαν τους Ναζαρίτες με τον ίδιο σχεδόν σεβασμό που άρμοζε στους ανώτερους ιερείς, και αυτό δεν ήταν παράξενο αφού οι ισόβιοι χειροτονημένοι Ναζαρίτες ήταν οι μόνοι άνθρωποι, εκτός από τους υψηλούς ιερείς, που τους επιτρεπόταν να μπουν στα άγια των αγίων μέσα στον ναό.
135:1.3 Ο Ιωάννης γύρισε σπίτι του από την Ιερουσαλήμ για να φροντίζει τα πρόβατα του πατέρα του και μεγάλωσε και έγινε ένας δυνατός άντρας με ευγενικό χαρακτήρα.
135:1.4 Όταν ήταν δεκαέξι χρονών, ο Ιωάννης, εξαιτίας της μελέτης του για τον προφήτη Ηλία, είχε εντυπωσιαστεί με τον προφήτη του Όρους Κάρμελ και αποφάσισε να υιοθετήσει τον τρόπο ντυσίματός του[6]. Από τότε και στο εξής ο Ιωάννης φορούσε πάντα ένα τριχωτό ένδυμα με μια δερμάτινη ζώνη. Στα δεκαέξι του ήταν πάνω από δεκαέξι πόδια ψηλός και σχεδόν απόλυτα ανεπτυγμένος. Με τα ανακατεμένα μαλλιά του και τον ιδιόμορφο τρόπο που ντυνόταν ήταν πραγματικά ένας γραφικός νέος. Και οι γονείς του είχαν μεγάλες προσδοκίες από αυτόν τον μονάκριβό τους γιο, τον προορισμένο για ψηλούς σκοπούς και ισόβιο Ναζαρίτη.
135:2.1 Μετά από ασθένεια πολλών μηνών, ο Ζαχαρίας πέθανε τον Ιούλιο του 12μ.Χ, όταν ο Ιωάννης είχε μόλις περάσει τα δεκαοκτώ. Τότε ο Ιωάννης ήρθε σε πολύ δύσκολη θέση εφόσον ο όρκος που είχε δώσει σαν Ναζαρίτης του απαγόρευε την επαφή με νεκρό, ακόμα και αν ήταν από την οικογένεια. Παρόλο που ο Ιωάννης προσπάθησε να συμμορφωθεί με τους περιορισμούς που του έθετε ο όρκος του όσον αφορά την μόλυνση από τους νεκρούς, είχε όμως αμφιβολίες ότι ήταν απόλυτα εντάξει στις απαιτήσεις του τάγματος των Ναζαριτών¨ έτσι, μετά την ταφή του πατέρα του πήγε στην Ιερουσαλήμ, όπου, στην γωνία των Ναζαριτών στην αυλή των γυναικών, πρόσφερε τις θυσίες που χρειαζόντουσαν για την κάθαρσή του.
135:2.2 Τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς η Ελισάβετ και ο Ιωάννης ταξίδεψαν για την Ναζαρέτ για να επισκεφτούν την Μαρία κει τον Ιησού. Ο Ιωάννης είχε μόλις αποφασίσει να καταπιαστεί με το έργο της ζωής του, αλλά τον απέτρεψαν, όχι μόνο τα λόγια του Ιησού αλλά και το παράδειγμά του, να γυρίσει σπίτι του να φροντίσει την μητέρα του, και να περιμένει «να έρθει η ώρα του Πατέρα του». Αφού αποχαιρέτησε τον Ιησού και την Μαρία στο τέλος αυτής της ευχάριστης επίσκεψης, ο Ιωάννης δεν ξαναείδε τον Ιησού μέχρι το γεγονός της βάπτισής του στον Ιορδάνη.
135:2.3 Ο Ιωάννης και η Ελισάβετ γύρισαν στο σπίτι τους και άρχισαν να κάνουν σχέδια για το μέλλον. Αφού ο Ιωάννης αρνήθηκε να δεχτεί το ιερατικό επίδομα του πατέρα του που δικαιούταν από τα οικονομικά του ναού, μέχρι να περάσουν δύο χρόνια έχασαν όλη τους την περιουσία και το σπίτι τους¨ γι αυτό αποφάσισαν να πάνε νότια με το κοπάδι των προβάτων τους. Έτσι, το καλοκαίρι που ήταν είκοσι χρονών , μετακόμισαν στην Χεβρώνα. Στην αποκαλούμενη «άγρια φύση της Ιουδαίας» ο Ιωάννης φρόντιζε τα πρόβατά του δίπλα σε ένα ρυάκι που ήταν παραπόταμος σε ένα μεγαλύτερο ρέμα που χυνόταν στην Νεκρά Θάλασσα στην Εγκέδη[7]. Η αποικία της Εγκέδης δεν είχε μόνο ισόβιους Ναζαρίτες , αλλά και πολυάριθμους άλλους ασκητικούς βοσκούς που μαζευόντουσαν σε αυτή την περιοχή με τα κοπάδια τους και είχαν φιλικές σχέσεις με την αδελφότητα των Ναζαριτών. Ζούσαν με την εκτροφή προβάτων και από δωρεές που έκαναν πλούσιοι Εβραίοι στο τάγμα.
135:2.4 Όσο περνούσε ο καιρός, ο Ιωάννης γύριζε όλο και λιγότερο στην Χεβρόνα, ενώ έκανε όλο και περισσότερες επισκέψεις στην Εγκέδη. Ήταν τόσο ολοκληρωτικά διαφορετικός από την πλειοψηφία των Ναζαριτών που το έβρισκε πολύ δύσκολο να συναδελφώνεται με την αδερφότητα. Αλλά συμπαθούσε πολύ τον Άβνερ, τον αναγνωρισμένο ηγέτη της αποικίας της Εγκέδης.
135:3.1 Στην κοιλάδα που βρισκόταν δίπλα σε αυτό το μικρό ρυάκι ο Ιωάννης έκτισε πάνω από μια ντουζίνα πέτρινα καταφύγια και νυχτερινά μαντριά, που ήταν κατασκευασμένα από πέτρες η μία πάνω στην άλλη, μέσα από τα οποία μπορούσε να παρακολουθεί και να φυλά τα κοπάδια του από γιδοπρόβατα. Η ζωή του σαν βοσκός του έδινε πολλές ευκαιρίες και χρόνο για σκέψη. Μιλούσε πολύ με τον Έζδα, έναν ορφανό νέο από το Μπεθ-ζουρ, τον οποίο είχε κατά κάποιο τρόπο υιοθετήσει, και που φρόντιζε τα κοπα΄δια του όταν αυτός πήγαινε στην Χεβρώνα να δει την μητέρα του και να πουλήσει τα πρόβατά του, και όταν κατέβαινε στην Εγκέδη για την λειτουργία του Σαββάτου. Ο Ιωάννης και ο νέος ζούσαν πολύ απλά, και τρεφόντουσαν με αρνίσιο κρέας, πρόβειο γάλα, άγριο μέλι, και τα φαγώσιμα χαρούπια εκείνης της περιοχής[8]. Αυτή η συνηθισμένη τους διατροφή, συμπληρωνόταν καμιά φορά από προμήθειες που έφερνε από την Χεβρώνα και από την Εγκέδη.
135:3.2 Η Ελισάβετ τον κρατούσε ενήμερο για τις Παλαιστινιακές και παγκόσμιες υποθέσεις, και η πεποίθησή του ότι πλησίαζε γρήγορα η ώρα που θα ερχόταν το τέλος της παλαιάς τάξης, γινόταν όλο και βαθύτερη¨ ότι επρόκειτο να γίνει ο προάγγελος της προσέγγισης μιας νέας εποχής, «της βασιλείας των ουρανών». Αυτός ο κουρελής βοσκός αγαπούσε ιδιαίτερα τα γραπτά του προφήτη Δανιήλ,. Διάβασε χιλιάδες φορές την περιγραφή της μεγάλης αναπαράστασης, που ο Ζαχαρίας του είχε πει ότι αντιπροσώπευε την ιστορία των μεγάλων βασιλείων του κόσμου, αρχίζοντας από την Βαβυλώνα, μετά την Περσία, την Ελλάδα,, και τελικάτην Ρώμη. Ο Ιωάννης είχε καταλάβει ότι ήδη η Ρώμη αποτελείτο από τόσους πολύγλωσσους λαούς και φυλές που δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει μια ισχυρά δομημένη και σταθερή αυτοκρατορία[9]. Πίστευε ότι η Ρώμη ήταν ακόμα και τότε διαιρεμένη, όπως η Συρία, η Αίγυπτος, η Παλαιστίνη, και άλλες επαρχίες¨ και έπειτα διάβαζε ακόμα «τις μέρες αυτών των βασιλέων θα στήσεο ο Θεός του ουρανού ένα βασίλειο που δεν θα καταστραφεί ποτέ. Και αυτό το βασίλειο δεν θα μείνει σε άλλους ανθρώπους αλλά θα γίνει κομμάτια και θα καταβροχθίσει όλα αυτά τα βασίλεια, και θα υπάρχει για πάντα.» «Και του δόθηκε κυριαρχία και δόξα και ένα βασίλειο που όλοι οι λαοί, και τα έθνη, και οι γλώσσες θα τον υπηρετούν. Η κυριαρχία του είναι μια αιώνια κυριαρχία, που δεν θα περάσει, και το βασίλειό του δεν θα καταστραφεί ποτέ[10].» «Και το βασίλειο και η κυριαρχία και το μεγαλείο του βασίλείου κάτω από όλο τα ουράνια, θα δοθεί στους ανθρώπους των αγίων του Ύψιστου, του οποίου το βασίλειο είναι ένα αιώνιο βασίλειο, και όλες οι εξουσίες θα τον υπηρετούν και θα τον υπακούουν.»[11]
135:3.3 Ο Ιωάννης ποτέ δεν μπόρεσε να ξεπεράσει εντελώς την σύγχυση που του έφεραν αυτά που είχε ακούσει από τους γονείς του για τον Ιησού και από αυττά τα αποσπάσματα που διάβαζε στις Γραφές. Στον Δανιήλ διάβαζε: «Είδα στα νυχτερινά οράματα, έναν σαν τον Υιό του Ανθρώπου να έρχεται με τα σύννεφα του ουρανού, και του δόθηκε κυριαρχία και δόξα και ένα βασίλειο[12].» Αλλά αυτά τα λόγια του προφήτη δεν εναρμονιζόντουσαν με αυτά που του είχαν διδάξει οι γονείς του. Ούτε η κουβέντα που είχε με τον Ιησού, όταν τον είχε επισκεφτεί όταν ήταν δεκαοκτώ χρονών, δεν συμφωνούσε με αυτά που διάβαζε στις Γραφές. Παρά την σύγχυση, μέσα από όλο του το μπέρδεμα η μητέρα του τον διαβεβαίωσε ότι ο μακρινός του εξάδερφος, ο Ιησούς από την Ναζαρέτ, ήταν ο αληθινός Μεσσίας, ότι είχε έρθει να καθήσει στον θρόνο του Δαβίδ, και ότι αυτός (ο Ιωάννης) θα γινόταν ο προάγγελός του και ο κύριος υποστηρικτής του.
135:3.4 Από όλα όσα άκουσε ο Ιωάννης για τις ακολασίες και την διαφθορά της Ρώμης και την αποσύνθεση και την ηθική στειρότητα της αυτοκρατορίας, από όσα γνώριζε για τις κακές πράξεις του Ηρώδη Αντύπα και των κυβερνητών της Ιουδαίας, είχε αρχίσει να πιστεύει ότι το τέλος της εποχής αυτής πλησίαζε. Σε αυτό το κουρελή ευγενικό νέο της φύσης φαινόταν ότι ο κόσμος ήταν ώριμος για το τέλος της εποχής του ανθρώπου και το ξημέρωμα μιας νέας θεϊκής εποχής—την βασιλεία των ουρανών. Το συναίσθημα ότι αυτός θα ήταν ο τελευταίος από τους παλαιούς προφήτες και ο πρώτος από τους νέους, μεγάλωνε στην καρδιά του Ιωάννη. Και σχεδόν έτρεμε από την παρόρμηση να βγει και να φωνάξει σε όλους τους ανθρώπους: «Μετανοείτε! Να είστε έτοιμοι για τον Θεό! Να είστε έτοιμοι για το τέλος¨ προετοιμαστείτε για την εμφάνιση της νέας και αιώνιας τάξης γήινων υποθέσεων, την βασιλεία των ουρανών.»
135:4.1 Στις 17 Σεπτεμβρίου, το 22 μ.Χ, όταν ο Ιωάννης ήταν εικοσιοκτώ χρονών, η μητέρα του πέθανε ξαφνικά. Η φίλοι της Ελισάβετ, γνωρίζοντας τους περιορισμούς των Ναζαριτών όσον αφορά την επαφή με τους νεκρούς, ακόμα και της οικογενείας, έκαναν όλες τις ετοιμασίες για την ταφή της Ελισάβετ πριν φωνάξουν τον Ιωάννη. Όταν αυτός ειδοποιήθηκε για τον θάνατο της μητέρας του, είπε στον Έζδα να οδηγήσει τα κοπάδια του στην Εγκέδη και ξεκίνησε για την Χεβρώνα.
135:4.2 Γυρίζοντας από την Εγκέδη από την κηδεία της μητέρας του, δώρισε τα κοπάδια του στην αδελφότητα και για κάποιο διάστημα απομακρύνθηκε από τον έξω κόσμο με νηστεία και προσευχή. Ο Ιωάννης γνώριζε μόνο τις παλιές μεθόδους προσέγγισης στην θεότητα¨ ήξερε μόνο από τα γραπτά του Ηλία, του Σαμουήλ, και του Δανιήλ. Ο Ηλίας ήταν ο ιδανικός του προφήτης. Ο Ηλίας ήταν ο πρώτος από τους διδασκάλους του Ισραήλ που θεωρήθηκε προφήτης, και ο Ιωάννης πίστευε πραγματικά ότι θα ήταν ο τελευταίος από αυτή την μεγάλη και λαμπρή σειρά αγγελιαφόρων του ουρανού.
135:4.3 Για δυόμισι χρόνια ο Ιωάννης ζούσε στην Εγκέδη, και έπεισε τους περισσότερους από την αδελφότητα ότι «το τέλος της εποχής πλησίαζε», και ότι «η βασιλεία των ουρανών ερχόταν.» Και όλες οι πρώτες διδασκαλίες του βασιζόντουσαν στην τρέχουσα Ιουδαϊκή αντίληψη για τον Μεσσία , σαν τον απελευθερωτή του Ιουδαϊκού έθνους που περίμεναν ότι θα ελευθέρωνε τους Ιουδαίους από την κυριαρχία των αλλόθρησκων κυβερνητών τους.
135:4.4 Όλη αυτή την περίοδο ο Ιωάννης διάβαζε πολύ τα ιερά γραπτά που βρήκε στο σπίτι των Ναζαριτών στην Εγκέδη. Είχε εντυπωσιαστεί ιδιαίτερα από τον Ησαία και από τον Μαλαχία, τον τελευταίο από τους προφήτες μέχρι εκείνη την στιγμή. Διάβασε και ξαναδιάβασε τα τελευταία πέντε κεφάλαια του Ησαία, και πίστεψε σε εκείνες τις προφητείες. Μετά διάβαζε στον Μαλαχία: «Προσέξτε, θα σας στείλω τον προφήτη Ηλία πριν έρθει η σπουδαία και τρομερή μέρα του Κυρίου¨ και θα στρέψει τις καρδιές των πατέρων προς τα παιδιά τους και τις καρδιές των παιδιών προς τους πατέρες τους, από φόβο μήπως έρθω και πλήξω την γη με μια κατάρα[13].» Και ήταν μόνο αυτή η υπόσχεση του Μαλαχία ότι θα επέστρεφε ο Ηλίας που απέτρεπε τον Ιωάννη από το να βγει να κηρύξει για την επερχόμενη βασιλεία και να παροτρύνει τους άλλους Εβραίους να ξεφύγουν από την επερχόμενη οργή του Θεού. Ο Ιωάννης ήταν ώριμος για την διακήρυξη αυτού του μηνύματος της επερχόμενης βασιλείας, αλλά αυτή η προσδοκία του ερχομού του Ηλία τον καθυστέρησε για πάνω από δυο χρόνια. Γνώριζε ότι δεν ήταν ο Ηλίας. Τι εννοούσε ο Μαλαχίας; Ήταν η προφητεία κυριολεκτική ή αλληγορική; Πως μπορούσε να ξέρει την αλήθεια; Τελικά τόλμησε να πιστέψει ότι, εφόσον ο πρώτος από τους προφήτες ονομαζόταν Ηλίας, έτσι και ο τελευταίος θα έπρεπε να γίνει γνωστός με το ίδιο όνομα. Όμως, είχε αμφιβολίες, αμφιβολίες αρκετές να τον εμποδίσουν να αποκαλέσει τον εαυτό του Ηλία.
135:4.5 Ήταν η επίδραση του Ηλία που έκαναν τον Ιωάννη να υιοθετήσει τις μεθόδους της άμεσης και ευθείας επίθεσης ενάντια στις αμαρτίες και την διαφθορά των ανθρώπων της εποχής του. Προσπαθούσε να ντύνεται σαν τον Ηλία και να μιλάει σαν αυτόν¨ από κάθε εξωτερική άποψη ήταν σαν τον παλαιό προφήτη. Ήταν ένας τόσο εύρωστος και γραφικός άνθρωπος της φύσης, ένας τόσο ατρόμητος και τολμηρός κήρυκας της ορθότητας. Ο Ιωάννης δεν ήταν αγράμματος, ήξερε πολύ καλά τα Ιουδαϊκά ιερά γραπτά, αλλά δεν ήταν καλλιεργημένος. Είχε καθαρή σκέψη, ήταν δυνατός ομιλητής, και πύρινος κατήγορος. Δεν ήταν σίγουρα παράδειγμα για τους συνομήλικούς του, αλλά ήταν εύγλωττος και πειστικός.
135:4.6 Τελικά βρήκε την μέθοδο να διακηρύξει την νέα εποχή, την βασιλεία του Θεού¨ σιγουρεύτηκε ότι θα ήταν ο προάγγελος του Μεσσία¨ έδιωξε όλες τις αμφιβολίες του και αναχώρησε από την Εγκέδη μια μέρα του Μαρτίου το 25 μ.Χ για να αρχίσει την σύντομη μα λαμπρή σταδιοδρομία του σαν λαϊκός κήρυκας.
135:5.1 Για να καταλάβουμε το μήνυμα του Ιωάννη, θα έπρεπε να λάβουμε υπόψη την κατάσταση των Ιουδαίων την στιγμή που αυτός εμφανίστηκε στο προσκήνιο. Για σχεδόν εκατό χρόνια όλο το Ισραήλ βρισκόταν σε αβεβαιότητα¨ δεν μπορούσαν να εξηγήσουν την συνεχή τους υποδούλωση σε αλλόθρησκους ηγεμόνες. Δεν είχε διδάξει ο Μωυσής ότι η δικαιοσύνη πάντα ανταμειβόταν με ευημερία και δύναμη; Δεν ήταν ο εκλεκτός λαός του Θεού; Γιατί ο θρόνος του Δαβίδ ήταν έρημος και κενός; Κάτω από το φως των Μωσαϊκών διδασκαλιών και των αντιλήψεων των προφητών, οι Ιουδαίοι δυσκολευόντουσαν να εξηγήσουν την μακρόχρονη εθνική τους απελπισία.
135:5.2 Περίπου εκατό χρόνια πριν τις μέρες του Ιησού και του Ιωάννη μια νέα σχολή θρησκευτικών διδασκάλων αναπτύχθηκε στην Παλαιστίνη, οι αποκαλυπτικοί. Αυτοί οι νέοι δάσκαλοι ανάπτυξαν ένα σύστημα πίστης που εξηγούσε τα μαρτύρια και τις ταπεινώσεις των Εβραίων, στην βάση του ότι πλήρωναν την ποινή για τις αμαρτίες του έθνους. Κατέφυγαν στους παλιούς γνωστούς λόγους που εξηγούσαν την Βαβυλωνιακή και τις άλλες υποδουλώσεις των προηγούμενων χρόνων. Αλλά έτσι δίδασκαν οι αποκαλυπτικοί, το Ισραήλ θα έπρεπε να έχει υπομονή και θάρρος¨ οι μέρες της θλίψης τους έχουν σχεδόν τελειώσει¨ η τιμωρία του εκλεκτού λαού του Θεού είναι έτοιμη να έρθει στο τέλος της¨ η υπομονή του Θεού με τους αλλόθρησκους έχει σχεδόν τελειώσει. Η λήξη της Ρωμαϊκής κυριαρχίας ήταν συνώνυμη με το τέλος της εποχής και, κατά κάποιο τρόπο με το τέλος του κόσμου. Αυτοί οι νέοι διδάσκαλοι βασιζόντουσαν πολύ στις προβλέψεις του Δανιήλ, και γι αυτό δίδασκαν ότι η δημιουργία θα περνούσε σύντομα στο τελικό της στάδιο¨ τα βασίλεια αυτού του κόσμου ήταν έτοιμα να γίνουν βασίλειο του Θεού. Στο Ιουδαϊκό μυαλό εκείνων των ημερών αυτή ήταν η σημασία αυτής της φράσης—η βασιλεία των ουρανών—που βρισκόταν και στις διδασκαλίες και του Ιησού και του Ιωάννη. Στους Ιουδαίους της Παλαιστίνης η φράση «βασιλεία των ουρανών» δεν είχε παρά μόνο μια σημασία: μια απόλυτα ενάρετη κατάσταση στην οποία ο Θεός (ο Μεσσίας) θα κυβερνούσε τα έθνη της γης με τελειότητα δύναμης ακριβώς όπως κυβερνούσε στον ουρανό—«Γεννηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης[14].»
135:5.3 Τις μέρες του Ιωάννη όλοι οι Εβραίοι ρωτούσαν με προσδοκία, «Πόσο γρήγορα θα έρθει η βασιλεία;» Υπήρχε ένα γενικό αίσθημα ότι το τέλος της ηγεσίας των αλλόθρησκων πλησίαζε. Σε όλο τον Εβραϊκό κόσμο υπήρχε διάχυτη η ελπίδα και μια έντονη προσδοκία ότι θα συνέβαινε σε εκείνη την γενιά η εκπλήρωση της παντοτινής τους επιθυμίας.
135:5.4 Οι Εβραίοι, ενώ διέφεραν πολύ στις εκτιμήσεις τους για την φύση του επερχόμενου βασιλείου, έμοιαζαν πολύ στην πεποίθησή τους ότι το γεγονός πλησίαζε, ήταν σχεδόν έξω από την πόρτα τους. Πολλοί που διάβαζαν την Παλαιά Διαθήκη κυριολεκτικά περίμεναν με ανυπομονησία έναν νέο βασιλέα στην Παλαιστίνη, ένα αναγεννημένο Εβραϊκό έθνος απελευθερωμένο από τους εχθρούς του και να κυβερνάται από τον διάδοχο του Βασιλιά Δαβίδ, τον Μεσσία που γρήγορα θα αναγνωριζόταν σαν ο δικαιωματικός και δίκαιος ηγέτης όλου του κόσμου. Μια άλλη, αν και μικρότερη ομάδα Εβραίων ευσεβών, είχε πολύ διαφορετική άποψη για το βασίλειο του Θεού. Δίδασκαν ότι ο ερχομός του βασιλείου δεν σε αυτόν τον κόσμο, ότι ο κόσμος πλησίαζε στο τέλος του, και ότι «ένας νέος ουρανός και μια νέα γη» θα εισήγαγαν την ίδρυση του βασιλείου του Θεού¨ ότι αυτό το βασίλειο θα ήταν μια αιώνια κυριαρχία, ότι η αμαρτία θα τελείωνε, και ότι οι πολίτες του νέου βασιλείου θα γινόντουσαν αθάνατοι απολαμβάνοντας αιώνια ευδαιμονία[15].
135:5.5 Όλοι συμφωνούσαν ότι απαραίτητα θα συνέβαινε κάποια δραστική κάθαρση ή εξαγνιστική τιμωρία πριν την ίδρυση του νέου βασιλείου στην γη. Οι κυριολεκτικοί δίδασκαν ότι ένας παγκόσμιος πόλεμος θα επακολουθούσε που θα κατέστρεφε όλους τους άπιστους, ενώ οι πιστοί θα ανυψωνόντουσαν σε συμπαντική και αιώνια νίκη. Οι πνευματικοί δίδασκαν ότι το βασίλειο θα εισαγόταν με την μεγάλη κρίση του Θεού που θα παρέπεμπε τους άδικους στην τιμωρία που τους άξιζε και στην τελική τους καταστροφή, ενώ παράλληλα θα ανύψωνε τους πιστούς αγίους του εκλεκτού λαού σε υψηλές θέσεις τιμής και εξουσίας με τον Υιό του Ανθρώπου, που θα κυβερνούσε όλα τα λυτρωμένα έθνη , στο όνομα του Θεού. Και αυτή η τελευταία ομάδα πίστευε ακόμα ότι μπορεί να επιτρεπόταν και σε πολλούς ευσεβείς αλλόθρησκους να συμμετέχουν σε αυτό το νέο βασίλειο.
135:5.6 Μερικοί από τους Εβραίους είχαν την γνώμη ότι ο Θεός πιθανόν να ίδρυε αυτό το νέο βασίλειο με άμεση και θεϊκή παρέμβαση, αλλά η μεγάλη πλειοψηφία πίστευε ότι θα παρουσιαζόταν κάποιος αντιπροσωπευτικός ενδιάμεσος, ο Μεσσίας. Και αυτή ήταν η μόνη δυνατή ερμηνεία του όρου Μεσσίας που θα μπορούσε να υπάρχει στο μυαλό των Εβραίων της γενιάς του Ιησού και του Ιωάννη. Ο Μεσσίας δεν θα μπορούσε να αναφέρεται σε κάποιον που απλά δίδασκε το θέλημα του Θεού ή διακήρυσσε την αναγκαιότητα για ενάρετο βίο. Σε όλα αυτά τα άγια πρόσωπα οι Εβραίοι έδιναν τον τίτλο του προφήτη. Ο Μεσσίας θα έπρεπε να είναι ανώτερος από προφήτη¨ ο Μεσσίας θα έφερνε την ίδρυση του νέου βασιλείου, του βασιλείου του Θεού. Κάποιος που δεν μπορούσε να το πετύχει αυτό δεν μπορούσε να είναι ο Μεσσίας με την παραδοσιακή Ιουδαϊκή έννοια.
135:5.7 Ποιος θα ήταν αυτός ο Μεσσίας; Πάλι οι Εβραίοι δάσκαλοι διαφωνούσαν. Οι παλαιοί ήταν προσκολλημένοι στην διδασκαλία για τον γιο του Δαβίδ. Οι νεότεροι δίδασκαν ότι, εφόσον το νέο βασίλειο θα ήταν ένα ουράνιο βασίλειο, ο νέος ηγέτης θα μπορούσε επίσης να είναι μια θεϊκή προσωπικότητα, κάποιος που είχε καθίσει για πολύ στα δεξιά του Πατέρα στον ουρανό. Και παρόλο που μπορεί να φανεί παράξενο, εκείνοι που αντιλαμβανόντουσαν έτσι τον ηγέτη του νέου βασιλείου δεν τον έβλεπαν σαν ανθρώπινο Μεσσία, όχι σαν απλό άνθρωπο, αλλά σαν τον «Υιό του Ανθρώπου»—έναν Υιό του Θεού—έναν ουράνιο πρίγκιπα, που περίμενε πολύ για να αναλάβει την ηγεσία της αναγεννημένης γης[16]. Αυτό ήταν το θρησκευτικό υπόβαθρο του Ιουδαϊκού κόσμου όταν ο Ιωάννης ξεκίνησε να διακηρύσσει: «Μετανοείτε, γιατί η βασιλεία των ουρανών πλησιάζει!»[17]
135:5.8 Είναι λοιπόν ολοφάνερο, ότι η αναγγελία του επερχόμενου βασιλείου είχε πολλές διαφορετικές σημασίες στο μυαλό εκείνων που άκουγαν το παθιασμένο κήρυγμά του[18]. Αλλά όπως και να ερμήνευαν τις φράσεις που χρησιμοποιούσε ο Ιωάννης, η κάθε μία από αυτές τις διάφορες ομάδες που περίμεναν το Ιουδαϊκό βασίλειο έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον για τις διακηρύξεις αυτού του ειλικρινούς, ενθουσιώδους, και τσαπατσούλη κήρυκα της ορθότητας και της μετάνοιας , που τόσο σοβαρά προέτρεπε τους ακροατές του να «σωθούν από την οργή που έρχεται[19].»
135:6.1 Στις αρχές Μαρτίου του 25 μ.Χ, ο Ιωάννης ταξίδεψε προς τα δυτικά παράλια της Νεκράς Θάλασσας και ανέβηκε τον ποταμό Ιορδάνη μέχρι απέναντι στην Ιεριχώ, στο αρχαίο πέρασμα πάνω από το οποίο πέρασαν ο Ιωσουά και τα παιδιά του Ισραήλ όταν μπήκαν για πρώτη φορά στην γη της επαγγελίας¨ και διασχίζοντας το ποτάμι, εγκαταστάθηκε κοντά στην είσοδο του περάσματος και άρχισε το κήρυγμα στους ανθρώπους που περνούσαν από το ποτάμι[20]. Αυτό ήταν το πιο πολυσύχναστο πέρασμα του Ιορδάνη.
135:6.2 Ήταν φανερό σε όλους ότι ο Ιωάννης ήταν κάτι περισσότερο από κήρυκας. Η μεγάλη πλειοψηφία εκείνων που άκουγαν αυτόν τον παράξενο άνθρωπο που ερχόταν από τους αγριότοπους της Ιουδαίας, έφευγαν πιστεύοντας ότι είχαν ακούσει την φωνή ενός προφήτη. Δεν είναι περίεργο που οι ψυχές αυτών των κουρασμένων και όλο προσδοκία Εβραίων συγκινήθηκαν βαθιά από αυτό το φαινόμενο. Ποτέ στην ιστορία του Ισραήλ, τα ευσεβή παιδιά του Αβραάμ δεν είχαν ποθήσει τόσο πολύ την «παρηγοριά του Ισραήλ» ή ακόμα περισσότερο προσδοκούσαν «την αναστήλωση του βασιλείου»[21][22]. Ποτέ ξανά μέσα στην Ιουδαϊκή ιστορία δεν θα μπορούσε το μήνυμα του Ιωάννη « η βασιλεία των ουρανών πλησιάζει», να έχει τόσο βαθιά και πλατιά απήχηση, όσο εκείνη ακριβώς την στιγμή που τόσο με τόσο μυστηριώδη τρόπο εμφανίστηκε σε αυτό το νότιο πέρασμα του Ιορδάνη[23].
135:6.3 Ήρθε από τους ποιμένες, σαν τον Άμος. Ήταν ντυμένος σαν τον παλαιό Ηλία, και εκτόξευε τις νουθεσίες του και προειδοποιήσεις του σαν κεραυνούς με το «πνεύμα και την δύναμη του Ηλία»[24]. Δεν είναι περίεργο που αυτός ο παράξενος κήρυκας δημιούργησε μια ισχυρή αναστάτωση σε όλη την Παλαιστίνη αφού οι ταξιδιώτες μετέφεραν τα νέα για το κήρυγμά του σε όλη την χώρα.
135:6.4 Υπήρχε και ένα άλλο νέο χαρακτηριστικό για το έργο αυτού του Ναζαρίτη κήρυκα: Βάπτιζε όλους τους πιστούς του στον Ιορδάνη «για την εξάλειψη των αμαρτιών»[25]. Παρόλο που η βάπτιση δεν ήταν νέα τελετή για τους Εβραίους, ποτέ δεν την είχαν δει να γίνεται όπως την έκανε ο Ιωάννης. Από παλιά συνηθιζόταν να βαπτίζονται οι αλλόθρησκοι προσήλυτοι στην εξωτερική αυλή του ναού, αλλά ποτέ πριν δεν είχε ζητηθεί από τους Εβραίους τους ίδιους να υποβληθούν στην βάπτιση της μετάνοιας. Μόνο δεκαπέντε μήνες μεσολάβησαν ανάμεσα στην στιγμή που ο Ιωάννης άρχισε να κηρύσσει και να βαπτίζει, και στην στιγμή που συνελήφθη και φυλακίστηκε με διαταγή του Ηρώδη Αντύπα, αλλά αυτό το σύντομο διάστημα είχε προλάβει να βαπτίσει αρκετά περισσότερους από εκατό χιλιάδες μετανοούντες.
135:6.5 Ο Ιωάννης κήρυσσε τέσσερις μήνες στο πέρασμα της Βηθανίας πριν ξεκινήσει βόρεια για τον Ιορδάνη[26]. Δεκάδες χιλιάδες ακροατές, μερικοί από περιέργεια αλλά και πολλοί ειλικρινείς και σοβαροί, ήρθαν να τον ακούσουν από όλα τα μέρη της Ιουδαίας, της Περέας, και της Σαμάρειας. Ήρθαν μερικοί ακόμα και από την Γαλιλαία.
135:6.6 Τον Μάη αυτής της χρονιάς, ενώ ακόμα ήταν στο πέρασμα της Βηθανίας, οι ιερείς και οι Λεβίτες έστειλαν μια αντιπροσωπεία για να ρωτήσει τον Ιωάννη αν ισχυριζόταν ότι ήταν ο Μεσσίας, και κάτω από με ποιου την εξουσιοδότηση κήρυσσε[27]. Ο Ιωάννης απάντησε αυτές τις ερωτήσεις λέγοντας: «Πηγαίνετε να πείτε στους κυρίους σας ότι ακούσατε «την φωνή κάπου που φωνάζει στην έρημο», όπως είπε ο προφήτης, «ετοιμάστε τον δρόμο του Κυρίου, φτιάξτε έναν μεγάλο ίσιο δρόμο για τον Θεό μας. Κάθε κοιλάδα θα γεμίσει, και κάθε βουνό και λόφος θα χαμηλώσουν¨ το ανώμαλο έδαφος θα γίνει πεδιάδα, ενώ τα απότομα μέρη θα γίνουν μια ομαλή κοιλάδα¨ και όλοι οι θνητοί θα δουν την σωτηρία του Θεού.»[28]
135:6.7 Ο Ιωάννης ήταν ένας ηρωικός αλλά αγενής κήρυκας[29]. Μια μέρα όταν κήρυσσε και βάπτιζε στην δυτική ακτή του Ιορδάνη, μια ομάδα Φαρισαίων και Σαδδουκαίων ήρθαν και παρουσιάστηκαν μπροστά του για να βαπτιστούν. Πριν τους οδηγήσει στο νερό, ο Ιωάννης απευθυνόμενος σε αυτούς σαν ομάδα, είπε: «Ποιος σας ειδοποίησε να ξεφύγετε, όπως οι οχιές από την φωτιά, από την οργή που έρχεται; Θα σας βοηθήσω, αλλά σας προειδοποιώ να παρουσιάσετε έργα άξια να δείξουν την ειλικρινή σας μεταμέλεια αν θέλετε να λάβετε άφεση αμαρτιών. Μην μου πείτε ότι ο Αβραάμ είναι ο πατέρας σας. Σας δηλώνω ότι ο Θεός είναι ικανός από αυτές εδώ τις δώδεκα πέτρες να βγάλει άξια τέκνα του Αβραάμ. Ακόμα και τώρα το τσεκούρι βρίσκεται στην ρίζα των δέντρων. Κάθε δέντρο που δεν φέρνει καρπούς καλούς είναι καταδικασμένο να κοπεί και να ριχτεί στην φωτιά[30].» (Οι δώδεκα πέτρες στις οποίες αναφερόταν ήταν οι φημισμένες αναμνηστικές πέτρες που στήθηκαν από τον Ιωσουά για να τιμήσουν την μνήμη του περάσματος των «δώδεκα φυλών» ακριβώς σε εκείνο το σημείο όταν μπήκαν για πρώτη φορά στην γη της επαγγελίας[31].)
135:6.8 Ο Ιωάννης έκανε μαθήματα στους μαθητές του, στα οποία τους έδινε οδηγίες για τις λεπτομέρειες της νέας τους ζωής και προσπαθούσε να απαντήσει στις πολλές ερωτήσεις τους[32]. Συμβούλευε τους δασκάλους να διδάσκουν το πνεύμα εκτός από το γράμμα του νόμου. Συμβούλευε τους πλούσιους να τρέφουν τους φτωχούς¨ στους φοροεισπράκτορες είπε: «Μην παίρνετε περισσότερα από το καθορισμένο.» Στους στρατιώτες έλεγε: «Μην ασκείτε βία και μην παίρνετε τίποτα με άδικο τρόπο—να είσαστε ικανοποιημένοι με τον μισθό σας[33].» Ενώ όλους τους συμβούλευε: «Ετοιμαστείτε για το τέλος της εποχής—η βασιλεία των ουρανών πλησιάζει[34].»[35]
135:7.1 Ο Ιωάννης είχε ακόμα συγκεχυμένες ιδέες για την επερχόμενη βασιλεία και τον βασιλέα της[36]. Όσο περισσότερο κήρυσσε τόσο περισσότερο μπερδευόταν, αλλά αυτή η διανοητική του αβεβαιότητα για την φύση του επερχόμενου βασιλείου δεν μείωνε ούτε στο ελάχιστο την βεβαιότητά του για την άμεση εμφάνιση του βασιλείου. Στο μυαλό του ο Ιωάννης μπορεί να ήταν μπερδεμένος, αλλά στο πνεύμα του ποτέ. Δεν αμφέβαλλε για το επερχόμενο βασίλειο, αλλά δεν ήταν καθόλου βέβαιος για το εάν ο Ιησούς θα ήταν ο ηγέτης αυτού του βασιλείου, ή όχι. Όσο έμενε στην ιδέα για την αποκατάσταση του θρόνου του Δαβίδ, η διδασκαλίες των γονέων του ότι ο Ιησούς, ο γεννημένος την πόλη του Δαβίδ, θα ήταν ο πολύ αναμενόμενος απελευθερωτής, του φαινόντουσαν συνεπείς¨ αλλά εκείνες τις φορές που έκλινε προς την θεωρία ενός πνευματικού βασιλείου και το τέλος της προσωρινής εποχής στην γη, τότε είχε οδυνηρές αμφιβολίες για τον ρόλο που θα έπαιζε ο Ιησούς σε αυτά τα γεγονότα. Μερικές φορές αμφέβαλλε για τα πάντα, αλλά όχι για πολύ. Πραγματικά ευχόταν να μπορούσε να μιλήσει με τον ξάδερφό του, αλλά αυτό ήταν αντίθετο με την συμφωνία τους.
135:7.2 Όσο ο Ιωάννης ταξίδευε βόρεια, σκεφτόταν πολύ τον Ιησού. Σταμάτησε σε περισσότερα από δώδεκα μέρη όσο ανέβαινε τον Ιορδάνη. Ήταν στο Αδάμ που έκανε αναφορά για πρώτη φορά για «κάποιον άλλο που θα έρθει μετά από μένα» απαντώντας στην άμεση ερώτηση που του έκαναν οι μαθητές του, «Εσύ είσαι ο Μεσσίας;» Και μετά είπε: «Θα έρθει μετά από μένα κάποιος που θα είναι σπουδαιότερος από μένα, του οποίου τα σανδάλια δεν είμαι άξιος να σκύψω για να λύσω[37]. Εγώ σας βαπτίζω με νερό, αλλά αυτός θα σας βαπτίσει με το Άγιο Πνεύμα. Και το φτυάρι βρίσκεται στο χέρι του για να καθαρίσει το αλώνι του¨ θα συλλέξει το σιτάρι στην σιταποθήκη του, αλλά τα φλούδια θα τα κάψει με την πυρά της κρίσης.»[38]
135:7.3 Απαντώντας στις ερωτήσεις των μαθητών του ο Ιωάννης συνέχισε να επεκτείνει την διδασκαλία του, από μέρα σε μέρα, προσθέτοντας όλο και περισσότερα που θα τους βοηθούσαν και θα τους ενθάρρυναν σε σχέση με το δικό του πρώτο αινιγματικό μήνυμα: «Μετανοείτε και βαπτιστείτε[39].» Μέχρι τότε πλήθη έφταναν από την Γαλιλαία και την Δεκάπολη. Πλήθη ειλικρινών πιστών έμεναν με τον λατρεμένο τους δάσκαλο μέρα με την ημέρα.
135:8.1 Κατά τον Δεκέμβριο του 25 μ[40].Χ, όταν ο Ιωάννης έφτασε στα γειτονικά της Πέλλας ταξιδεύοντας προς τα επάνω στον Ιορδάνη, η φήμη του είχε επεκταθεί σε όλη την Παλαιστίνη, και το έργο του είχε γίνει το κύριο θέμα των συζητήσεων σε όλες τις πόλεις γύρω από την λίμνη της Γαλιλαίας. Ο Ιησούς είχε μιλήσει ευνοϊκά για το μήνυμα του Ιωάννη, και αυτό έκανε πολλούς από την Καπερναούμ να μπουν στο κίνημα μετάνοιας και βάπτισης του Ιωάννη. Ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης οι ψαράδες γιοι του Ζεβεδαίου είχαν κατέβει τον Δεκέμβριο, σχεδόν αμέσως μόλις άρχισε ο Ιωάννης το κήρυγμά του κοντά στην Πέλλα, και προσέφεραν τους εαυτούς τους για βάπτιση. Πήγαιναν να βλέπουν τον Ιωάννη μια φορά την εβδομάδα και έφερναν στον Ιησού νέα από πρώτο χέρι σχετικά με το έργο του ευαγγελιστή.
135:8.2 Ο Ιάκωβος και ο Ιούδας, οι αδερφοί του Ιησού, είχαν συζητήσει για το να κατέβαιναν στον Ιωάννη για βάπτιση¨ και τώρα που ο Ιούδας είχε κατέβει στην Καπερναούμ για τις λειτουργίες του Σαββάτου, και αυτός και ο Ιάκωβος, αφού άκουσαν την διάλεξη του Ιησού στην συναγωγή, αποφάσισαν να τον συμβουλευτούν για τα σχέδιά τους. Αυτό ήταν το Σάββατο το βράδυ, στις 12 Ιανουαρίου, το 26 μ.Χ. Ο Ιησούς τους ζήτησε να αναβάλουν την συζήτηση για την επόμενη μέρα, που θα μπορούσε να τους δώσει την απάντησή του. Εκείνη την νύχτα κοιμήθηκε πολύ λίγο, επικοινωνώντας στενά με τον Πατέρα του στον ουρανό. Είχε κανονίσει να γευματίσει το μεσημέρι με τους αδερφούς του και να τους συμβουλεύσει για την βάπτισή τους από τον Ιωάννη. Εκείνο το Κυριακάτικο πρωινό ο Ιησούς δούλευε όπως συνήθως στο εργαστήριο της κατασκευής βαρκών. Ο Ιάκωβος και ο Ιούδας έφτασαν με το γέύμα και τον περίμεναν στην αποθήκη, αφού δεν ήταν ακόμα ώρα για το γεύμα, και γνώριζαν ότι ο Ιησούς ήταν πολύ τυπικός με αυτά τα θέματα.
135:8.3 Λίγο πριν την ώρα της μεσημεριανής ανάπαυσης, ο Ιησούς άφησε τα εργαλεία του, έβγαλε την ποδιά του, και ανακοίνωσε ξεκάθαρα στους τρεις εργάτες που ήταν στο δωμάτιο μαζί του, «Η ώρα μου έφτασε.» Πήγε στους αδερφούς του τον Ιάκωβο και τον Ιούδα, και επανέλαβε, «Η ώρα μου έφτασε—ας πάμε στον Ιωάννη.» Και ξεκίνησαν αμέσως για την Πέλλα, τρώγοντας το γεύμα τους στον δρόμο. Αυτό έγινε την Κυριακή, στις 13 Ιανουαρίου. Πέρασαν την νύχτα στην κοιλάδα του Ιορδάνη και έφτασαν στην τοποθεσία που βάπτιζε ο Ιωάννης περίπου το μεσημέρι της επόμενης μέρας[41].
135:8.4 Ο Ιωάννης μόλις είχε αρχίσει να βαπτίζει τους υποψηφίους εκείνης της μέρας. Πλήθη μετανοούντων στεκόντουσαν στην ουρά περιμένοντας την σειρά τους όταν ο Ιησούς και οι δύο αδερφοί του πήραν την θέση τους στην σειρά των πιστών ανδρών και γυναικών που πίστεψαν στο κήρυγμα του Ιωάννη για το επερχόμενο βασίλειο. Ο Ιωάννης ρωτούσε για τον Ιησού, τους γιους του Ζεβεδαίου. Είχε ακούσει για τα σχόλια του Ιησού για το κήρυγμά του, και περίμενε να τον δει μέρα με την ημέρα να έρχεται, αλλά δεν περίμενε πως θα τον χαιρέταγε στην ουρά των υποψηφίων για βάπτιση.
135:8.5 Ο Ιωάννης ήταν πολύ απασχολημένος με το πώς θα βάπτιζε όσο το δυνατόν γρηγορότερα όλους αυτούς τους προσήλυτους, και δεν είδε τον Ιησού μέχρι που ο Υιός του Ανθρώπου στάθηκε μπροστά του. Όταν ο Ιωάννης αναγνώρισε τον Ιησού, σταμάτησε τις τελετές για μια στιγμή όσο χαιρετούσε τον ξάδερφό του στην σάρκα και ρώτησε, «Μα γιατί έρχεσαι μέχρι εδώ για να με χαιρετήσεις;» Και ο Ιησούς απάντησε, «Για να με βαπτίσεις.» Και ο Ιωάννης είπε: «Μα εγώ πρέπει να βαπτιστώ από εσένα. Γιατί έρχεσαι σε μένα;» Και ο Ιησούς ψιθύρισε στον Ιωάννη: «Κάνε αυτό τώρα, γιατί πρέπει να δώσουμε αυτό το παράδειγμα στους αδερφούς μου που είναι μαζί μου, και γιατί οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν ότι η ώρα μου ήρθε[42].»
135:8.6 Υπήρχε ένας τόνος απόλυτος και ηγετικός στην φωνή του Ιησού. Ο Ιωάννης έτρεμε από συγκίνηση όσο ετοιμαζόταν να βαπτίσει τον Ιησού από την Ναζαρέτ στον Ιορδάνη, στις 14 Ιανουαρίου, το 26 μ.Χ. Έτσι ο Ιωάννης βάπτισε τον Ιησού και τους δύο αδερφούς του τον Ιάκωβο και τον Ιούδα. Και όταν ο Ιωάννης βάπτισε αυτούς τους τρεις, έδιωξε τους υπόλοιπους για την ημέρα εκείνη, ανακοινώνοντας ότι θα άρχιζε πάλι τις βαπτίσεις την επόμενη μέρα το μεσημέρι[43]. Καθώς έφευγαν οι άνθρωποι, οι τέσσερις άνδρες στεκόντουσαν ακόμα στο νερό, τότε άκουσαν έναν παράξενο ήχο, και τότε, πάνω από το κεφάλι του Ιησού εμφανίστηκε για μια στιγμή μία οπτασία, και άκουσαν μια φωνή που έλεγε, «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, με τον οποίο είμαι πολύ ευχαριστημένος.» Μια μεγάλη αλλαγή συνέβη τότε στην όψη του Ιησού, και βγαίνοντας από το νερό σιωπηλά έφυγε, πηγαίνοντας προς τους λόφους ανατολικά[44]. Και κανένας άνθρωπος δεν ξαναείδε τον Ιησού για σαράντα μέρες.
135:8.7 Ο Ιωάννης τον ακολούθησε για να του πει την ιστορία της επίσκεψης του Γαβριήλ στην μητέρα του πριν να γεννηθούν και οι δυο τους, όπως την είχε ακούσει τόσες φορές από τα χείλη της μητέρας του[45]. Και άφησε τον Ιησού να συνεχίσει μόνος του αφού του είπε: «Τώρα ξέρω ότι σίγουρα εσύ είσαι ο Απελευθερωτής[46].» Αλλά ο Ιησούς δεν του έδωσε καμία απάντηση.
135:9.1 Όταν ο Ιωάννης γύρισε στους μαθητές του (ήταν τώρα είκοσι πέντε με τριάντα που έμεναν μαζί του διαρκώς), τους βρήκε να συζητούν πολύ σοβαρά, για το τι είχε γίνει με την βάπτιση του Ιησού. Έδειξαν μεγάλη έκπληξη όταν ο Ιωάννης τους γνωστοποίησε την ιστορία της επίσκεψης του Γαβριήλ στην Μαρία πριν γεννηθεί ο Ιησούς, καθώς και το ότι ο Ιησούς δεν του είχε πει λέξη ούτε ακόμα και όταν του είπε για αυτό[47]. Δεν έβρεχε εκείνο το βράδυ, και η ομάδα αυτή των τριάντα ή περισσοτέρων μιλούσε για πολλή ώρα στην αστροφώτιστη νύχτα. Αναρωτιόντουσαν για το που είχε πάει ο Ιησούς, και πότε θα τον ξανα-έβλεπαν.
135:9.2 Μετά τις εμπειρίες εκείνης της ημέρας το κήρυγμα του Ιωάννη πήρε νέα μορφή και κάποια νέα στοιχεία για το επερχόμενο βασίλειο και τον αναμενόμενο Μεσσία. Ήταν έντονες στιγμές, αυτές οι σαράντα μέρες που περίμενε την επιστροφή του Ιησού. Αλλά ο Ιωάννης συνέχισε να κηρύσσει με μεγάλη δύναμη, και οι μαθητές του άρχισαν και αυτοί τότε να κηρύσσουν στα μεγάλα πλήθη που μαζευόντουσαν γύρω από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη.
135:9.3 Στην πορεία αυτών των σαράντα ημερών αναμονής, πολλές φήμες εξαπλωνόντουσαν στην επαρχία, ακόμα και στην Τιβεριάδα και στην Ιερουσαλήμ. Χιλιάδες ήρθαν να δουν το νέο θέαμα στην κατασκήνωση του Ιωάννη, τον φημισμένο Μεσσία, αλλά ο Ιησούς δεν βρισκόταν πουθενά. Όταν οι μαθητές του Ιωάννη τους επιβεβαίωναν ότι ο παράξενος άνθρωπος είχε πάει στους λόφους, πολλοί ήταν αυτοί που είχαν αμφιβολίες για την όλη ιστορία.
135:9.4 Περίπου μετά από τρεις εβδομάδες μετά την αναχώρηση του Ιησού, έφτασε σε εκείνο το μέρος στην Πέλλα μια νέα αντιπροσωπεία ιερέων και Φαρισαίων από την Ιερουσαλήμ. Ρώτησαν άμεσα τον Ιωάννη αν ήταν ο Ηλίας ή ο προφήτης που υποσχέθηκε ο Μωυσής¨ και όταν ο Ιωάννης είπε, «Δεν είμαι,» τόλμησαν να ρωτήσουν, «Είσαι ο Μεσσίας;» και ο Ιωάννης απάντησε, «Δεν είμαι»[48]. Τότε εκείνοι οι άνθρωποι από την Ιερουσαλήμ είπαν: «Αφού δεν είσαι ο Ηλίας, ούτε ο προφήτης, ούτε ο Μεσσίας, γιατί βαπτίζεις τους ανθρώπους και δημιουργείς όλη αυτή την αναστάτωση;» Και ο Ιωάννης απάντησε: «Σε εκείνους που βάπτισα και με ακούσανε θα έπρεπε να πω ποιος είμαι, αλλά σας δηλώνω ότι, ενώ εγώ βαπτίζω με νερό, ήταν ανάμεσά μας κάποιος που θα επιστρέψει για να σας βαπτίσει με το Άγιο Πνεύμα.»
135:9.5 Αυτές οι σαράντα μέρες ήταν δύσκολη περίοδος για τον Ιωάννη και τους μαθητές του. Ποια θα ήταν η σχέση του Ιωάννη με τον Ιησού; Εκατό ερωτήσεις ζητούσαν απάντηση. Πολιτικά και εγωιστικά συμφέροντα άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους. Έντονες συζητήσεις γινόντουσαν για διάφορες ιδέες και αντιλήψεις σχετικά με τον Μεσσία. Θα γινόταν στρατιωτικός ηγέτης και βασιλέας σαν τον Δαβίδ; Θα συνέτριβε τις Ρωμαϊκές στρατιές όπως είχε συντρίψει ο Ιωσουά τους Καναανίτες; Ή θα ερχόταν να ιδρύσει μια πνευματική βασιλεία; Ο Ιωάννης με την μειοψηφία έκλιναν προς την άποψη, ότι ο Ιησούς είχε έρθει να ιδρύσει την βασιλεία των ουρανών, αν και δεν ήταν απόλυτα ξεκάθαρο στο μυαλό του για το τι θα περιλάμβανε σε αυτή του την αποστολή της ίδρυσης της βασιλείας των ουρανών[49].
135:9.6 Εκείνες οι μέρες του Ιωάννη ήταν ιδιαίτερα επίπονες, και προσευχόταν για την επιστροφή του Ιησού. Μερικοί από τους μαθητές του Ιωάννη οργάνωσαν ανιχνευτικές ομάδες για την αναζήτηση του Ιησού, αλλά ο Ιωάννης τους το απαγόρεψε, λέγοντας: «Οι μέρες μας είναι στα χέρια του Θεού στον ουρανό¨ αυτός θα κατευθύνει τον Υιό του τον εκλεκτό.»
135:9.7 Ήταν νωρίς το πρωί του Σαββάτου, στις 23 Φεβρουαρίου, και η συντροφιά του Ιωάννη έτρωγαν το πρωινό τους, κοιτάζοντας προς τον βορρά και είδαν τον Ιησού να έρχεται προς αυτούς. Καθώς τους πλησίαζε, ο Ιωάννης στάθηκε σε ένα μεγάλο. βράχο και, υψώνοντας την πλούσια φωνή του, είπε: «Δείτε τον Υιό του Θεού, τον απελευθερωτή του κόσμου! Για αυτόν είναι που έλεγα, «Μετά από μένα θα έρθει κάποιος που προηγείται από μένα επειδή ήταν πριν από μένα.» Γι αυτό το σκοπό βγήκα από την ερημιά για να κηρύξω την μετάνοια και για να βαπτίσω με νερό, αναγγέλλοντας ότι η βασιλεία των ουρανών πλησιάζει. Και τώρα έρχεται κάποιος που θα σας βαπτίζει με το Άγιο Πνεύμα. Και είδα το θείο πνεύμα να κατεβαίνει πάνω σε αυτόν τον άνθρωπο, και άκουσα την φωνή του Θεού να δηλώνει, «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός από τον οποίο είμαι πολύ ευχαριστημένος.»[50]
135:9.8 Ο Ιησούς τους προέτρεψε να συνεχίσουν το φαγητό τους ενώ και αυτός κάθισε να φάει με τον Ιωάννη, αφού οι αδερφοί του ο Ιάκωβος και ο Ιούδας είχαν γυρίσει στην Καπερναούμ.
135:9.9 Νωρίς το πρωί της επόμενης μέρας άφησε τον Ιωάννη και τους μαθητές του, και επέστρεψε στην Γαλιλαία[51]. Δεν τους είπε τίποτα για το πότε θα τον έβλεπαν ξανά. Στις ερωτήσεις του Ιωάννη για το δικό του κήρυγμα και την αποστολή ο Ιησούς είπε μόνο, «Ο Πατέρας μου θα σε οδηγεί τώρα και στο μέλλον όπως σε οδηγούσε και στο παρελθόν.» Και αυτοί οι δύο σπουδαίοι άνθρωποι αποχωρίστηκαν εκείνο το πρωί στις όχθες του Ιωάννη, για να μην ξαναδούν ο ένας τον άλλο σε αυτή τη ζωή.
135:10.1 Αφού ο Ιησούς είχε πάει βόρεια στην Γαλιλαία, ο Ιωάννης αισθάνθηκε ότι έπρεπε να ακολουθήσει τα παλιά του βήματα προς τα νότια. Έτσι, την Κυριακή το πρωί, στις 3 Μαρτίου, ο Ιωάννης και οι υπόλοιποι μαθητές του άρχισαν το ταξίδι τους νότια. Περίπου ένα τέταρτο από τους άμεσους οπαδούς του είχε στο μεταξύ αναχωρήσει για την Γαλιλαία σε αναζήτηση του Ιησού. Υπήρχε μια λύπη και μια σύγχυση στον Ιωάννη. Ποτέ ξανά δεν κήρυξε όπως πριν βαπτίσει τον Ιησού. Αισθανόταν κατά κάποιο τρόπο ότι η ευθύνη της επερχόμενης βασιλείας δεν βρισκόταν πια στους δικούς του ώμους. Αισθανόταν ότι το έργο του είχε σχεδόν τελειώσει¨ αισθανόταν απελπισία και μοναξιά. Αλλά κήρυσσε, βάπτιζε, και ταξίδευε προς τα νότια
135:10.2 Κοντά στο χωριό του Αδάμ, ο Ιωάννης έμεινε αρκετές εβδομάδες, και εδώ ήταν που έκανε την περίφημη επίθεσή του στον Ηρώδη Αντύπα για το ότι είχε πάρει παράνομα την γυναίκα κάποιου άλλου άνδρα[52]. Τον Ιούνιο εκείνου του έτους (26 μ.Χ) ο Ιωάννης είχε γυρίσει πίσω στο πέρασμα του Ιορδάνη στην Βηθανία , όπου είχε αρχίσει το κήρυγμα για την βασιλεία των ουρανών πριν από ένα περίπου χρόνο. Τις εβδομάδες που ακολούθησαν την βάπτιση του Ιησού, ο χαρακτήρας του κηρύγματος του Ιωάννη άλλαζε σταδιακά σε μια διακήρυξη ελέους για τους κοινούς ανθρώπους, ενώ αποκήρυσσε με ανανεωμένη ορμή τους διεφθαρμένους πολιτικούς και τους θρησκευτικούς ηγέτες.
135:10.3 Ο Ηρώδης Αντύπας, στου οποίου την περιοχή κήρυσσε ο Ιωάννης, άρχισε να ανησυχεί μήπως αυτός και οι μαθητές του ξεκινήσουν κάποια εξέγερση. Ο Ηρώδης επίσης απεχθανόταν την δημόσια κριτική του Ιωάννη για τις οικογενειακές του υποθέσεις. Μπροστά σε όλα αυτά, ο Ηρώδης αποφάσισε να φυλακίσει τον Ιωάννη. Έτσι, πολύ νωρίς το πρωί της 12 Ιουνίου, πριν φτάσει το πλήθος να ακούσει το κήρυγμα και να βαπτιστεί, οι απεσταλμένοι του Ηρώδη συνέλαβαν τον Ιωάννη[53]. Καθώς περνούσαν οι εβδομάδες και δεν απελευθερωνόταν, οι μαθητές του διασκορπίστηκαν σε όλη την Παλαιστίνη, πολλοί από αυτούς πήγαν προς την Γαλιλαία για να ενωθούν με τους οπαδούς του Ιησού.
135:11.1 Ο Ιωάννης αισθανόταν μοναξιά και πίκρα στην φυλακή. Σε λίγους από τους οπαδούς του επιτρεπόταν να τον επισκεφτούν. Ποθούσε να δει τον Ιησού μα έπρεπε να μείνει ικανοποιημένος με αυτά που μάθαινε για τα έργα του από τους οπαδούς του που είχαν πιστέψει στον Υιό του Ανθρώπου. Συχνά έμπαινε στον πειρασμό να αμφιβάλει για τον Ιησού και την θεία αποστολή του. Αν ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας, γιατί δεν έκανε κάτι για να τον απελευθερώσει α0πό αυτή την ανυπόφορη αιχμαλωσία; Για περισσότερο από ενάμιση χρόνο αυτός ο βασανισμένος άνθρωπος έλιωνε σε αυτή την απαίσια φυλακή. Και αυτή η εμπειρία ήταν μεγάλη δοκιμασία για την πίστη του, και την αφοσίωσή του στον Ιησού. Στην πραγματικότητα, όλη αυτή η εμπειρία ήταν μεγάλη δοκιμασία ακόμα και για την πίστη του Ιωάννη στον Θεό. Πολλές φορές μπήκε στον πειρασμό να αμφιβάλει ακόμα και για την γνησιότητα της δικής του αποστολής και εμπειρίας.
135:11.2 Αφού ήταν στην φυλακή για αρκετούς μήνες, μια ομάδα μαθητών του ήρθε σε αυτόν και, αφού του ανάφεραν τις δημόσιες δραστηριότητες του Ιησού, του είπαν: «Βλέπεις λοιπόν Δάσκαλε ,ότι αυτός που ήταν μαζί στον άνω Ιορδάνη ευημερεί και δέχεται όλους όσους πηγαίνουν σε αυτόν. Γλεντάει ακόμα και με εταίρες και με αμαρτωλούς. Εσύ του έδειξες ότι είσαι γενναίος μάρτυρας, όμως αυτός δεν κάνει τίποτα για να πετύχει την απελευθέρωσή σου[54].» Αλλά ο Ιωάννης απάντησε στους φίλους του: «Αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να κάνει τίποτα εκτός και αν του το αναθέσει ο Πατέρας του στον ουρανό. Να θυμάστε καλά ότι σας είπα, «Δεν είμαι ο Μεσσίας, αλλά είμαι κάποιος που έχει σταλεί να προετοιμάσει τον δρόμο για αυτόν.» Και αυτό έκανα. Και αυτός που έχει την νύφη είναι ο γαμπρός, αλλά ο φίλος του γαμπρού που στέκεται κοντά χαίρεται πολύ από την φωνή του γαμπρού. Αυτή η χαρά μου, λοιπόν, έχει ικανοποιηθεί. Αυτός πρέπει να αυξάνεται αλλά εγώ πρέπει να μειώνομαι. Εγώ είμαι από αυτή την γη και έχω δηλώσει το μήνυμά μου. Ο Ιησούς από την Ναζαρέτ έχει κατέβει στην γη από τον ουρανό και είναι υπεράνω όλων μας. Ο Υιός του Ανθρώπου έχει έρθει από τον Θεό, και θα σας δηλώσει τους λόγους του Θεού. Γιατί ο Πατέρας από τον ουρανό δεν δίνει με φειδωλά το πνεύμα στον ίδιο του τον Υιό. Ο Πατέρας αγαπά τον Υιό του και σύντομα θα θέσει τα πάντα στα χέρια αυτού του Υιού. Αυτός που πιστεύει στον Υιό έχει αιώνια ζωή. Και αυτά τα λόγια μου είναι αληθινά και αμετάκλητα.»
135:11.3 Αυτοί οι μαθητές του εξεπλάγησαν από τις ανακοινώσεις αυτές του Ιωάννη, τόσο που έφυγαν σιωπηλά, χωρίς να πουν ούτε λέξη. Ο Ιωάννης ήταν επίσης πολύ ταραγμένος, γιατί κατάλαβε ότι μόλις είχε προφέρει μια προφητεία. Ποτέ ξανά δεν αμφέβαλλε πραγματικά για την αποστολή και την θεϊκότητα του Ιησού. Αλλά ήταν πικρή απογοήτευση για τον Ιωάννη το ότι ο Ιησούς δεν του έστειλε ούτε λέξη, το ότι δεν ήρθε να τον δει, και το ότι δεν χρησιμοποίησε καθόλου την μεγάλη του δύναμη για να τον απελευθερώσει από την φυλακή. Αλλά ο Ιησούς γνώριζε για όλα αυτά. Αγαπούσε πολύ τον Ιωάννη, αλλά τώρα που ήταν γνώστης της θεϊκής του φύσης και γνωρίζοντας πλήρως τα σπουδαία πράγματα που περίμεναν τον Ιωάννη όταν έφευγε από αυτόν τον κόσμο και γνωρίζοντας επίσης ότι το έργο του Ιωάννη στην γη είχε τελειώσει, συγκρατιόταν να μην ανακατευτεί στην φυσική εξέλιξη της σταδιοδρομίας του μεγάλου κήρυκα.
135:11.4 Αυτή η μεγάλη αγωνία στην φυλακή ήταν ανθρώπινα ανυπόφορη. Μόλις λίγες μέρες πριν τον θάνατό του ο Ιωάννης έστειλε πάλι αγγελιαφόρους στον Ιησού, ρωτώντας: «Έγινε το έργο μου; Γιατί σαπίζω στην φυλακή; Είσαι στα αλήθεια ο Μεσσίας, ή να ψάξω για άλλον;» Και όταν αυτοί οι δύο απεσταλμένοι έδωσαν αυτό το μήνυμα στον Ιησού, ο Υιός του Ανθρώπου απάντησε: «Πηγαίνετε στον Ιωάννη και πείτε του ότι δεν έχω ξεχάσει αλλά να το ανεχτεί και αυτό για χάρη μου, γιατί πρέπει εμείς να τα κάνουμε όλα όπως πρέπει[55]. Πείτε στον Ιωάννη αυτά που είδατε και ακούσατε—ότι οι φτωχοί έχουν καλά νέα να ακούσουν—και τελικά, πείτε στον αγαπημένο μου προάγγελο της γήινης αποστολής μου ότι θα είναι αιώνια ευλογημένος αν δεν αμφιβάλλει για μένα.» Και αυτά ήταν τα τελευταία λόγια που έλαβε ο Ιωάννης από τον Ιησού. Αυτό το μήνυμα του έδωσε μεγάλο θάρρος και τον βοήθησε πολύ να σταθεροποιήσει την πίστη του και να προετοιμαστεί για το τραγικό τέλος της επίγειας ζωής του που θα ακολουθούσε τόσο σύντομα αυτά τα αξέχαστα γεγονότα.
135:12.1 Καθώς ο Ιωάννης εργαζόταν στην νότια Περέα όταν συνελήφθη, οδηγήθηκε αμέσως στην φυλακή του φρουρίου της Μαχαιρούντας, όπου έμεινε φυλακισμένος μέχρι την εκτέλεσή του. Ο Ηρώδης εκτός από την Γαλιλαία, κυβερνούσε και την Περέα, και εκείνο τον καιρό κατοικούσε και στην Ιουλιάδα και στην Μαχαιρούντα της Περέας. Στην Γαλιλαία η επίσημη κατοικία του είχε μεταφερθεί από την Σέφορη στην νέα πρωτεύουσα στην Τιβεριάδα.
135:12.2 Ο Ηρώδης φοβόταν να απελευθερώσει τον Ιωάννη μήπως και υποκινούσε κάποια εξέγερση[56]. Φοβόταν να τον θανατώσει μήπως ο λαός στην πρωτεύουσα προκαλέσει ταραχές, γιατί χιλιάδες κάτοικοι της Περέας πίστευαν ότι ο Ιωάννης ήταν ένας άγιος άνθρωπος, ένας προφήτης. Έτσι ο Ηρώδης κρατούσε τον Ναζαρίτη κήρυκα στην φυλακή, μην ξέροντας τι άλλο να κάνει με αυτόν. Πολλές φορές κάλεσαν τον Ιωάννη ενώπιον του Ηρώδη, αλλά ποτέ δεν συμφώνησε να αφήσει την επικράτεια του Ηρώδη ή να παρατήσει όλες τις δημόσιες δραστηριότητές του αν απελευθερωνόταν. Και αυτή η νέα ταραχή για τον Ιησού από την Ναζαρέτ, που ολοένα μεγάλωνε, τον έκανε να μην θεωρεί την στιγμή κατάλληλη για να απελευθερώσει τον Ιωάννη. Εκτός από όλα αυτά, ο Ιωάννης ήταν θύμα του δυνατού και πικρού μίσους της Ηρωδιάδος, της παράνομης συζύγου του Ηρώδη.
135:12.3 Πολλές φορές ο Ηρώδης μίλησε με τον Ιωάννη για την βασιλεία των ουρανών, και ενώ εντυπωσιαζόταν με το μήνυμά του, φοβόταν να τον ελευθερώσει από την φυλακή[57].
135:12.4 Εφόσον ακόμα γινόταν πολύ ανοικοδόμηση στην Τιβεριάδα, ο Ηρώδης περνούσε πολύ χρόνο στην κατοικία του στην Περέα, και του άρεσε ιδιαίτερα το φρούριο της Μαχαιρούντας. Θα περνούσαν πολλά χρόνια πριν τελειώσουν όλα τα δημόσια κτίρια και η επίσημη κατοικία του στην Τιβεριάδα.
135:12.5 Ο Ηρώδης έκανε μια μεγάλη γιορτή στο παλάτι της Μαχαιρούντας , για να γιορτάσει τα γενέθλιά του, με τους κύριους αξιωματικούς του και άλλους υψηλά ιστάμενους στα συμβούλια της κυβέρνησης στην Γαλιλαία και στην Περέα[58]. Η Ηρωδιάς, αφού δεν είχε καταφέρει τον Ηρώδη να θανατώσει τον Ιωάννη, τώρα έβαλε σκοπό της να πετύχει την θανάτωση του Ιωάννη, με δόλια σχέδια.
135:12.6 Στην πορεία των εορταστικών εκδηλώσεων και του γλεντιού, η Ηρωδιάδα παρουσίασε την κόρη της για να χορέψει μπροστά στους συνδετημόνες. Ο Ηρώδης ευχαριστήθηκε πολύ από τον χορό της κοπέλας και, καλώντας την μπροστά του, είπε: «Είσαι χαριτωμένη. Είμαι πολύ ευχαριστημένος μαζί σου. Σε αυτά τα γενέθλιά μου ζήτησέ μου ότι επιθυμείς, και θα σου το δώσω, ακόμα και το μισό βασίλειό μου.» Ο Ηρώδης τα έκανε όλα αυτά κάτω από την ισχυρή επίδραση του ποτού. Η νεαρή γυναίκα πήγε παράμερα και ρώτησε την μητέρα της τι να ζητήσει από τον Ηρώδη. Και η Ηρωδιάς είπε:, «Πήγαινε στον Ηρώδη και ζήτησέ του το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή.» Και η νέα γυναίκα, αφού γύρισε στο τραπέζι του συμποσίου, είπε στον Ηρώδη, «Ζητώ να μου φέρεις το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή σε ένα δίσκο.»
135:12.7 Ο Ηρώδης γέμισε λύπη και φόβο, αλλά αφού είχε ορκιστεί μπροστά σε όλους που έτρωγαν μαζί του, δεν μπορούσε να αρνηθεί το αίτημά της. Και ο Ηρώδης Αντύπας έστειλε έναν στρατιώτη, διατάσσοντάς τον να φέρει το κεφάλι του Ιωάννη. Έτσι, εκείνο το βράδυ αποκεφαλίστηκε ο Ιωάννης στην φυλακή, και ο στρατιώτης έφερε το κεφάλι του προφήτη σε ένα δίσκο και το παρουσίασε στην νεαρή γυναίκα στο πίσω μέρος της αίθουσας συμποσίων. Και η κοπέλα έδωσε το δίσκο στην μητέρα της. Όταν οι μαθητές του Ιωάννη το έμαθαν, ήρθαν στην φυλακή για το σώμα του Ιωάννη, και αφού το τοποθέτησαν σε ένα τάφο, πήγαν και το είπαν στον Ιησού.
Εγγραφο 134. ΤΑ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ |
Δείκτης
Πολλαπλή έκδοση |
Εγγραφο 136. Η ΒΑΠΤΙΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΜΕΡΕΣ |