© 2018 Ίδρυμα Ουράντια
138:0.1 Μετά την ομιλία για «Το Βασίλειο», ο Ιησούς κάλεσε τους έξι αποστόλους εκείνο το απόγευμα και άρχισε να τους αποκαλύπτει τα σχέδιά του για την επίσκεψη στις γύρω πόλεις από την Θάλασσα της Γαλιλαίας. Οι αδερφοί του ο Ιάκωβος και ο Ιούδας πληγώθηκαν πολύ που δεν προσκαλέστηκαν σε αυτό το συμβούλιο. Μέχρι εκείνη την στιγμή θεωρούσαν ότι ανήκαν στον εσωτερικό κύκλο των συνεργατών του Ιησού. Αλλά ο Ιησούς σχεδίαζε να μην έχε κοντινούς του συγγενείς για μέλη αυτού του σώματος αποστολικών διευθυντών του βασιλείου. Αυτή η παράληψή του στο να συμπεριλάβει τον Ιάκωβο και τον Ιούδα ανάμεσα στους εκλεκτούς, καθώς και η φαινομενική του απομάκρυνση από την μητέρα του μετά από εκείνη την εμπειρία στην Κανά, ήταν η έναρξη ενός ολοένα και πιο μεγάλου χάσματος ανάμεσα στον Ιησού και στην οικογένειά του. Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε σε όλη τη λαϊκή του προσφορά—σχεδόν τον απόρριπταν—και αυτές οι διαφορές δεν εξαλείφθηκαν εντελώς έως μετά τον θάνατο και την ανάστασή του. Η μητέρα του διαρκώς κυμαινόταν ανάμεσα σε συναισθήματα πίστης και ελπίδας, αλλά και απογοήτευσης, ταπείνωσης, και απελπισίας. Μόνο η Ρουθ, η πιο μικρή, έμεινε σταθερά πιστή στον αδερφό-πατέρα της.
138:0.2 Μέχρι και μετά την ανάστασή του, όλη η οικογένεια του Ιησού δεν είχε και πολύ σχέση με την προσφορά του. Αν ένας προφήτης δεν τιμάται από ίδια του την χώρα, δεν τον εκτιμά και η οκογένειά του[1].
138:1.1 Την τελευταία μέρα, την Κυριακή, 23 Ιουνίου, το 26 μ.Χ., ο Ιησούς έδωσε τις τελευταίες του οδηγίες στους έξι. Τους κατεύθυνε να προχωρήσουν, δύο, δύο, και να διδάσκουν τα χαρμόσυνα νέα της βασιλείας. Τους απαγόρεψε να βαπτίζουν και τους συμβούλεψε να μην κάνουν δημόσιο κήρυγμα. Στη συνέχεια τους εξήγησε ότι θα τους άφηνε να κηρύσσουν δημόσια, αλλά ότι για ένα διάστημα, και για πολλούς λόγους, επιθυμούσε αυτοί να αποκτήσουν εμπειρία προσωπικής επαφής με τους συνανθρώπους τους. Αν και αυτή του η ανακοίνωση έφερε κάποια απογοήτευση στους αποστόλους, όμως κατάλαβαν, τουλάχιστον κατά ένα μέρος, τον λόγο του Ιησού να αρχίσει έτσι την διακήρυξη του βασιλείου, και ξεκίνησαν με καλή διάθεση, αυτοπεποίθηση και ενθουσιασμό. Τους έστειλε ανά δύο, τον Ι΄’ακωβο και τον Ιωάννη να πάνε στην Χερισά, τον Ανδρέα και τον Πέτρο στην Καπερναούμ, ενώ ο Φίλιππος και ο Ναθαναήλ θα πήγαιναν στην Ταριχαία.
138:1.2 Πριν αρχίσουν αυτές τις δύο εβδομάδες υπηρεσίας, ο Ιησούς τους ανάγγειλε ότι επιθυμούσε να έχει δώδεκα αποστόλους να συνεχίσουν το έργο του μετά την δική του αποχώρηση και ανάθεσε στον καθένα τους να επιλέξει από έναν άνθρωπο ανάμεσα από τους πρώτους προσήλυτούς του για να γίνει μέλος στο σώμα των αποστόλων. Ο Ιωάννης τότε είπε: «Μα Κύριε, αυτοί οι έξι άνδρες θα έρθουν ανάμεσά μας και θα μοιραστούν όλα τα πράγματα ίσα με εμάς που είμαστε μαζί σου από τον Ιορδάνη και έχουμε ακούσει όλες τις διδασκαλίες σου και έχουμε προετοιμαστεί γι αυτό, το πρώτο μας έργο για το βασίλειο;» Και ο Ιησούς απάντησε: «Ναι, Ιωάννη, οι άνδρες που θα επιλέξετε θα γίνουν ένα με μας, και θα τους διδάξετε όλα όσα περιλαμβάνονται στην βασιλεία των ουρανών, όπως ακριβώς σας έχω διδάξει εγώ.» Αφού ο Ιησούς είπε αυτά τα λόγια, τους άφησε.
138:1.3 Οι έξι δεν έφυγαν παρά μόνο όταν είχαν ανταλλάξει πολλά λόγια σχετικά με την συζήτηση του Ιησού και τις οδηγίες που τους είχε δώσει , ότι ο καθένας τους θα πρέπει να διαλέξει άλλον ένα απόστολο. Τελικά επικράτησε η γνώμη του Ανδρέα, και επήγαν στις εργασίες τους. Η ουσία αυτών που είπε ο Ανδρέας ήταν: «Ο Κύριος έχει δίκιο¨ είμαστε πολύ λίγοι για να διεκπεραιώσουμε αυτό το έργο. Υπάρχει ανάγκη και για άλλους διδασκάλους, και ο Κύριος μας τίμησε με την εμπιστοσύνη του που μας ανέθεσε να επιλέξουμε εμείς τους άλλους έξι αποστόλους.» Εκείνο το πρωί, όταν έφυγαν για το νέο τους έργο, υπήρχε και μια καλυμμένη λύπη στην καρδιά του καθενός τους. Ήξεραν ότι θα τους έλειπε ο Ιησούς, και εκτός από τον φόβο τους και την διστακτικότητά τους, δεν ήταν αυτός ο τρόπος που είχαν ονειρευτεί ότι θα εγκαινιαζόταν η βασιλεία των ουρανών.
138:1.4 Είχε κανονιστεί οι έξι τους να δουλέψουν για δύο εβδομάδες, μετά από τις οποίες θα επέστρεφαν στο σπίτι του Ζεβεδαίου για ένα συμβούλιο. Εν τω μεταξύ ο Ιησούς πήγε στην Ναζαρέτ να μιλήσει με τον Ιωσήφ και τον Σίμωνα και τα άλλα μέλη της οικογένειάς του που ζούσαν εκεί κοντά. Ο Ιησούς έκανε ότι ανθρώπινο δυνατόν, όντας συνεπής στο θέλημα του Πατέρα, να ανακτήσει την εμπιστοσύνη και την στοργή της οικογένειάς του. Σε αυτό το θέμα έκανε το καθήκον του με το παραπάνω.
138:1.5 Ενώ οι απόστολοι έλειπαν για τις αποστολές τους, ο Ιησούς σκεφτόταν πολύ τον Ιωάννη, που τώρα βρισκόταν στην φυλακή. Ήταν μεγάλος πειρασμός να χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις του για να τον απελευθερώσει, αλλά για άλλη μια φορά υποτάχτηκε στο να «υπηρετεί το θέλημα του Πατέρα.»
138:2.1 Η πρώτη ιεραποστολική περιοδεία των έξι στέφτηκε με απόλυτη επιτυχία. Όλοι τους ανακάλυψαν την μεγάλη αξία της άμεσης και προσωπικής επαφής με τους ανθρώπους. Γύρισαν στον Ιησού έχοντας συνειδητοποιήσει καλύτερα ότι, εξάλλου, η θρησκεία είναι απόλυτα και ολοκληρωτικά θέμα προσωπικής εμπειρίας. Άρχισαν να διαισθάνονται πόσο λαχταρούσε ο απλός λαός να ακούσει λόγια θρησκευτικής ενθάρρυνσης και πνευματικής καλής διάθεσης. Όταν μαζεύτηκαν γύρω από τον Ιησού, όλοι ήθελαν να μιλήσουν συγχρόνως, αλλά ο Ανδρέας πήρε την ευθύνη και τον λόγο, και καθώς τους καλούσε έναν – έναν, έκαναν τις επίσημες αναφορές τους στον Κύριο και παρουσίασαν τις υποψηφιότητές τους για τους έξι νέους αποστόλους.
138:2.2 Ο Ιησούς, αφού ο καθένας τους είχε παρουσιάσει την επιλογή για τους νέους αποστόλους, ζήτησε από όλους τους άλλους να ψηφίσουν τις υποψηφιότητες¨ έτσι όλοι οι έξι νέοι απόστολοι έγιναν δεκτοί και τυπικά από όλους τους παλαιότερους έξι. Τότε ο Ιησούς ανακοίνωσε ότι όλοι τους θα επισκεπτόντουσαν αυτούς τους υποψηφίους για να τους δώσουν το κάλεσμα για υπηρεσία.
138:2.3 Οι νέο-επιλεγμένοι απόστολοι ήταν:[2]
138:2.4 1. Ο Ματθαίος Λεβί, ο τελώνης από την Καπερναούμ, που είχε το γραφείο του στα ανατολικά της πόλης, κοντά στα σύνορα με την Βατανία. Επιλέχτηκε από τον Ανδρέα.
138:2.5 2. Ο Θωμάς ο Δίδυμος, ένας ψαράς από την Ταριχαία και κάποτε ξυλουργός και λιθοξόος από τα Γάδαρα. Επιλέχτηκε από τον Φίλιππο.
138:2.6 3. Ο Ιάκωβος ο Αλφαίος, ένας ψαράς και αγρότης από την Χερισά, επιλέχτηκε από τον Ιάκωβο του Ζεβεδαίου.
138:2.7 4. Ο Ιούδας Αλφαίος, ο δίδυμος αδερφός του Ιάκωβου του Αλφαίου, επίσης ψαράς, επιλέχτηκε από τον Ιωάννη του Ζεβεδαίου.
138:2.8 5. Ο Σίμωνας ο Ζηλωτής, ήταν ένας αξιωματούχος της πατριωτικής οργάνωσης των Ζηλωτών, μια θέση που άφησε για να πάει με τους αποστόλους του Ιησού. Πριν ενταχθεί στους Ζηλωτές ήταν έμπορος. Επιλέχτηκε από τον Ιωάννη.
138:2.9 6. Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ήταν ένας μοναχογιός πλούσιων Ιουδαίων γονέων που ζούσαν στην Ιεριχώ. Είχε αφοσιωθεί στον Ιωάννη τον Βαπτιστή, και οι Σαδδουκαίοι γονείς του τον είχαν αποκηρύξει. Έψαχνε για δουλειά σε εκείνη την περιοχή όταν τον βρήκαν οι απόστολοι του Ιησού, και κυρίως εξαιτίας της εμειρίας που είχε στα οικονομικά, ο Ναθαναήλ τον προσκάλεσε να μπει στις τάξεις τους. Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης ήταν ο μόνος Ιουδαίος ανάμεσα στους δώδεκα αποστόλους.
138:2.10 Ο Ιησούς πέρασε μια ολόκληρη μέρα με τους έξι, απαντώντας στις ερωτήσεις τους και ακούγοντας τις λεπτομέρειες των αναφορών τους, γιατί είχαν πολλές ενδιαφέρουσες και ωφέλιμες εμπειρίες να συγκρίνουν. Τώρα καταλάβαιναν την σοφία του σχεδίου του Κυρίου να τους στείλει να εργαστούν με ήσυχο και προσωπικό τρόπο πριν αρχίσουν τις πιο επιτηδευμένες δημόσιες προσπάθειες.
138:3.1 Την επόμενη μέρα ο Ιησούς και οι έξι πήγαν να δώσουν το κάλεσμα στον Ματθαίο τον τελώνη[3]. Ο Ματθαίος τους περίμενε, είχε κάνει τους ισολογισμούς των βιβλίων του και είχε ετοιμαστεί να παραδώσει τις υποθέσεις του γραφείου του στον αδερφό του. Όταν πλησίασαν στο σπίτι του, ο Ανδρέας προχώρησε μπροστά με τον Ιησού, ο οποίος, κοιτώντας τον στο πρόσωπο, είπε:, «Ακολούθησέ με.» Και αυτός σηκώθηκε και μπήκε μέσα στο σπίτι του με τον Ιησού και τους αποστόλους.
138:3.2 Ο Ματθαίος είπε στον Ιησού για το συμπόσιο που είχε οργανώσει εκείνο το βράδυ, τουλάχιστον αυτό που επιθυμούσε να δώσει ένα τέτοιο γεύμα για την οικογένειά του και τους φίλους του αν ο Ιησούς το ενέκρινε και συμφωνούσε να είναι καλεσμένος τιμής. Και ο Ιησούς συμφώνησε. Ο Πέτρος πήρε τον Ματθαίο παράμερα και του εξήγησε ότι είχε καλέσει και κάποιον Σίμωνα να μπει και αυτός στο σώμα των αποστόλων και εξασφάλισε την συγκατάθεσή του να είναι και ο Σίμωνας καλεσμένος στην γιορτή.
138:3.3 Μετά από ένα μεσημεριανό γεύμα στο σπίτι του Ματθαίου πήγαν όλοι με τον Πέτρο να καλέσουν τον Σίμωνα τον Ζηλωτή, τον οποίον βρήκαν στην παλιά του επιχείρηση, που τώρα είχε αναλάβει ο ανιψιός του. Όταν ο Πέτρος πήγε τον Ιησού στον Σίμωνα, ο Κύριος χαιρέτησε τον θερμό πατριώτη και είπε μόνο, «Ακολούθησέ με.»
138:3.4 Όλοι τους γύρισαν στο σπίτι του Ματθαίου, όπου μίλησαν πολύ για θρησκεία και πολιτική μέχρι την ώρα του βραδινού γεύματος[4]. Η οικογένεια Λεβί ασχολιόταν πολύ καιρό με επιχειρήσεις και συγκέντρωση φόρων¨ έτσι πολλοί από τους καλεσμένους στο συμπόσιο του Ματθαίου ήταν και αυτοί που οι Φαρισαίοι επονόμαζαν «εταίρες και αμαρτωλούς»[5].
138:3.5 Εκείνες τις μέρες, όταν γινόταν ένα τέτοιου είδους συμπόσιο για ένα τιμώμενο σημαντικό πρόσωπο, ήταν συνήθεια να παρευρίσκονται στο δωμάτιο και όλοι οι άλλοι ενδαφερομενοι, και να παρατηρούν τους καλεσμένους στο τραπέζι και να ακούν τις συζητήσεις και τις ομιλίες των τιμώμενων καλεσμένων. Έτσι και τότε, οι πιο πολλοί από τους Φαρισαίους της Καπερναούμ ήταν παρόντες σε αυτό το συμβάν για να παρατηρήσουν την συμπεριφορά του Ιησού σε αυτή την ασυνήθιστη κοινωνική σύναξη.
138:3.6 Όσο προχωρούσε το γεύμα, η ευθυμία των συνδαιτημόνων έφτανε σε ύψη ιλαρότητας, και όλοι περνούσαν τόσο ωραία που οι παρατηρητές Φαρισαίοι άρχισαν, μέσα στις καρδιές τους, να κριτικάρουν τον Ιησού για την συμμετοχή του σε μια τέτοια ανάλαφρη και ανέμελη υπόθεση. Αργότερα το βράδυ, όταν έβγαζαν λόγους, ένας από τους πιο κακοπροαίρετους Φαρισαίους έφτασε στο σημείο να κριτικάρει την συμπεριφορά του Ιησού στον Πέτρο, λέγοντας: «Πως τολμάτε να διδάσκετε ότι αυτός ο άνθρωπος είναι δίκαιος όταν τρώγει μαζί με εταίρες και αμαρτωλούς και δανείζει έτσι την παρουσία του σε τέτοιες σκηνές ανέμελου γλεντιού.» Ο Πέτρος ψιθ΄’υρισε αυτή την κριτική στον Ιησού πριν αυτός δώσει την αποχαιρετιστήρια ευλογία του στους συνεστιάζοντες. Όταν ο Ιησούς άρχισε να μιλά, είπε: «Ερχόμενος εδώ σήμερα για να καλωσορίσω τον Ματθαίο και τον Σίμωνα στην συντροφιά μας, χάρηκα που ε΄’ιδα το ανάλαφρο πνεύμα σας και το μεγάλο κέφι σας, αλλά θα έπρεπε να χαίρεστε ακόμα περισσότερο επειδή πολλοί από σας θα εισέλθετε στην επερχόμενη βασιλεία του πνεύματος, όπου θα απολαύσετε απλόχερα τα καλά της βασιλείας των ουρανών. Και σε σας που με κριτικάρετε στις καρδιές σας επειδή έχω έρθει εδώ να γλεντήσω με τους φίλους μου, αφήστε με να σας πω ότι έχω έρθει να αναγγείλω την χαρά στους κοινωνικά καταπιεσμένους και την πνευματική ελευθερία στους ηθικά αιχμαλώτους. Χρειάζεται να σας υπενθυμίσω ότι αυτοί που είναι ολοκληρωμένοι δεν χρειάζονται θεραπευτή, αλλά εκείνοι που ασθενούν; Δεν έχω έρθει για να καλέσω μόνο τους δίκαιους, αλλά και τους αμαρτωλούς[6].»
138:3.7 Και πραγματικά αυτό ήταν παράξενο θέαμα για τους Ιουδαίους¨ να βλέπουν έναν άνθρωπο με ορθό χαρακτήρα και ευγενικά αισθήματα να αναμιγνύεται ελεύθερα και πρόσχαρα με τους κοινούς ανθρώπους, ακόμα και με ένα πλήθος άθρησκων και ηδονιστών εταίρων και άλλων γνωστών αμαρτωλών. Ο Σίμωνας ο Ζηλωτής επιθυμούσε να βγάλει ένα λόγο σε αυτή την μάζωξη στο σπίτι του Ματθαίου, αλλά ο Ανδρέας, γνωρίζοντας ότι ο Ιησούς δεν ήθελε η επερχόμενη βασιλεία να συγχυστεί με το κίνημα των Ζηλωτών, τον απότρεψε από το να βγάλει δημόσιο λόγο.
138:3.8 Ο Ιησούς και οι απόστολοι έμειναν εκείνη την νύχτα στο σπίτι του Ματθαίου, και καθώς οι άνθρωποι πήγαιναν στα σπίτια τους, δεν μιλούσαν παρά για ένα πράγμα: την καλοσύνη και την φιλικότητα του Ιησού.
138:4.1 Το πρωί και οι εννιά πήγαν με βάρκα στην Χερισά για να παραδώσουν το φυσικό κάλεσμα στους επόμενους δύο αποστόλους, τον Ιάκωβο και τον Ιούδα τους δίδυμους γιους του Αλφαίου, τους υποψηφίους του Ιάκωβου και του Ιωάννη του Ζεβεδαίου. Οι δίδυμοι ψαράδες περίμεναν τον Ιησού και τους αποστόλους του στην ακτή. Ο Ιάκωβος του Ζεβεδαίου παρουσίασε τον Κύριο στους ψαράδες της Χερισά, και ο Ιησούς κοιτάζοντάς τους, τους έγνεψε και είπε, «Ακολουθείστε με.»
138:4.2 Εκείνο το απόγευμα, που πέρασαν μαζί, ο Ιησούς τους έδωσε πλήρεις οδηγίες για την παρουσία τους σε εορταστικές μαζώξεις, και κατέληξε λέγοντας: «Όλοι οι άνθρωποι είναι αδερφοί μου. Ο Πατέρας μου στον ουρανό δεν απεχθάνεται κανένα δημιούργημά του. Η βασιλεία των ουρανών είναι ανοιχτή για όλους τους άνδρες και γυναίκες. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να κλείσει την πόρτα του ελέους σε οποιαδήποτε πεινασμένη ψυχή που μπορεί να αναζητήσει να μπει στο βασίλειο των ουρανών. Θα καθίσουμε στο τραπέζι με όλους όσους επιθυμούν να ακούσουν για το βασίλειο των ουρανών. Ο Πατέρας μας στον ουρανό βλέπει όλους τους ανθρώπους σαν ίδιους. Μην αρνηθείτε να μοιραστείτε το ψωμί με Φαρισαίους, αμαρτωλούς, Σαδδουκαίους ή εταίρες, Ρωμαίους ή Εβραίους, πλούσιους ή φτωχούς, ελεύθερους ή σκλαβωμένους. Η πόρτα του βασιλείου είναι ορθάνοιχτη για όλους όσους επιθυμούν να γνωρίσουν την αλήθεια και να βρουν τον Θεό[7].»
138:4.3 Εκείνη την νύχτα σε ένα απλό γεύμα στο σπίτι του Αλφαίου, οι δίδυμοι αδερφοί έγιναν δεκτοί στην αποστολική οικογένεια. Αργότερα το βράδυ ο Ιησούς έκανε στους αποστόλους του το πρώτο μάθημα για την προέλευση, την φύση, και τον προορισμό των ακάθαρτων πνευμάτων, αλλά δεν μπορούσαν να καταλάβουν την σημασία αυτών που τους είπε. Εύρισκαν πολύ εύκολο να αγαπούν και να θαυμάζουν τον Ιησού αλλά δυσκολευόντουσαν πολύ να καταλάβουν πολλές από τις διδασκαλίες του.
138:4.4 Μετά από μια νύχτα ανάπαυση όλη η συντροφιά, που τώρα απαριθμούσε έντεκα, πήγαν με βάρκα στην Ταριχαία.
138:5.1 Ο Θωμάς ο ψαράς και ο Ιούδας ο ταξιδευτής συνάντησαν τον Ιησού και τους αποστόλους στην αλιευτική προκυμαία της Ταριχαίας, και ο Θωμάς οδήγησε την συντροφιά στο σπίτι του που βρισκόταν εκεί κοντά. Τώρα ο Φίλιππος παρουσίασε τον Θωμά σαν υποψήφιό του για την αποστολική ομάδα και ο Ναθαναήλ παρουσίασε τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, τον Ιουδαίο, για παρόμοια τιμή. Ο Ιησούς κοίταξε τον Θωμά και είπε: «Θωμά, σου λείπει η πίστη¨ όμως, θα σε δεχτώ. Ακολούθησέ με.» Στον Ιούδα τον Ισκαριώτη είπε ο Κύριος: «Ιούδα, είμαστε όλοι μία σάρκα, και αφού θα σε δεχτούμε ανάμεσά μας, προσεύχομαι να είσαι πάντα πιστός στους αδερφούς σου από την Γαλιλαία. Ακολούθησέ με.»
138:5.2 Όταν ξεκουράστηκαν και φρεσκαρίστηκαν, ο Ιησούς πήρε τους δώδεκα για κάποιο διάστημα για να προσευχηθούν μαζί του και να τους δώσει οδηγίες για την φύση και το έργο του Αγίου Πνεύματος, αλλά πάλι δεν μπόρεσαν να κατανοήσουν κατά το μεγαλύτερο μέρος την σημασία των υπέροχων αληθειών που προσπαθούσε να τους διδάξει. Ο ένας θα καταλάβαινε το ένα σημείο και ο άλλος θα καταλάβαινε το άλλο, αλλά κανένας τους δεν μπορούσε να αντιληφθεί ολόκληρη την διδασκαλία του. Πάντα θα έκαναν το λάθος να προσπαθούν να προσαρμόσουν το νέο ευαγγέλιο στις παλιές φόρμες θρησκευτικής πίστης. Δεν μπορούσαν να συνειδητοποιήσουν ότι ο Ιησούς είχε έρθει να διακηρύξει ένα νέο ευαγγέλιο σωτηρίας και να εγκαταστήσει ένα νέο δρόμο να βρίσκουμε τον Θεό¨ δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι αυτός ήταν μια νέα αποκάλυψη του Πατέρα στον ουρανό.
138:5.3 Την επόμενη μέρα ο Ιησούς άφησε τους δώδεκα αποστόλους του εντελώς μόνους τους¨ ήθελε να γνωριστούν μεταξύ τους και επιθυμούσε μα μείνουν μόνοι να κουβεντιάσουν αυτά που τους δίδαξε. Ο Κύριος επέστρεψε για το βραδινό γεύμα, και τις ώρες μετά το γεύμα τους μιλούσε για την υπηρεσία των σεραφείμ, και μερικοί από τους αποστόλους κατάλαβαν αυτή την διδασκαλία του. Ξεκουράστηκαν για μια νύχτα και την επόμενη μέρα αναχώρησαν για την Καπερναούμ με βάρκα.
138:5.4 Ο Ζεβεδαίος και η Σαλώμη είχαν φύγει και είχαν πάει να ζήσουν με τον γιο τους τον Δαβίδ έτσι το μεγάλο σπίτι θα έμενε θα έμενε στον Ιησού και στους δώδεκα αποστόλους του. Εδώ ο Ιησούς πέρασε ένα ήσυχο Σάββατο με τους επίλεκτους αγγελιαφόρους του¨ προσεκτικά τους ανάλυσε την ουσία των σχεδίων του για την διακήρυξη του βασιλείου και τους εξήγησε αναλυτικά πόσο σημαντικό ήταν να αποφεύγουν την σύγκρουση με την αστική εξουσία, λέγοντάς τους: «Αν είναι να επιπλήξουμε τους αστούς άρχοντες, αφήστε το σε μένα. Προσέξτε να μην κατηγορήσετε τον Καίσαρα ή αυτούς που τον υπηρετούν.» Ήταν ακριβώς εκείνο το βράδυ που ο Ιούδας ο Ισκαριώτης πήρε τον Ιησού παράμερα για να τον ρωτήσει γιατί δεν είχε γίνει τίποτα για να βγει ο Ιωάννης από την φυλακή. Και ο Ιούδας δεν ικανοποιήθηκε απόλυτα με την στάση του Ιησού.
138:6.1 Η επόμενη εβδομάδα ήταν αφιερωμένη σε ένα πρόγραμμα εντατικής εκπαίδευσης. Κάθε μέρα οι έξι νέοι απόστολοι αφηνόντουσαν στα χέρια των αντίστοιχων υπευθύνων για την υποψηφιότητά τους για μια διεξοδική ανασκόπηση όλων όσων είχαν μάθει και ζήσει στην προετοιμασία για το έργο της βασιλείας των ουρανών. Οι παλαιότεροι απόστολοι προσεκτικά έκαναν ανασκόπηση στις διδασκαλίες του Ιησού μέχρι εκείνη την στιγμή, προς όφελος των νεότερων έξι. Τα βράδια μαζευόντουσαν όλοι στον κήπο του Ιησού να δεχτούν την διδασκαλία του Ιησού.
138:6.2 Ήταν εκείνη την περίοδο που ο Ιησούς καθιέρωσε την αργία στην μέση της εβδομάδας για ξεκούραση και ψυχαγωγία. Και ακολουθούσαν αυτό το σχέδιο ξεκούρασης για μια μέρα κάθε εβδομάδα σε όλο το υπόλοιπο της υλικής του ζωής. Σε γενικό κανόνα, ποτέ δεν ακολουθούσαν τις κανονικές τους δραστηριότητες την Τετάρτη. Σε αυτή την ημέρα αργίας ο Ιησούς συνήθως έφευγε από αυτούς, λέγοντας: «Παιδιά μου, αυτή την ημέρα διασκεδάστε. Ξεκουραστείτε από το κοπιαστικό έργο του βασιλείου και ανανεωθείτε ξαναγυρίζοντας στις προηγούμενες δουλειές σας ή βρίσκοντας νέα είδη ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων.» Αν και ο Ιησούς ,εκείνη την περίοδο την γήινης ζωής του, δεν είχε ανάγκη πραγματικά από αυτή την ημέρα ξεκούρασης, προσαρμόστηκε σε αυτό το σχέδιο επειδή γνώριζε ότι ήταν το καλύτερο για τους ανθρώπινους συνεργάτες του. Ο Ιησούς ήταν ο δάσκαλος—ο Κύριος¨ οι συνεργάτες του ήταν οι μαθητές του.
138:6.3 Ο Ιησούς προσπάθησε να ξεκαθαρίσει στους αποστόλους του ανάμεσα στις διδασκαλίες του και ζωή του ανάμεσά τους και τις διδασκαλίες που μπορεί να ξεφύτρωναν αργότερα για αυτόν. Είπε ο Ιησούς: «Το βασίλειό μου και το ευαγγέλιό του πρέπει να είναι η ουσία του μηνύματός σας. Μην ξεστρατίσετε κηρύσσοντας για μένα και για τις διδασκαλίες μου. Διακηρύξτε το ευαγγέλιο του βασιλείου και απεικονίστε την αποκάλυψή μου για τον Πατέρα στον ουρανό αλλά μην παραπλανηθείτε σε παράδρομους και δημιουργήσετε θρύλους και δημιουργήσετε αιρέσεις που έχουν να κάνουν με πίστεις και διδασκαλίες για τις πίστεις και διδασκαλίες μου[8].» Αλλά πάλι δεν κατάλαβαν γιατί αυτός τα έλεγε έτσι, και κανένας τους δεν τόλμησε να ρωτήσει γιατί τους τα δίδασκε αυτά.
138:6.4 Σε αυτές τις πρώτες διδασκαλίες ο Ιησούς προσπαθούσε να αποφύγει να εμπλακεί σε μακρές συζητήσεις με τους αποστόλους του, όσο το δυνατόν περισσότερο εκτός από τις λανθασμένες τους αντιλήψεις για τον Πατέρα του στον ουρανό. Σε όλα αυτά τα θέματα ποτέ δεν δίστασε να διορθώνει στις λανθασμένες πίστεις. Υπήρχε μόνο ένα κίνητρο στην ζωή του Ιησού στην Ουράντια μετά την βάπτισή του, και αυτό ήταν μια καλύτερη και αληθινότερη αποκάλυψη του Παραδείσιου Πατέρα του¨ ήταν ο πρωτοπόρος του νέου και καλύτερου δρόμου ανακάλυψης του Θεού, ο δρόμος της πίστης και της αγάπης[9]. Πάντα η προτροπή του προς τους αποστόλους ήταν: «Πηγαίνετε να ψάξετε για αμαρτωλούς¨ βρείτε τους καταπιεσμένους και ενθαρρύνετε τους αγωνιούντες.»
138:6.5 Ο Ιησούς κατανοούσε πλήρως την κατάσταση¨ κατείχε απεριόριστη δύναμη, που θα μπορούσε να αξιοποιήσει στην περαιτέρω αποστολή του, αλλά ήταν απόλυτα ικανοποιημένος με μέσα και προσωπικότητες που οι περισσότεροι άνθρωποι θα θεωρούσαν ανεπαρκείς και ασήμαντες. Ήταν απασχολημένος με μια αποστολή πελώριων δραματικών δυνατοτήτων, αλλά επέμεινε να συνεχίσει το έργο του Πατέρα του με το πιο ήσυχο και μη δραματικό τρόπο¨ επιμελώς απέφυγε κάθε επίδειξη δύναμης. Και τώρα σχεδίαζε να εργαστεί ήσυχα, τουλάχιστον για αρκετούς μήνες, μαζί με τους δώδεκα αποστόλους του γύρω από την Θάλασσα της Γαλιλαίας.
138:7.1 Ο Ιησούς είχε προγραμματίσει μια ήσυχη καμπάνια πέντε μηνών προσωπικού έργου. Δεν είπε στους αποστόλους του πόσο θα κρατούσε αυτό¨ εργαζόντουσαν από εβδομάδα σε εβδομάδα. Και νωρίς αυτή την πρώτη μέρα της εβδομάδας, ότι ετοιμαζόταν να αναγγείλει αυτό στους δώδεκα αποστόλους του, ο Σίμωνας Πέτρος, ο Ιάκωβος του Ζεβεδαίου, και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης πήγαν να συζητήσουν ιδιαιτέρως μαζί του. Παίρνοντας τον Ιησού παράμερα, ο Πέτρος πηρε το θάρρος και είπε: «Κύριε, έχουμε έρθει και εκ μέρους των συντρόφων μας να ρωτήσουμε αν η ώρα τώρα είναι κατάλληλη ή όχι να εισέλθουμε στο βασίλειο. Και θα αναγγείλεις το βασίλειο στην Καπερναούμ, ή θα μεταβούμε στην Ιερουσαλήμ; Και πότε θα μάθουμε, ο κάθε ένας μας, τις θέσεις που θα πάρουμε μαζί σου στην ίδρυση του βασιλείου»—και ο Πέτρος θα έκανε και άλλες ερωτήσεις, αλλά ο Ιησούς σήκωσε το χέρι του αποτρεπτικά και τον σταμάτησε. Και καλώντας τους άλλους που στεκόντουσαν κοντά να πάνε εκεί, ο Ιησούς είπε: «Μικρά μου παιδιά, για πόσο ακόμα θα κάνω υπομονή μαζί σας! Δεν σας έχω εξηγήσει ότι το βασίλειό μου δεν είναι σε αυτόν τον κόσμο; Δεν σας έχω πει τόσες φορές ότι δεν έχω έρθει για να καθίσω στον θρόνο του Δαβίδ και τώρα εσείς έρχεστε και ρωτάτε πια θέση θα καταλάβετε στο βασίλειο του Πατέρα; Δεν μπορείτε να καταλάβετε ότι σας έχω καλέσει για πρεσβευτές σε ένα πνευματικό βασίλειο; Δεν καταλαβαίνετε ότι σύντομα, πολύ σύντομα, θα με αντιπροσωπεύσετε στον κόσμο και στην ανακήρυξη του βασιλείου, όπως εγώ τώρα αντιπροσωπεύω τον Πατέρα μου που βρίσκεται στον ουρανό; Πως γίνεται ενώ σας έχω διαλέξει και σας έχω καθοδηγήσει σαν αγγελιαφόρους του βασιλείου, να μην καταλαβαίνετε την φύση και την σημασία του επερχόμενου βασιλείου της θεϊκής υπεροχής στις καρδιές των ανθρώπων; Φίλοι μου, ακούστε με για άλλη μια φορά. Βγάλτε από το νου σας αυτή την ιδέα ότι το βασίλειό μου είναι μια ηγεμονία δύναμης ή ένα βασίλειο δόξας. Πραγματικά, όλη η δύναμη του ουρανού και της γης σύντομα θα παραδοθεί στα χέρια μου, αλλά δεν είναι το θέλημα του Πατρός να χρησιμοποιήσουμε αυτό το θεϊκό χάρισμα, αλλά πρέπει να υποκύψουμε στο θέλημα του Πατέρα και να συνεχίσουμε με ταπεινοφροσύνη και υπακοή να εκτελούμε το θείο θέλημά του.»
138:7.2 Για άλλη μια φορά η σύντροφοί του σοκαρίστηκαν και έμειναν άναυδοι. Ο Ιησούς τους έστειλε ανά δύο να πάνε να προσευχηθούν, και τους ζήτησε να επιστρέψουν κατά το μεσημέρι. Εκείνο το κρίσιμο απόγευμα ο καθένας τους προσπάθησε να βρει τον Θεό, και να δυναμώσει και να δώσει θάρρος στον άλλο, και όλοι γύρισαν στον Ιησού όπως τους είχε προστάξει.
138:7.3 Ο Ιησούς τώρα έκανε μια αναδρομή για τον ερχομό του Ιωάννη, την βάπτιση στον Ιορδάνη, την γαμήλια γιορτή στην Κανά, την πρόσφατη επιλογή των έξι, και την απομάκρυνση από τους αδερφούς του στην σάρκα, και τους προειδοποίησε ότι ο εχθρός του βασιλείου θα προσπαθούσε να τους χωρίσει από αυτόν. Μετά από αυτή την σύντομη αλλά σοβαρή κουβέντα οι απόστολοι όλοι σηκώθηκαν, κάτω από την καθοδήγηση του Πέτρου, για να δηλώσουν την αμείωτη αφοσίωσή τους στον Κύριό τους και να υποσχεθούν την απαρέγκλιτη πίστη τους στο βασίλειο, όπως το εξέφρασε και ο Θωμάς, «Σε αυτό το επερχόμενο βασίλειο, ότι και να είναι, ακόμα και αν δεν το καταλαβαίνω απόλυτα.» Όλοι πραγματικά πίστευαν στον Ιησού, αν και δεν καταλάβαιναν απόλυτα την διδασκαλία του.
138:7.4 Ο Ιησούς τώρα τους ρώτησε πόσα χρήματα είχαν αναμεταξύ τους¨ επίσης ζήτησε να μάθει αν είχαν φροντίσει για τις οικογένειές τους. Όταν αποδείχτηκε ότι ούτε καν είχαν τα επαρκή μέσα για να συντηρηθούν οι ίδιοι για δύο εβδομάδες, είπε: «Δεν είναι το θέλημα του Πατέρα μου να ξεκινήσουμε το έργο μας κατά αυτό τον τρόπο. Θα παραμείνουμε εδώ κοντά στην θάλασσα για δύο εβδομάδες και θα ψαρεύουμε ή θα κάνουμε ότι μπορούν τα χέρια μας¨ και εν τω μεταξύ, κάτω από την καθοδήγηση του Ανδρέα του πρώτου επιλεγμένου αποστόλου, θα οργανωθείτε έτσι ώστε να μπορέσετε να βγάλετε τα απαραίτητα για το μελλοντικό σας έργο, και για την παρούσα σας προσφορά και υπηρεσία αλλά και για όταν σας αναθέσω να κηρύξετε το ευαγγέλιο και να καθοδηγήσετε τους πιστούς.» Όλοι χάρηκαν πολύ από αυτά τα λ΄’ογια του¨ αυτή ήταν η πρώτη ξεκάθαρη και κατηγορηματική νύξη ότι ο Ιησούς είχε προγραμματίσει αργότερα να χρησιμοποιήσουν πιο δυναμικούς και εντυπωσιακούς τρόπους για τις δημόσιες προσπάθειές τους.
138:7.5 Οι απόστολοι πέρασαν την υπόλοιπη μέρα τελειοποιώντας την οργάνωσή τους και ολοκληρώνοντας τις ετοιμασίες για βάρκες και δίχτυα για το αυριανό πρωινό ψάρεμα αφού όλοι τους είχαν αποφασίσει να αφοσιωθούν στην αλιεία¨ οι πιο πολλοί από αυτούς ήταν αλιείς, ακόμα και ο Ιησούς ήταν έμπειρος βαρκάρης και ψαράς. Πολλές από τις βάρκες που χρησιμοποίησαν τα επόμενα χρόνια είχαν κατασκευαστεί από τα χέρια του Ιησού. Και ήταν καλές και ασφαλείς βάρκες.
138:7.6 Ο Ιησούς τους συνέστησε να αφοσιωθούν στην αλιεία για δυο εβδομάδες, προσθέτοντας, «Και έπειτα θα γίνετε αλιείς ανθρώπων[10].» Ψάρευαν σε τρεις ομάδες, και ο Ιησούς πηγαινε σε διαφορετική ομάδα κάθε νύχτα. Και όλοι τους χαιρόντουσαν τόσο πολύ την συντροφιά του Ιησού! Ήταν καλός ψαράς, ευχάριστος σύντροφος, και ένας φίλος που τους ενέπνεε¨ όσο περισσότερο δούλευαν μαζί του, τόσο περισσότερο τον αγαπούσαν. Είπε ο Ματθαίος μια μέρα: «¨Όσο περισσότερο καταλαβαίνεις κάποιους ανθρώπους, τόσο λιγότερο τους θαυμάζεις, αλλά αυτόν τον άνθρωπο, ακόμα και όσο λιγότερο τον καταλαβαίνω, τόσο περισσότερο τον αγαπώ.»
138:7.7 Αυτό το σχέδιο για ψάρεμα για δύο εβδομάδες και να βγουν να κάνουν προσωπικό έργο για λογαριασμό του βασιλείου για άλλες δύο εβδομάδες, το ακολούθησαν για περισσότερο από πέντε μήνες, ακόμα και μέχρι το τέλος εκείνου του έτους το 26 μ.Χ., μέχρι και μετά την παύση εκείνων των διώξεων εναντίον των μαθητών του Ιωάννη μετά την φυλάκισή του.
138:8.1 Αφού διέθεσαν τα ψάρια που ψάρεψαν τις δύο αυτές εβδομάδες στην αγορά, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, εκείνος που είχε επιλεγεί να ενεργεί σαν ταμίας των δώδεκα, μοίρασε τα αποστολικά έσοδα σε έξι ίσα μερίδια, αφού ήδη είχαν δοθεί χρήματα από το ταμείο για την συντήρηση των οικογενειών τους. Και τότε κοντά στα μέσα του Αυγούστου, το έτος 26 μ.Χ., πήγαν δύο- δύο στον τομέα εργασίας που τους όρισε ο Ανδρέας. Τις πρώτες δύο εβδομάδες ο Ιησούς βγήκε με τον Ανδρέα και τον Πέτρο, τις δεύτερες δύο εβδομάδες με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, και ούτω το καθεξής με τα άλλα ζευγάρια με την σειρά που επιλέχτηκαν. Με αυτό τον τρόπο μπόρεσε να βγει τουλάχιστον για μια φορά με κάθε ζευγάρι πριν τους καλέσει όλους μαζί για την αρχή της δημόσιας προσφοράς τους.
138:8.2 Ο Ιησούς τους δίδαξε να κηρύσσουν την άφεση αμαρτιών μέσα από την πίστη στον Θεό χωρίς τιμωρίες ή θυσίες, και ότι ο Πατέρας στον ουρανό αγαπά όλα του τα παιδιά με την ίδια αιώνια αγάπη.. τους συμβούλεψε να μην συζητούν τα ακόλουθα:
138:8.3 1. Το έργο και την φυλάκιση του Ιωάννη του Βαπτιστή.
138:8.4 2. Την φωνή που ακούστηκε στην βάπτισή του. Είπε ο Ιησούς: «Μόνο εκείνοι που άκουσαν την φωνή μπορούσαν να αναφέρονται σε αυτήν. Να μιλάτε μόνο για ότι έχετε ακούσει από μένα¨ μην μιλάτε για διαδόσεις[11].»
138:8.5 3. Την μετατροπή του νερού σε κρασί στην Κανά. Ο Ιησούς πολύ σοβαρά τους ανάθεσε το χρέος, «Μην πείτε σε κανέναν για το νερό και το κρασί[12].»
138:8.6 Πέρασαν πραγματικά υπέροχα όλους αυτούς τους πέντε ή έξι μήνες κατά την διάρκεια των οποίων δούλευαν σαν αλιείς κάθε δυο εβδομάδες, και έτσι κέρδισαν αρκετά χρήματα για να συντηρηθούν στον τον χρόνο που προσέφεραν ιεραποστολικό έργο για την βασιλεία των ουρανών κάθε δύο εβδομάδες.
138:8.7 Οι κοινοί άνθρωποι θαύμαζαν και απορούσαν με την διδασκαλία και την προσφορά του Ιησού και των αποστόλων του. Οι ραββίνοι από πολύ παλιά δίδασκαν τους Ιουδαίους ότι οι αδαείς δεν ήταν δυνατόν να είναι ούτε ευσεβείς ούτε δίκαιοι. Αλλά οι απόστολοι του Ιησού ήταν και ευσεβείς και δίκαιοι¨ και όμως δεν είχαν ιδέα για πολλές από τις διδασκαλίες των ραββίνων και την σοφίας του κόσμου.
138:8.8 Ο Ιησούς ξεκαθάρισε στους αποστόλους του την διαφορά ανάμεσα στην μετάνοια μέσα από τις αποκαλούμενες καλές πράξεις που δίδασκαν οι Εβραίοι και την αλλαγή του νου μέσα από την πίστη—την νέα γέννηση—που ζητούσε αυτός σαν το τίμημα για την είσοδο στην βασιλεία των ουρανών[13][14]. Δίδασκε τους αποστόλους του ότι η πίστη ήταν το μόνο αναγκαίο τίμημα για να εισέλθουν στην βασιλεία του Πατέρα. Ο Ιωάννης τους είχε διδάξει «μετάνοια – για να ξεφύγουν από την επερχόμενη οργή.» Ο Ιησούς δίδαξε, «Η πίστη είναι η ανοιχτή πόρτα για να εισέλθετε στην παρούσα, τέλεια, και αιώνια αγάπη του Θεού[15].» Ο Ιησούς δεν μιλούσε σαν προφήτης, σαν κάποιος που ήρθε να δηλώσει τον λόγο του Θεού. Φαινόταν να μιλά για τον εαυτό του σαν κάποιος που είχε εξουσία. Ο Ιησούς προσπαθούσε να τους αποτρέψει το μυαλό από την αναζήτηση θαυμάτων για να νοιώσουν την πραγματική και προσωπική εμπειρία την ικανοποίησης και της βεβαιότητας του εσωτερικά διαμένοντος Θεϊκού πνεύματος αγάπης και σωτήριας χάρης.
138:8.9 Οι μαθητές από νωρίς έμαθαν ότι ο Κύριος έτρεφε μεγάλο σεβασμό και συμπόνια για κάθε άνθρωπο που συναντούσε, και είχαν εντυπωσιαστεί πάρα πολύ από τον ομοιόμορφο και απαρέγκλιτο σεβασμό που με τόση συνέπεια έδειχνε σε όλων των ειδών τους άνδρες, γυναίκες, και παιδιά. Μπορούσε να σταματήσει στην μέση μιας σοβαρής διάλεξης για να βγει στον δρόμο να πει ενθαρρυντικά λόγια σε μια περαστική γυναίκα φορτωμένη με το φορτίο του κορμιού και την ψυχής. Μπορούσε να διακόψει μια σοβαρή συνδιάσκεψη με τους αποστόλους του για να παίξει με ένα παιδί που έτυχε να μπαίνει εκεί. Τίποτα ποτέ δεν φαινόταν τόσο σημαντικό στον Ιησού όσο ο άνθρωπος που τύχαινε να βρίσκεται κοντά του. Ήταν αφέντης και διδάσκαλος, αλλά ήταν και κάτι περισσότερο—ήταν επίσης και φίλος και γείτονας, ένας σύντροφος όλο κατανόηση.
138:8.10 Παρόλο που η δημόσια διδασκαλία του Ιησού αποτελείτο κυρίως από παραβολές και σύντομες διαλέξεις, πάντα δίδασκε τους αποστόλους του με ερωτήσεις και απαντήσεις. Πάντα θα σταματούσε για να απαντήσει σε ειλικρινείς ερωτήσεις στις μεταγενέστερες δημόσιες διαλέξεις του.
138:8.11 Οι απόστολοι στην αρχή σοκαρίστηκαν, αλλά γρήγορα συνήθισαν, από την στάση του Ιησού προς τις γυναίκες¨ τους ξεκαθάρισε ότι οι γυναίκες θα είχαν ίσα δικαιώματα με τους άνδρες στην βασιλεία των ουρανών.
138:9.1 Αυτή η κάπως μονότονη περίοδος της εναλλαγής του ψαρέματος με το προσωπικό έργο αποδείχτηκε σε εξαντλητική εμπειρία για τους δώδεκα αποστόλους, αλλά άντεξαν και σε αυτή την δοκιμασία. Παρά παράπονά τους, τις αμφιβολίες τους τα, και τις παροδικές απογοητεύσεις τους παρέμειναν συνεπείς στους όρκους αφοσίωσης και πίστης προς τον Κύριό τους . Ήταν η προσωπική τους σχέση με τον Ιησού αυτούς τους τρεις μήνες της δοκιμασίας που τον έκαναν τόσο προσφιλή σε αυτούς ώστε όλοι τους (εκτός από τον Ιούδα τον Ισκαριώτη) του έμειναν πιστοί ακόμα και τις μαύρες ώρες των παθών και της σταύρωσης. Οι πραγματικοί άνδρες δεν μπορούσαν να εγκαταλείψουν έναν σεβαστό διδάσκαλο που είχε ζήσει τόσο κοντά τους και τους ήταν τόσο αφοσιωμένους όσο ο Ιησούς. Εκείνες τις μαύρες ώρες του θανάτου του Κυρίου, στις καρδιές των αποστόλων όλη η λογική, η κρίση, και η σύνεση είχαν παραμεριστεί εκτός από μόνο ένα ασυνήθιστο ανθρώπινο συναίσθημα—το υπέρτατο συναίσθημα της πίστης και της φιλίας. Αυτοί οι πέντε μήνες έργου με τον Ιησού έκαναν αυτούς τους αποστόλους, τον κάθε ένα ξεχωριστά, να τον βλέπει σαν τον καλύτερο φίλο που είχε ποτέ στον κόσμο. Και ήταν αυτό το ανθρώπινο συναίσθημα, και όχι οι υπέρτατες διδασκαλίες του ή τα θαυμαστά του έργα, που τους κράτησαν μαζί μέχρι μετά την ανάσταση και την ανανέωση της διακήρυξης του ευαγγελίου της βασιλείας των ουρανών.
138:9.2 Και αυτοί οι μήνες του ήσυχου έργου δεν ήταν μόνο δοκιμασία για τους αποστόλους, μια δοκιμασία από την οποία επιβίωσαν, αλλά αυτή η περίοδος δημόσιας αδράνειας ήταν μια μεγάλη δοκιμασία για την οικογένεια του Ιησού. Μέχρι την στιγμή που ο Ιησούς ήταν έτοιμος να ξεκινήσει το δημόσιο έργο του, όλη του η οικογένεια (εκτός από την Ρουθ) τον είχε ουσιαστικά εγκαταλείψει . Μόνο λίγες φορές προσπάθησαν να έρθουν σε επαφή μαζί του, και μόνο για να τον πείσουν να γυρίσει σπίτι με αυτούς, γιατί πίστευαν σχεδόν ότι ήταν εκτός εαυτού[16]. Απλά δεν μπορούσαν να κατανοήσουν την φιλοσοφία του ούτε να καταλάβουν την διδασκαλία του¨ όλα αυτά ήταν υπερβολικά για εκείνους που είχαν την ίδια σάρκα και αίμα με αυτόν.
138:9.3 Οι απόστολοι συνέχισαν το προσωπικό τους έργο στην Καπερναούμ, στην Βηθσαϊδά – Ιουλιάδα, στην Χοραζίν, την Γέρασα, τους Ίππους, τα Μάγδαλα, την Κανά, την Βηθλεέμ της Γαλιλαίας,την Γιωταπάτα, την Ραμάχ, την Σαφέντ, την Γκισάλα, και τα Άβηλα. Εκτός από αυτές τις πόλεις εργάστηκαν και σε πολλά χωριά καθώς και στην επαρχία. Μέχρι το τέλος αυτής της περιόδου οι δώδεκα είχαν σκεφτεί αρκετά ικανοποιητικά σχέδια για την φροντίδα των οικογενειών τους. Οι πιο πολλοί από τους αποστόλους ήταν παντρεμένοι, κάποιοι είχαν αρκετά παιδιά, αλλά είχαν φροντίσει έτσι για την στήριξη των οικογενειών τους, ώστε με κάποια μικρή βοήθεια από το αποστολικό ταμείο, θα μπορούσαν τώρα να αφιερώσουν όλη τους την ενέργεια για το έργο του Κυρίου χωρίς να χρειάζεται να ανησυχούν για την οικονομική κατάσταση των οικογενειών τους.
138:10.1 Οι απόστολοι από νωρίς οργανώθηκαν κατά τον ακόλουθο τρόπο:
138:10.2 1. Ο Ανδρέας. Ο πρωτόκλητος απόστολος, ορίστηκε πρόεδρος και γενικός διευθυντής των δώδεκα.
138:10.3 2. Ο Πέτρος, ο Ιάκωβος, και ο Ιωάννης ορίστηκαν προσωπικοί σύντροφοι του Ιησού. Ήταν δουλειά τους να τον προσέχουν μέρα και νύχτα, να φροντίζουν για τις σωματικές και διάφορες ανάγκες του, και να τον συντροφεύουν σε εκείνες τις νύχτες της αγρύπνιας και προσευχής και της μυστηριώδους επικοινωνίας του με τον Πατέρα στον ουρανό.
138:10.4 3. Ο Φίλιππος ορίστηκε οικονόμος της ομάδας. Η δουλειά του ήταν να τους προμηθεύει με τροφή και να φροντίζει ώστε οι επισκέπτες, ακόμα και τα πλήθη των ακροατών κάποιες φορές, να έχουν κάτι να φάνε.
138:10.5 4. Ο Ναθαναήλ φρόντιζε για τις ανάγκες των οικογενειών των δώδεκα. Έπαιρνε τακτικές αναφορές για τις ανάγκες της οικογένειας του κάθε ενός και, όταν υπήρχε ανάγκη έπαιρνε μια εντολή πληρωμής από τον Ιούδα, τον ταμία, και τους έστελνε χρήματα κάθε εβδομάδα.
138:10.6 5. Ο Ματθαίος ήταν ο οικονομικός αντιπρόσωπος του αποστολικού σώματος. Ήταν δουλειά του να φροντίζει για την ισορροπία του προϋπολογισμού, και την συμπλήρωση του ταμείου. Αν δεν υπήρχαν έσοδα για την συντήρησή τους, αν δεν υπήρχαν δωρεές αρκετές για να συντηρηθούν, ο Ματθαίος είχε την δικαιοδοσία να προστάξει τους δώδεκα να γυρίσουν πίσω στα δίχτυα τους για μια περίοδο. Αλλά αυτό ποτέ δεν χρειάστηκε από την στιγμή που ξεκίνησαν το δημόσιο έργο τους¨ πάντα είχε επαρκή έσοδα στα χέρια του ταμία τους για να χρηματοδοτεί τις δραστηριότητές τους.
138:10.7 6. Ο Θωμάς ήταν ο διευθυντής της πορείας τους. Ήταν δουλειά του να κανονίζει τα καταλύματα και γενικά να επιλέγει τα μέρη όπου θα δίδασκαν και θα κήρυσσαν, και τους εξασφάλιζε ένα ομαλό και σβέλτο πρόγραμμα.
138:10.8 7. Ο Ιάκωβος και ο Ιούδας οι δίδυμοι γιοι του Αλφαίου ανέλαβαν την διαχείριση του πλήθους. Ήταν δουλειά τους να εξουσιοδοτούν κάποιους επαρκείς βοηθούς ταξιθέτες να τους βοηθούν να κρατούν την τάξη ανάμεσα στο πλήθος κατά την διάρκεια του κηρύγματος.
138:10.9 8. Ο Σίμωνας ο Ζηλωτής ανέλαβε την ψυχαγωγία και την διασκέδαση. Κανόνιζε τα προγράμματα της Τετάρτης και φρόντιζε να τους βρίσκει λίγες ώρες χαλάρωσης και αλλαγής κάθε μέρα.
138:10.10 9. Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης ορίστηκε ταμίας. Αυτός είχε το ταμείο[17]. Πλήρωνε όλα τα έξοδα και κρατούσε τα βιβλία. Έκανε εκτιμήσεις προϋπολογισμού για τον Ματθαίο από εβδομάδα σε εβδομάδα και έκαμε επίσης εβδομαδιαίες αναφορές στον Ανδρέα. Ο Ιούδας πλήρωνε με την εξουσιοδότηση του Ανδρέα.
138:10.11 Με αυτό τον τρόπο οι δώδεκα λειτουργούσαν από την πρώτη τους οργάνωση μέχρι την στιγμή της αναδιοργάνωσης που χρειάστηκε εξαιτίας της εγκατάλειψης του Ιούδα, του προδότη. Ο Κύριος και οι μαθητές του συνέχισαν με αυτόν τον απλό τρόπο μέχρι την Κυριακή , στις 12 Ιανουαρίου, το 27 μ.Χ, όταν τους κάλεσε όλους και τους όρισε και τυπικά πρέσβεις του βασιλείου και κήρυκες των χαρμόσυνων νέων του. Και σύντομα προετοιμάστηκαν να ξεκινήσουν για την Ιερουσαλήμ και την Ιουδαία για την πρώτη τους δημόσια περιοδεία για να κηρύξουν την βασιλεία των ουρανών.