© 2018 Ίδρυμα Ουράντια
Εγγραφο 151. ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΚΑΙ ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑ |
Δείκτης
Πολλαπλή έκδοση |
Εγγραφο 153. Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ |
152:0.1 Η ιστορία της θεραπείας του Αμώς, του παράφρονα από την Κερίσα, είχε ήδη φτάσει στη Βηθσαϊδά και στην Καπερναούμ, έτσι που ένα μεγάλο πλήθος περίμενε τον Ιησού όταν το πλοίο του προσέγγισε στη στεριά εκείνο το πρωί της Τρίτης. Μέσα στο πλήθος ήταν οι καινούργιοι παρατηρητές από το Σανχεντρίν της Ιερουσαλήμ που είχαν έρθει στην Καπερναούμ για να βρουν αφορμή για την σύλληψη και την καταδίκη του Κυρίου. Καθώς ο Ιησούς μίλαγε με εκείνους που είχαν μαζευτεί για να τον χαιρετίσουν, ένας από τους αρχιερείς της συναγωγής, άνοιξε δρόμο μέσα από το πλήθος και πέφτοντας στα πόδια του, τον έπιασε από το χέρι και ικέτευε να πάει γρήγορα μαζί του, λέγοντας: «Κύριε, η μικρή μου κόρη, το μοναχοπαίδι μου, κείτεται στο σπίτι μου στο χείλος του θανάτου. Παρακαλώ σε να έρθεις και να την θεραπεύσεις». Όταν ο Κύριος άκουσε την παράκληση αυτού του πατέρα, είπε: «Θα έρθω μαζί σου».
152:0.2 Καθώς ο Ιησούς πήγαινε με τον Ιάειρο, το μεγάλο πλήθος που είχε ακούσει την παράκληση του πατέρα, ακολουθούσε για να δει τι θα συνέβαινε. Λίγο πριν φθάσουν στο σπίτι του αρχισυνάγωγου, καθώς περπατούσαν βιαστικά μέσα σ’ ένα μικρό δρομάκι, και καθώς το πλήθος τον έσπρωχνε, ο Ιησούς σταμάτησε ξαφνικά αναφωνώντας, «Κάποιος με άγγιξε». Και όταν εκείνοι που βρίσκονταν κοντά του αρνήθηκαν ότι τον είχαν αγγίξει, ο Πέτρος μίλησε: «Κύριε, βλέπεις ότι το πλήθος αυτό σε συμπιέζει, απειλώντας να μας λιώσει και εσύ λες ‘κάποιος με άγγιξε;’. Τι εννοείς;». Τότε είπε ο Ιησούς: «Ρώτησα ποιος με άγγιξε γιατί διαισθάνθηκα ότι ζωτική ενέργεια έφυγε από μένα». Και όπως , ο Ιησούς τον κοίταζε, τα μάτια του έπεσαν σε μια διπλανή γυναίκα που ερχόμενη προς αυτόν έπεσε στα πόδια του και είπε: «Από χρόνια έχω αρρωστήσει από μια αιμορραγία που με βασανίζει. Έχω υποφέρει πολλά από πολλούς γιατρούς. Έχω ξοδέψει όλη μου την περιουσία, αλλά κανείς δεν μπόρεσε να με γιατρέψει[1]. Γι αυτό και έσπρωχνα με το πλήθος καθώς προχωρούσε μπροστά, για να σταθώ κοντά σου, Κύριε, και να πιάσω την άκρη του ρούχου σου και να γίνω καλά. Ξέρω ότι γιατρεύτηκα από την αρρώστια μου».
152:0.3 Όταν ο Ιησούς το άκουσε αυτό, πήρε τη γυναίκα από το χέρι και σηκώνοντας την, είπε: «Κόρη μου, η πίστη σου σε θεράπευσε. Πήγαινε εν ειρήνη»[2]. Ήταν η πίστη της και όχι το άγγιγμά της που την έκανε καλά. Και αυτή η περίπτωση είναι ένα καλό παράδειγμα από πολλές φαινομενικές θαυματουργικές θεραπείες που συνέβησαν κατά τη σταδιοδρομία του Ιησού πάνω στη γη, αλλά που δεν το θέλησε συνειδητά. Το πέρασμα του χρόνου έδειξε ότι αυτή η γυναίκα θεραπεύτηκε πραγματικά από την αρρώστια της. Η πίστη της ήταν του είδους που είχε κατευθείαν επίδραση πάνω στην δημιουργική δύναμη που κατείχε το πρόσωπο του Κυρίου. Με την πίστη που είχε, ήταν αρκετό να πλησιάσει μόνο τον Κύριο. Δεν ήταν καθόλου απαραίτητο να αγγίξει το ρούχο του. Αυτό, ήταν μέρος της πίστης της σε προκαταλήψεις. Ο Ιησούς προσκάλεσε αυτή τη γυναίκα, τη Βερόνικα από την Καισάρεια του Φιλίππου, να παρουσιαστεί μπροστά του για να διορθώσει δυο λάθη που μπορεί να είχαν παραμείνει στο μυαλό της, ή που μπορεί να είχαν παραμείνει στα μυαλά εκείνων που ήταν μάρτυρες της θεραπείας αυτής: Δεν ήθελε η Βερόνικα να φύγει πιστεύοντας ότι ο φόβος της στην προσπάθειά της να κλέψει τη θεραπεία της είχε επιβραβευθεί, ή ότι η προκατάληψή της που συνδύαζε το άγγιγμα του ρούχου του με τη θεραπεία της ήταν αυτό που έφερε το αποτέλεσμα. Επιθυμούσε να μάθουν όλοι ότι ήταν η καθαρή και ζωντανή πίστη της που είχε επιτύχει τη θεραπεία.
152:1.1 Ο Ιάειρος ήταν, φυσικά, φοβερά ανήσυχος από αυτή την καθυστέρηση του να φτάσουν σπίτι του. Έτσι τώρα προχωρούσαν με βιαστικό βήμα. Πριν ακόμα μπουν στην αυλή του αρχισυνάγωγου, ένας από τους υπηρέτες του βγήκε έξω λέγοντας: «Μην ενοχλείς τον Κύριο, η κόρη σου πέθανε». Αλλά ο Ιησούς φάνηκε να μην προσέχει τα λόγια του υπηρέτη γιατί, παίρνοντας μαζί του τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, γύρισε και είπε στον χτυπημένο από τη δυστυχία πατέρα: «Μη φοβάσαι, μόνο πίστευε». Όταν μπήκε στο σπίτι, βρήκε τους οργανοπαίχτες που έπαιζαν φλάουτο ήδη εκεί μαζί με τους πενθούντες, που έκαναν ανάρμοστη φασαρία. Ήταν ακόμα και οι συγγενείς που έκλαιγαν και θρηνούσαν. Και όταν έβγαλε όλους τους πενθούντες έξω από το δωμάτιο, προχώρησε μέσα με τον πατέρα, τη μητέρα και τους τρεις αποστόλους. Είχε πει στους πενθούντες ότι η νεαρή δεν ήταν νεκρή, αλλά γέλασαν περιφρονητικά. Ο Ιησούς στράφηκε τώρα στη μητέρα, λέγοντας: «Η κόρη σου δεν είναι νεκρή, μόνο κοιμάται»[3]. Και όταν το σπίτι ηρέμησε, ο Ιησούς ανεβαίνοντας εκεί που βρισκόταν το παιδί, της έπιασε το χέρι και είπε: «Κόρη μου, σου λέγω ξύπνα και σήκω επάνω!». Και όταν το κορίτσι άκουσε αυτές τις λέξεις, σηκώθηκε αμέσως και περπάτησε μέσα στο δωμάτιο. Και χωρίς καθυστέρηση, μόλις συνήλθε από τη ζάλη, ο Ιησούς έδωσε εντολή να της δώσουν κάτι να φάει, γιατί ήταν πολύ καιρό χωρίς φαγητό.
152:1.2 Επειδή υπήρχε μεγάλη αναταραχή στην Καπερναούμ εναντίον του Ιησού, φώναξε την οικογένεια όλη και τους εξήγησε ότι η κοπέλα είχε πέσει σε κώμα μετά από ένα μεγάλο πυρετό και ότι την είχε ξυπνήσει μερικώς, ότι δεν την σήκωσε δηλαδή από τους νεκρούς. Το ίδιο εξήγησε και στους αποστόλους του, αλλά ήταν μάταιο. Όλοι πίστεψαν ότι είχε αναστήσει το μικρό κορίτσι από τους νεκρούς. Όσα ο Ιησούς είπε σαν εξήγηση των πολλών αυτών φαινομενικών θαυμάτων λίγο επηρέασε τους οπαδούς του. Ενδιαφερόντουσαν για θαύματα και δεν έχαναν ευκαιρία να αποδώσουν και άλλο ένα θαύμα στον Ιησού[4]. Ο Ιησούς και οι απόστολοι επέστρεψαν στη Βηθσαϊδά αφού πρώτα ρητά τους επιφόρτισε όλους τους να μην το πουν σε κανένα.
152:1.3 Όταν βγήκαν από το σπίτι του Ιάειρου, δυο τυφλοί οδηγούμενοι από ένα μουγκό αγόρι τον ακολούθησαν και φώναζαν για θεραπεία[5]. Εκείνη την εποχή η φήμη του Ιησού σαν θεραπευτή ήταν στα ύψη. Παντού όπου πήγαινε οι άρρωστοι και οι πληγωμένοι τον περίμεναν[6]. Ο Κύριος φαινόταν τώρα πολύ ταλαιπωρημένος και όλοι οι φίλοι του είχαν αρχίσει να ανησυχούν από φόβο μήπως και συνέχιζε το έργο του διδάσκοντας και θεραπεύοντας μέχρι σημείου συντριβής.
152:1.4 Οι απόστολοι του Ιησού, χωρίς να αναφέρουμε τους απλούς ανθρώπους, δεν μπορούσαν να κατανοήσουν τη φύση και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα αυτού του Θεανθρώπου. Ούτε κάποια επόμενη γενιά μπόρεσε να αποτιμήσει τι έλαβε χώρα στη γη όσον αφορά το πρόσωπο του Ιησού από τη Ναζαρέτ. Και δεν θα δοθεί ποτέ ευκαιρία είτε για την επιστήμη είτε για τη θρησκεία να ελέγξουν τέτοια αξιόλογα γεγονότα για τον απλούστατο λόγο ότι τέτοιες ασυνήθιστες καταστάσεις δεν μπορούν να συμβούν ξανά, είτε σ’ αυτόν τον κόσμο είτε σε κάποιον άλλο κόσμο στο Νέβαδον. Ποτέ ξανά, σε κανένα κόσμο σε ολόκληρο το σύμπαν δεν θα εμφανιστεί ένα ον με την εμφάνιση θνητού, και συγχρόνως να ενσωματώνει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα δημιουργικής ενέργειας συνδυασμένα με πνευματικά χαρίσματα τα οποία ξεπερνούν τα όρια του χρόνου και πολλούς άλλους περιορισμούς της ύλης.
152:1.5 Ποτέ πριν δεν υπήρξε ο Ιησούς στη γη, κι’ ούτε μέχρι τότε είχε γίνει δυνατόν τόσο άμεσα και παραστατικά να εξασφαλιστούν τα αποτελέσματα που συνοδεύουν τη δυνατή και ζωντανή πίστη των θνητών ανδρών και γυναικών. Για να επαναληφθούν αυτά τα φαινόμενα, θα πρέπει να βρεθούμε στην άμεση παρουσία του Μιχαήλ, του Δημιουργού, και να τον συναντήσουμε όπως ήταν κατ’ εκείνες τις ημέρες – ο Γιος του Ανθρώπου. Επιπροσθέτως, σήμερα, ενώ η απουσία του εμποδίζει τέτοιες υλικές εκδηλώσεις, θα πρέπει να αποφύγετε να θέσετε κάθε είδους περιορισμό στη δυνατότητα της εκδήλωσης της πνευματικής του δύναμης. Αν και ο Κύριος είναι απών με την υλική μορφή, είναι παρών σαν πνευματική επίδραση στις καρδιές των ανθρώπων. Φεύγοντας από τον κόσμο, ο Ιησούς έδωσε τη δυνατότητα στο πνεύμα του να ζει μαζί με αυτό του Πατέρα του, το οποίο κατοικεί στο νου όλης της ανθρωπότητας.
152:2.1 Ο Ιησούς συνέχισε να διδάσκει τον κόσμο την ημέρα ενώ εκπαίδευε τους αποστόλους και τους ευαγγελιστές τη νύχτα. Την Παρασκευή ανακοίνωσε ότι θα έδινε άδεια μιας εβδομάδος, ώστε όλοι οι οπαδοί του να μπορέσουν να πάνε σπίτι ή στους φίλους τους για λίγες ημέρες πριν ετοιμαστούν να ανηφορίσουν στην Ιερουσαλήμ για το Πάσχα. Αλλά περισσότεροι από τους μισούς μαθητές του αρνήθηκαν να τον αφήσουν, και το πλήθος κάθε μέρα μεγάλωνε σε μέγεθος, τόσο που ο Δαυίδ Ζεβεδαίος ήθελε να εγκαταστήσει ένα νέο καταυλισμό, αλλά ο Ιησούς αρνήθηκε τη συγκατάθεση. Ο Κύριος ξεκουράστηκε τόσο λίγο το Σάββατο που την Κυριακή το πρωί, 27 Μαρτίου, ζήτησε να απομακρυνθεί από το πλήθος. Μερικοί από τους ευαγγελιστές έφυγαν για να μιλήσουν στο πλήθος ενώ ο Ιησούς και οι δώδεκα σχεδίαζαν να δραπετεύσουν, απαρατήρητοι, στην απέναντι όχθη της λίμνης, όπου προτίθεντο να βρούνε περισσότερη ανάπαυση, που τους χρειαζότανε, σ’ ένα όμορφο κήπο στα νότια της Βηθσαϊδά-Ιουλίας. Αυτή η περιοχή ήταν το αγαπημένο μέρος ξεκούρασης των κατοίκων της Καπερναούμ, ήταν όλοι εξοικειωμένοι με αυτούς τους κήπους της ανατολικής ακτής.
152:2.2 Αλλά δεν ήταν και για τον κόσμο έτσι. Είδαν την κατεύθυνση που πήρε το πλοίο του Ιησού και νοικιάζοντας κάθε πρόσφορο πλεούμενο, βγήκαν στο κατόπι του[7]. Εκείνοι που δεν βρήκαν πλοία ξεκίνησαν με τα πόδια για να κάνουν από το πάνω μέρος το γύρω της λίμνης.
152:2.3 Αργά το απόγευμα περισσότερα από χίλια άτομα εντόπισαν τον Κύριο σε έναν από τους κήπους και αυτός τους μίλησε σύντομα, ακολουθούμενος από τον Πέτρο. Πολλά από αυτά τα άτομα είχαν φέρει τρόφιμα μαζί τους, και μετά το βραδινό φαγητό, μαζεύτηκαν γύρω σε μικρές ομάδες ενώ οι απόστολοι του Ιησού και οι μαθητές τούς δίδασκαν.
152:2.4 Τη Δευτέρα το απόγευμα το πλήθος είχε αυξηθεί σε περισσότερους από τρεις χιλιάδες. Και ακόμα – μέσα στη νύχτα ταξίδευαν – το πλήθος συνέχισε να μαζεύεται σαν το κοπάδι, μεταφέροντας αρρώστους κάθε λογής μαζί του. Εκατοντάδες από άτομα που ενδιαφερόντουσαν είχαν κάνει σχέδια να σταματήσουν στην Καπερναούμ για να δουν και να ακούσουν τον Ιησού πηγαίνοντας στο Πάσχα, και αυτοί απλά αρνήθηκαν να απογοητευθούν. Κατά το μεσημέρι της Τετάρτης περίπου πέντε χιλιάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά είχαν μαζευτεί εδώ στον κήπο αυτό στα νότια της Βηθσαϊδά-Ιουλίας. Ο καιρός ήταν ευχάριστος, πλησίαζε το τέλος της εποχής των βροχών σε αυτόν τον τόπο.
152:2.5 Ο Φίλιππος είχε κάνει προμήθειες για φαγητό τριών ημερών για τον Ιησού και τους δώδεκα, και βρισκόντουσαν υπό την επιτήρηση του νεαρού Μάρκου, το παιδί που είχαν για όλες τις αγγαρείες. Το απόγευμα της τρίτης ημέρας, για τους περισσότερους από το πλήθος, τα τρόφιμα που είχαν φέρει μαζί τους οι άνθρωποι, σχεδόν εξαντλήθηκαν. Ο Δαυίδ Ζεβεδαίος δεν είχε εδώ καταυλισμό για να θρέψει και να κοιμίσει τα πλήθη. Ούτε ο Φίλιππος είχε κάνει προμήθειες για τόσο κόσμο. Αλλά οι άνθρωποι, αν και πεινούσαν, δεν έφευγαν. Είχε διαδοθεί ψιθυριστά ότι ο Ιησούς, επιθυμώντας να αποφύγει τις φασαρίες με τον Ηρώδη και με τους αρχιερείς της Ιερουσαλήμ, είχε διαλέξει αυτό το ήσυχο μέρος έξω από τη δικαιοδοσία όλων των εχθρών του, σαν το κατάλληλο μέρος για να στεφθεί βασιλιάς. Ο ενθουσιασμός του πλήθους ανέβαινε κάθε ώρα. Τίποτε δεν ελέχθη στον Ιησού, όμως, φυσικά αυτός γνώριζε όλα όσα συνέβαιναν. Ακόμα και οι δώδεκα απόστολοι είχαν διαφθαρεί με τέτοιες γνώμες και ιδιαίτερα οι νεότεροι ευαγγελιστές. Οι απόστολοι που ευνοούσαν αυτή την προσπάθεια να ανακηρυχθεί ο Ιησούς βασιλιάς ήταν οι Πέτρος, Ιωάννης, Σίμων Ζηλωτής, και Ιούδας Ισκαριώτης. Εκείνοι που αντιτίθεντο στο σχέδιο ήταν οι Ανδρέας, Ιάκωβος, Ναθαναήλ, και Θωμάς. Ο Ματθαίος, ο Φίλιππος και οι δίδυμοι του Αλφαίου δεν είχαν συγκεκριμένη γνώμη. Ο αρχηγός αυτού του σχεδίου να τον κάνουν βασιλιά, ήταν ο Ιωάβ, ένας από τους νεαρούς ευαγγελιστές.
152:2.6 Έτσι είχαν τα πράγματα κατά τις πέντε το απόγευμα της Τετάρτης, όταν ο Ιησούς ρώτησε τον Ιάκωβο Αλφαίο να καλέσει τον Ανδρέα και τον Φίλιππο. Είπε ο Ιησούς: «Τι θα κάνουμε με το πλήθος; Είναι μαζί μας τρεις μέρες τώρα και πολλοί από αυτούς πεινάνε. Δεν έχουν τροφή»[8]. Ο Φίλιππος και ο Ανδρέας αντάλλαξαν ματιές, και μετά ο Φίλιππος απάντησε: «Κύριε, θα πρέπει να διώξεις αυτούς τους ανθρώπους ώστε να πάνε στα γύρω χωριά και να αγοράσουν για τους εαυτούς τους τροφή». Και ο Ανδρέας, φοβούμενος την πραγματοποίηση του σχεδίου περί βασιλιά, συμφώνησε γρήγορα με τον Φίλιππο, λέγοντας: «Ναι, Κύριε, νομίζω πως είναι το καλύτερο να απολύσεις το πλήθος ώστε να φύγουν και να αγοράσουν τρόφιμα ενώ θα εξασφαλίσεις λίγο καιρό για ξεκούραση. Μέχρι εκείνη την ώρα και άλλοι από τους δώδεκα είχαν συμμετάσχει στη συζήτηση. Τότε ο Ιησούς είπε: «Αλλά δεν θέλω να τους διώξω πεινασμένους. Δεν μπορείτε να τους θρέψετε;». Αυτό ήταν πολύ για τον Φίλιππο και αμέσως μίλησε: «Κύριε, σ’ αυτό το εξοχικό μέρος από πού να αγοράσουμε ψωμί για το πλήθος; Διακόσια δηνάρια δεν θα έφταναν για μεσημεριανό».
152:2.7 Πριν οι απόστολοι βρούνε την ευκαιρία να μιλήσουν, ο Ιησούς στράφηκε προς τον Ανδρέα και τον Φίλιππο, λέγοντας: «Δεν θέλω να διώξω αυτούς τους ανθρώπους. Είναι εδώ σαν πρόβατα χωρίς βοσκό. Θα ήθελα να τους ταΐσω. Τι τρόφιμα έχουμε μαζί μας;». Ενόσω ο Φίλιππος συζητούσε με το Ματθαίο και τον Ιούδα, ο Ανδρέας έψαξε να βρει το νεαρό Μάρκο για να επιβεβαιώσει πόσο τους είχε περισσέψει από τα αποθέματα των προμηθειών τους[9]. Επέστρεψε στον Ιησού λέγοντας: «Ο νεαρός έχει αφήσει πέντε κριθαρένια καρβέλια και δυο παστά ψάρια» – και ο Πέτρος πρόσθεσε γοργά, «Πρέπει να φάμε και για βράδυ».
152:2.8 Για ένα λεπτό ο Ιησούς σιώπησε. Υπήρχε ένα απόμακρο βλέμμα στα μάτια του. Οι απόστολοι δεν έλεγαν τίποτε. Ο Ιησούς γύρισε ξαφνικά στον Ανδρέα και είπε: «Φέρτε μου τα καρβέλια και τα ψάρια». Και όταν ο Ανδρέας έφερε το καλάθι στον Ιησού, ο Κύριος είπε: «Δώστε εντολή στον κόσμο να καθίσει κάτω στο γρασίδι σε παρέες των εκατό ατόμων και ορίστε έναν αρχηγό σε κάθε ομάδα ενώ θα φέρετε όλους τους ευαγγελιστές εδώ μαζί μας»[10].
152:2.9 Ο Ιησούς πήρε τα καρβέλια στα χέρια του, και αφού απέδωσε ευχαριστίες, έκοψε το ψωμί και το έδωσε στους αποστόλους, που το έδωσαν στους συνεργάτες τους, που με τη σειρά τους το μετέφεραν στο πλήθος. Ο Ιησούς με τον ίδιο τρόπο έκοψε και μοίρασε τα ψάρια. Και το πλήθος αυτό έφαγε και χόρτασε. Και όταν σταμάτησαν να τρώνε, ο Ιησούς είπε στους μαθητές: «Μαζέψτε τα κομμάτια που περίσσεψαν για να μην πάει χαμένο τίποτε». Και όταν τελείωσαν το μάζεμα των τεμαχίων, γέμισαν δώδεκα κοφίνια. Όσοι έφαγαν από αυτό το ασυνήθιστο συμπόσιο, αριθμούσαν περίπου πέντε χιλιάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά[11].
152:2.10 Και αυτό είναι το πρώτο και μοναδικό ουσιαστικό θαύμα που έκανε ο Ιησούς σαν αποτέλεσμα συνειδητού προσχεδιασμού. Είναι αλήθεια ότι οι μαθητές του ήταν διατεθειμένοι να ονομάσουν πολλά πράγματα σαν θαύματα, τα οποία δεν ήταν, αλλά αυτό ήταν ένα αυθεντικό υπερφυσικό λειτούργημα. Σ’ αυτή την περίπτωση, έτσι μας δίδαξαν, ο Μιχαήλ πολλαπλασίασε τα στοιχεία της τροφής όπως κάνει πάντοτε εκτός από την εξάλειψη του παράγοντα χρόνου και το ορατό τμήμα της ζωής.
152:3.1 Η τροφοδοσία των πέντε χιλιάδων με την υπερφυσική ενέργεια ήταν άλλη μία από εκείνες τις περιπτώσεις όπου η ανθρώπινη συμπάθεια μαζί με την δημιουργική δύναμη εξίσωσαν αυτό που συνέβη. Τώρα που το πλήθος είχε χορτάσει, και αφού η φήμη του Ιησού από εκεί και πέρα αυξήθηκε εξαιτίας αυτού του φοβερού θαύματος, το σχέδιο να αρπάξουν τον Κύριο και να τον ανακηρύξουν βασιλιά δεν απαιτούσε περαιτέρω προσωπική κατεύθυνση. Η ιδέα φαινόταν να εξαπλώνεται μέσα στο πλήθος σαν μεταδοτική αρρώστια. Η αντίδραση του πλήθους σε αυτό τον ξαφνικό και θεαματικό εφοδιασμό των φυσικών αναγκών τους ήταν βαθιά εδραιωμένη και αφόρητη. Επί πολύ καιρό οι Ιουδαίοι διδασκόντουσαν ότι ο Μεσσίας, ο γιος του Δαυίδ, όταν θα ερχόταν, θα έκανε τη χώρα να ρέει πάλι γάλα και μέλι, και αυτός ο άρτος της ζωής θα εμφανιζόταν ανάμεσά τους όπως το μάνα εξ ουρανού που υποτίθεται ότι είχε πέσει πάνω στους προγόνους τους στην έρημο. Και δεν εκπληρωνόταν αυτή η προσδοκία ακριβώς μπροστά στα μάτια τους; Όταν αυτό το πεινασμένο, υποσιτισμένο πλήθος σταμάτησε να ξεχειλίζει το στομάχι του με τη θαυματουργή τροφή, μια ομόφωνη αντίδραση υπήρξε: «Αυτός είναι ο βασιλιάς μας»[12]. Ο θαυματοποιός απελευθερωτής του Ισραήλ είχε φθάσει. Στα μάτια αυτών των απλοϊκών ανθρώπων η δύναμη να τους θρέψει πήγαινε μαζί με το δικαίωμα να κυβερνήσει. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που το πλήθος, όταν τελείωσε το συμπόσιο, ξεσηκώθηκε σαν ένας άνθρωπος και φώναζε «Κάντε τον βασιλιά!».
152:3.2 Αυτή η δυνατή κραυγή ενθουσίασε τον Πέτρο και όσους από τους αποστόλους διατηρούσαν ακόμα την ελπίδα να δουν τον Ιησού να διεκδικεί το δικαίωμά του να κυβερνήσει. Αλλά αυτές οι λανθασμένες ελπίδες δεν επρόκειτο να κρατήσουν για πολύ. Αυτή η δυνατή κραυγή του πλήθους είχε μόλις σταματήσει να αντηχεί από τους παραπλήσιους βράχους όταν ο Ιησούς ανέβηκε πάνω σε μια τεράστια πέτρα και υψώνοντας το δεξί του χέρι για να απαιτήσει την προσοχή τους, είπε: «Παιδιά μου, καλώς εκφράζεστε, αλλά δεν βλέπετε μακριά και ενδιαφέρεστε για την ύλη»[13]. Μια μικρή παύση και αυτός ο ρωμαλέος Γαλιλαίος βρισκόταν εκεί στεκόμενος μεγαλοπρεπώς στο γοητευτικό κοκκίνισμα του σούρουπου της ανατολικής ακτής. Κάθε πόντος του φάνταζε σαν βασιλιάς καθώς συνέχιζε να μιλάει στο πλήθος που άκουγε με κομμένη την ανάσα.: «Θα με κάνετε βασιλιά όχι επειδή οι ψυχές σας έχουν φωτισθεί με μια μεγάλη αλήθεια, αλλά επειδή τα στομάχια σας έχουν γεμίσει με ψωμί[14]. Πόσες φορές δεν σας είπα ότι η βασιλεία μου δεν είναι αυτού του κόσμου; Αυτή η βασιλεία των ουρανών την οποία διακηρύσσουμε είναι μια πνευματική αδελφότητα και κανένας άνθρωπος δεν κυβερνάει καθισμένος σε υλικό θρόνο. Ο Πατέρας μου στον ουρανό είναι ο πάνσοφος και ο παντοδύναμος Κυβερνήτης αυτής της πνευματικής αδελφότητας των γήινων γιων του Θεού. Τόσο πολύ απέτυχα στο να σας αποκαλύψω τον Πατέρα των πνευμάτων που θα κάνετε βασιλιά της ύλης το Γιο του! Τώρα όλοι εσείς πηγαίνετε από εδώ στα σπίτια σας[15]. Αν θέλετε να έχετε ένα βασιλιά, αφήστε τον Πατέρα του φωτός να ενθρονιστεί στην καρδιά του καθενός σας σαν το πνεύμα Κυβερνήτης όλων των πραγμάτων». Αυτά τα λόγια του Ιησού έδιωξαν το πλήθος έκπληκτο και αποκαρδιωμένο. Πολλοί που είχαν πιστέψει σ’ αυτόν γύρισαν πίσω και δεν τον ακολούθησαν ξανά από εκείνη την ημέρα. Οι απόστολοι ήταν βουβοί. Παρέμεναν σιωπηλοί, μαζεμένοι γύρω από τα δώδεκα κοφίνια με τα κομμάτια της τροφής. Μόνο το παιδί της αγγαρείας, ο νεαρός Μάρκος μίλησε: «Και αυτός αρνήθηκε να γίνει βασιλιάς μας».
152:3.3 Ο Ιησούς, πριν απομακρυνθεί στους λόφους για να μείνει μόνος, γύρισε στον Ανδρέα και είπε: «Πάρε τους αδελφούς σου πίσω στο σπίτι του Ζεβεδαίου και προσευχήσου μαζί τους, ειδικά για τον αδελφό σου τον Πέτρο».[16]
152:4.1 Οι απόστολοι, χωρίς τον Κύριό τους – σταλμένοι μόνοι τους – μπήκαν στο πλοίο και σιωπηλά άρχισαν να κωπηλατούν προς τη Βηθσαϊδά, στη δυτική όχθη της λίμνης[17]. Κανένας από τους δώδεκα δεν ήταν τόσο συντετριμμένος και αποθαρρυμένος όσο ο Σίμωνας Πέτρος. Μετά βίας έλεγε μια κουβέντα. Σκεπτόντουσαν όλοι τον Κύριο που ήταν μόνος του στους λόφους. Τους είχε εγκαταλείψει; Ποτέ πριν δεν τους είχε διώξει όλους και δεν είχε αρνηθεί να πάει μαζί τους. Τι σήμαιναν όλα αυτά;
152:4.2 Το σκοτάδι είχε αρχίσει να πέφτει πάνω τους, γιατί σηκώθηκε ένας δυνατός και αντίθετος άνεμος που έκανε αδύνατη σχεδόν την προώθηση του σκάφους. Καθώς οι ώρες του σκότους και της σκληρής κωπηλασίας περνούσαν, ο Πέτρος κουράστηκε και έπεσε σε βαθύ ύπνο από την εξάντληση. Ο Ανδρέας και ο Ιάκωβος τον έβαλαν να ξαπλώσει στη θέση με το μαξιλάρι, στην πρύμνη του πλοίου. Ενόσω οι λοιποί απόστολοι μοχθούσαν κόντρα στον άνεμο και τα κύματα, ο Πέτρος είδε ένα όνειρο. Είδε το όραμα του Ιησού να έρχεται προς αυτούς περπατώντας πάνω στη θάλασσα. Όταν ο Κύριος φάνηκε να περπατάει κοντά στο πλοίο, ο Πέτρος φώναξε: «Σώσε μας, Κύριε, σώσε μας». Και όσοι βρισκόντουσαν στο πίσω μέρος του πλοίου τον άκουσαν να λέγει αυτά τα λόγια. Όσο συνέχιζε η νυχτερινή αυτή εμφάνιση στο μυαλό του Πέτρου, αυτός ονειρεύτηκε ότι άκουσε τον Ιησού να λέγει: «Να έχεις καλή διάθεση, εδώ είμαι Εγώ, μην φοβάσαι». Αυτό ήταν σαν βάλσαμο του Γαλαάδ για την ταραγμένη ψυχή του Πέτρου. Ηρέμησε το βασανισμένο του πνεύμα, ώστε φώναξε (στο όνειρό του) προς τον Κύριο: «Κύριε, αν είσαι πραγματικά εσύ, διάταξέ με να έρθω και να περπατήσω μαζί σου πάνω στο νερό». Και μόλις ο Πέτρος άρχισε να περπατάει πάνω στο νερό, τα μανιασμένα κύματα τον τρομάξανε και καθώς πνιγότανε, φώναξε: «Κύριε, σώσε με!». Και πολλοί από τους δώδεκα τον άκουσαν να βγάζει αυτή την κραυγή. Μετά ο Πέτρος ονειρεύτηκε ότι ο Ιησούς ήρθε και τον έσωσε και απλώνοντας το χέρι του, τον έπιασε και τον τράβηξε πάνω, λέγοντας: «Ω, εσύ με τη λίγη πίστη, για ποιο λόγο αμφιβάλεις;».[18]
152:4.3 Σε συνδυασμό με το τελευταίο μέρος του ονείρου του ο Πέτρος σηκώθηκε από το κάθισμα που κοιμόταν και στην πραγματικότητα βγήκε έξω από το πλοίο και μπήκε στο νερό. Και ξύπνησε από το όνειρό του όταν ο Ανδρέας, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης τον έφτασαν και τον έβγαλαν έξω από τη θάλασσα.
152:4.4 Για τον Πέτρο αυτή η εμπειρία ήταν πάντοτε σαν πραγματική. Ειλικρινά πίστεψε ότι ο Ιησούς τους επισκέφθηκε εκείνη τη νύχτα. Έπεισε όμως εν μέρει τον Ιωάννη Μάρκο, και αυτό εξηγεί γιατί ο Μάρκος άφησε ένα τμήμα από την υπόθεση έξω από την αφήγησή του. Ο Λουκάς ο Γιατρός, που έψαξε διεξοδικά αυτήν την υπόθεση, έβγαλε το συμπέρασμα ότι το επεισόδιο ήταν όραμα του Πέτρου και γι αυτό αρνήθηκε να καταχωρήσει την ιστορία αυτή στην διήγησή του.
152:5.1 Την Πέμπτη το πρωί, πριν το χάραμα, αγκυροβόλησαν το πλοίο τους στην ακτή κοντά στο σπίτι του Ζεβεδαίου και έπεσαν να κοιμηθούν μέχρι το μεσημέρι περίπου[19]. Ο Ανδρέας σηκώθηκε πρώτος και πηγαίνοντας ένα περίπατο στην ακτή, βρήκε τον Ιησού, παρέα με το παιδί της αγγαρείας, καθισμένο σε μια πέτρα στην άκρη του νερού. Παρόλο που πολλοί από το πλήθος καθώς και οι νέοι ευαγγελιστές έψαχναν όλη νύχτα και μεγάλο μέρος της επόμενης ημέρας, στους λόφους της ανατολικής ακτής για τον Ιησού, γρήγορα μετά τα μεσάνυχτα αυτός και ο νεαρός Μάρκος άρχισαν να περπατάνε το γύρω της λίμνης και διασχίζοντας το ποτάμι, έφθασαν πίσω στη Βηθσαϊδά.
152:5.2 Από τους πέντε χιλιάδες που τράφηκαν θαυματουργικά, και οι οποίοι, όταν τα στομάχια τους ήταν γεμάτα και οι καρδιές τους άδειες, θα τον έκαναν βασιλιά, μόνον περί τους πεντακοσίους επέμειναν και τον ακολούθησαν. Αλλά πριν μάθουν την είδηση ότι είχε επιστρέψει στη Βηθσαϊδά, ο Ιησούς ζήτησε από τον Ανδρέα να μαζέψει τους δώδεκα αποστόλους και τους συνεργάτες τους, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών, λέγοντας: «Θέλω να μιλήσω μαζί τους». Και όταν όλοι ήταν έτοιμοι, ο Ιησούς είπε:
152:5.3 «Για πόσο καιρό θα σας υποφέρω; Είστε όλοι αργοί στην πνευματική κατανόηση και ανεπαρκείς στη ζωντανή πίστη; Όλους αυτούς τους μήνες σας δίδασκα τις αλήθειες της βασιλείας και ακόμα διακατέχεστε από υλιστικά κίνητρα αντί για πνευματικές θεωρήσεις. Ούτε στις Γραφές δεν έχετε διαβάσει εκεί όπου ο Μωυσής παροτρύνει τα άπιστα παιδιά του Ισραήλ, λέγοντας: ‘Μη φοβάστε, σταθείτε ακίνητοι και θα δείτε τη σωτηρία του Κυρίου;»[20][21]. Λέγει ο ψαλμωδός: ‘Βάλε την εμπιστοσύνη σου στον Κύριο’[22]. ‘Έχε υπομονή, περίμενε τον Κύριο και έχε κουράγιο. Αυτός θα δυναμώσει την καρδιά σου’[23]. ‘Ρίξε το φορτίο σου στον Κύριο και αυτός θα σε βαστάξει[24]. Εμπιστεύου τον όλους τους καιρούς και χάρισέ του την καρδιά σου, γιατί ο Κύριος είναι το καταφύγιό σου’[25]. ‘Αυτός που κατοικεί στο μυστικό μέρος του Υψίστου θα παραμένει κάτω από τη σκιά του Παντοδύναμου’[26]. ‘Καλύτερα να εμπιστεύεσαι τον Κύριο παρά να δίνεις πίστη στους πρίγκιπες των ανθρώπων’.
152:5.4 Και τώρα καταλαβαίνετε πως η χρησιμοποίηση θαυμάτων και θαυματουργικών πράξεων δεν κερδίζει ψυχές για το πνευματικό βασίλειο; Θρέψαμε το πλήθος, αλλά αυτό δεν τους έκανε να πεινάσουν για τον άρτο της ζωής ούτε να διψάσουν για το ύδωρ της πνευματικής δικαιοσύνης. Όταν ικανοποιήθηκε η πείνα τους, δεν αναζήτησαν την είσοδο για τη βασιλεία των ουρανών αλλά ζήτησαν καλύτερα να ανακηρύξουν βασιλιά το Γιο του Ανθρώπου σύμφωνα με τον τρόπο των βασιλιάδων του κόσμου αυτού, μόνο για να έχουν τη δυνατότητα να συνεχίσουν να τρώγουν ψωμί χωρίς να χρειάζεται να μοχθήσουν γι αυτό. Και όλο αυτό, στο οποίο πολλοί από σας λίγο πολύ συμμετάσχετε, δεν κάνει τίποτε για την αποκάλυψη του ουράνιου Πατέρα ή για την πρόοδο της βασιλείας του στη γη. Δεν έχουμε ήδη ικανό αριθμό εχθρών ανάμεσα στους θρησκευτικούς αρχηγούς της χώρας, χωρίς να κάνουμε εκείνο το οποίο πολύ πιθανόν θα αποξενώσει και τους πολιτικούς άρχοντες; Προσεύχομαι ο Πατέρας να ανοίξει τα μάτια σας ώστε να δείτε και να ανοίξει και τα αυτιά σας ώστε να μπορείτε να ακούτε, με τελικό σκοπό να πιστέψετε τελείως στο ευαγγέλιο που σας δίδαξα»[27].
152:5.5 Ο Ιησούς μετά ανακοίνωσε ότι επιθυμούσε να αποσυρθεί λίγες μέρες για να ξεκουραστεί μαζί με τους αποστόλους του, πριν από την ετοιμασία για να πάνε στην Ιερουσαλήμ για το Πάσχα και απαγόρευσε να τον ακολουθήσει κάποιος από τους μαθητές ή από το πλήθος. Σύμφωνα δε με αυτό πήγαν με πλοίο στην περιοχή της Γεννησαρέτ για δυο ή τρεις ημέρες ανάπαυσης και ύπνου. Ο Ιησούς ετοιμαζόταν για μια μεγάλη κρίση της ζωής του στη γη και γι αυτό περνούσε πολύ χρόνο σε επικοινωνία με τον πατέρα του στον ουρανό.
152:5.6 Τα νέα από τη διατροφή των πέντε χιλιάδων και την προσπάθεια να κάνουν τον Ιησού βασιλιά ξεσήκωσαν μια εκτεταμένη περιέργεια και ανάδευσαν τους φόβους και των θρησκευτικών αρχηγών και των πολιτικών αρχόντων σε όλη τη Γαλιλαία και την Ιουδαία. Ενώ αυτό το μεγάλο θαύμα δεν προσέφερε τίποτε για να προαχθεί το ευαγγέλιο της βασιλείας στις ψυχές των απρόθυμων πιστών, που ενδιαφερόντουσαν για θαύματα, εξυπηρέτησε το σκοπό του να έρθει σε κρίση η άμεση οικογένεια του Ιησού, οι απόστολοι και οι κοντινοί μαθητές, που έρεπαν προς την αναζήτηση θαυμάτων και προς την ακατάσχετη επιθυμία να τον κάνουν βασιλιά. Αυτό το εντυπωσιακό επεισόδιο έφερε τέλος στην πρώτη εποχή της διδασκαλίας, της εκπαίδευσης και της θεραπείας, και με αυτό τον τρόπο προετοίμασε το δρόμο για τα εγκαίνια του τελευταίου χρόνου της διακήρυξης των υψηλότερων και πιο πνευματικών φάσεων του νέου ευαγγελίου της βασιλείας – της συγγένειας με τον Θεό, της πνευματικής ελευθερίας και της αιώνιας σωτηρίας.
152:6.1 Ενόσω διέμεναν στο σπίτι ενός πλούσιου πιστού της περιοχής της Γεννησαρέτ, ο Ιησούς συγκαλούσε κάθε απόγευμα άτυπες συναντήσεις με τους δώδεκα. Οι πρεσβευτές της βασιλείας ήταν μια σοβαρή, λογική και εξευγενισμένη ομάδα ανθρώπων που είχε βγει από την πλάνη της. Αλλά ακόμα και μετά από όσα συνέβησαν και τα αποκαλυπτικά γεγονότα που επακολούθησαν, αυτοί οι δώδεκα άνδρες δεν είχαν απελευθερωθεί πλήρως από τις έμφυτες και από καιρού παγιωμένες μέσα τους αντιλήψεις σχετικά με τον ερχομό του Ιουδαίου Μεσσία. Τα γεγονότα από τις προηγούμενες λίγες εβδομάδες είχαν κινηθεί υπερβολικά γρήγορα γι αυτούς τους κατάπληκτους ψαράδες για να μπορέσουν ν’ αρπάξουν την πλήρη σημασία τους. Απαιτείται χρόνος σε άνδρες και γυναίκες για να επιτευχθούν ριζικές και εκτεταμένες αλλαγές στις βασικές και θεμελιώδεις αρχές της κοινωνικής συμπεριφοράς τους, στη φιλοσοφική στάση και στις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους.
152:6.2 Όσο παρέμεναν ο Ιησούς και οι δώδεκα στη Γεννησαρέτ, τα πλήθη διεσκορπίσθηκαν, μερικοί πηγαίνοντας σπίτι τους, άλλοι πηγαίνοντας στην Ιερουσαλήμ για το Πάσχα. Σε λιγότερο από ένα μήνα οι ενθουσιώδεις και φανεροί οπαδοί του Ιησού, που αριθμούσαν πάνω από πενήντα χιλιάδες, μόνο στη Γαλιλαία, συρρικνώθηκαν σε λιγότερους από πεντακόσιους. Ο Ιησούς θέλησε να δώσει στους αποστόλους του μια τέτοια εμπειρία για την αστάθεια της λαϊκής επιδοκιμασίας ώστε να μην παραπλανούνται και βασίζονται σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις παροδικής θρησκευτικής υστερίας, μετά που θα τους άφηνε μόνους στο έργο της βασιλείας, αλλά μόνο κατά ένα μέρος πέτυχε η προσπάθειά του.
152:6.3 Τη δεύτερη νύχτα της παραμονής τους στη Γεννησαρέτ ο Κύριος είπε ξανά στους αποστόλους την παραβολή του σπορέως και πρόσθεσε αυτά τα λόγια: «Βλέπετε, παιδιά μου, το να επικαλούμαστε τα ανθρώπινα συναισθήματα είναι παροδικό και πέρα για πέρα απογοητευτικό. Το να επικαλούμαστε αποκλειστικά τη διανόηση του ανθρώπου είναι παρόμοια κούφιο και στείρο. Μόνον όταν επικαλείστε το πνεύμα που κατοικεί μέσα στο ανθρώπινο μυαλό μπορείτε να ελπίζετε ότι θα κατορθώσετε επιτυχία διαρκείας και θα πραγματοποιήσετε εκείνες τις θαυμαστές μετατροπές του ανθρώπινου χαρακτήρα που χωρίς καθυστέρηση εμφανίζονται με την άφθονη παραγωγή των αυθεντικών καρπών του πνεύματος, στην καθημερινή ζωή όλων, που τοιουτοτρόπως απελευθερώνονται από το σκοτάδι της αμφιβολίας με την αναγέννηση του πνεύματος μέσα στο φως της πίστης – της βασιλείας των ουρανών».
152:6.4 Ο Ιησούς δίδαξε την επίκληση στα συναισθήματα σαν μια τεχνική για να συλλαμβάνουν και να εστιάζουν τη διανοητική προσοχή. Χαρακτήρισε το μυαλό που αφυπνίστηκε και αναζωογονήθηκε με αυτό τον τρόπο σαν την πύλη της ψυχής, όπου διαμένει εκείνη η πνευματική φύση του ανθρώπου η οποία οφείλει να αναγνωρίσει την αλήθεια και να ανταποκριθεί στην πνευματική έκκληση του ευαγγελίου με σκοπό να μπορέσει να επιτύχει τα διαρκή αποτελέσματα από τις αληθινές αλλαγές του χαρακτήρα.
152:6.5 Ο Ιησούς προσπάθησε πολύ με αυτό τον τρόπο να προετοιμάσει τους αποστόλους για το επικείμενο χτύπημα – την κρίση της δημόσιας στάσης απέναντί του που απείχε μόνο μερικές ημέρες. Εξήγησε στους δώδεκα ότι οι θρησκευτικοί άρχοντες της Ιερουσαλήμ θα συνωμοτούσαν με τον Ηρώδη Αντύπα για να επιτύχουν την καταστροφή του. Οι δώδεκα άρχισαν να αντιλαμβάνονται πληρέστερα (αν και όχι τελειωτικά) ότι ο Ιησούς δεν επρόκειτο να καθίσει στο θρόνο του Δαυίδ. Είδαν πιο καλά ότι η πνευματική αλήθεια δεν προωθείται με θαύματα. Άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι η διατροφή των πέντε χιλιάδων και η λαοφιλής κίνηση να κάνουν τον Ιησού βασιλιά, ήταν το απόγειο της προσδοκίας των ανθρώπων που αναζητούσαν να δουν θαύματα, θαυματουργικές πράξεις, και το ανάστημα του Ιησού να επευφημείται από τις μάζες. Διέκριναν θαμπά και προέβλεψαν αμυδρά τον ερχομό καιρών πνευματικού ξεδιαλέγματος και σκληρής εναντίωσης. Αυτοί οι δώδεκα αφυπνιζόντουσαν αργά στην πραγματικότητα της αληθινής φύσης του έργου τους σαν πρεσβευτές της βασιλείας και άρχισαν να προετοιμάζονται για τις επίπονες και απαιτητικές δοκιμασίες του τελευταίου χρόνου της υπηρεσίας του Κυρίου στη γη.
152:6.6 Πριν φύγουν από τη Γεννησαρέτ, ο Ιησούς τους εξήγησε σχετικά με την κατά θαυμαστό τρόπο τροφοδοσία των πέντε χιλιάδων, λέγοντάς τους γιατί ακριβώς απασχολήθηκε με αυτή την ασυνήθιστη εκδήλωση της δημιουργικής δύναμης και επίσης βεβαιώνοντάς τους ότι δεν το έκανε αυτό επειδή υποχώρησε στη συμπόνια του για τις μάζες, μέχρι που πήρε την επιβεβαίωση ότι ήταν «σύμφωνο με το θέλημα του Πατέρα».
152:7.1 Την Κυριακή, 3 Απριλίου, ο Ιησούς συνοδευόμενος μόνο από τους δώδεκα αποστόλους, ξεκίνησε από τη Βηθσαϊδά το ταξίδι για την Ιερουσαλήμ. Για να αποφύγουν τον όχλο και να τραβήξουν όσο το δυνατό λιγότερη προσοχή, ταξίδεψαν από το δρόμο της Γεράσα και της Φιλαδέλφειας. Τους απαγόρευσε να κάνουν οποιαδήποτε δημόσια διδασκαλία στο ταξίδι αυτό. Ούτε τους επέτρεψε να διδάξουν ή να κηρύξουν κατά την παραμονή τους στην Ιερουσαλήμ. Έφτασαν στη Βηθανία, κοντά στην Ιερουσαλήμ, αργά το βράδυ της Τετάρτης, 6 Απριλίου. Γι αυτή τη μια νύχτα σταμάτησαν στο σπίτι του Λάζαρου, της Μάρθας και της Μαρίας, αλλά την επόμενη ημέρα χωρίστηκαν. Ο Ιησούς με τον Ιωάννη έμειναν στο σπίτι ενός πιστού ονόματι Σίμωνα, κοντά στο σπίτι του Λάζαρου στη Βηθανία. Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης και ο Σίμων ο Ζηλωτής σταμάτησαν σε φίλους στην Ιερουσαλήμ, ενώ οι υπόλοιποι απόστολοι ανά δυο έμειναν σε διαφορετικά σπίτια.
152:7.2 Ο Ιησούς εισήλθε μόνο μια φορά στην Ιερουσαλήμ αυτό το Πάσχα, και αυτό τη μεγάλη ημέρα της γιορτής. Ο Άμπνερ έφερε πολλούς από τους πιστούς της Ιερουσαλήμ να συναντήσουν τον Ιησού στη Βηθανία. Κατά την παραμονή τους στην Ιερουσαλήμ οι δώδεκα γνώρισαν πόσο δυσάρεστο γινόταν το αίσθημα κατά του Κυρίου τους. Αναχώρησαν από την Ιερουσαλήμ όλοι πιστεύοντας ότι μια κρίση επέκειτο.
152:7.3 Την Κυριακή, 24 Απριλίου, ο Ιησούς και οι απόστολοι άφησαν την Ιερουσαλήμ για τη Βηθσαϊδά, πηγαίνοντας από το δρόμο των πόλεων της ακτής, Ιόππη, Καισάρεια και Πτολεμαΐδα. Από εκεί, δια ξηράς πήγαν από τη Ραμά και τη Χοραζίν στη Βηθσαϊδά, φθάνοντας την Παρασκευή 29 Απριλίου. Αμέσως μόλις έφτασαν σπίτι ο Ιησούς έστειλε τον Ανδρέα να ζητήσει από τον υπεύθυνο της συναγωγής άδεια να μιλήσει την επόμενη ημέρα, δηλαδή το Σάββατο, κατά την απογευματινή λειτουργία. Και ο Ιησούς ήξερε καλά ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα επιτρεπόταν να μιλήσει στη συναγωγή της Καπερναούμ.
Εγγραφο 151. ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΚΑΙ ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑ |
Δείκτης
Πολλαπλή έκδοση |
Εγγραφο 153. Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ |