© 2018 Ίδρυμα Ουράντια
Εγγραφο 191. ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥΣ ΑΡΧΗΓΟΥΣ |
Δείκτης
Πολλαπλή έκδοση |
Εγγραφο 193. ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΗΨΗ |
192:0.1 Τον καιρό που οι απόστολοι άφηναν την Ιερουσαλήμ για τη Γαλιλαία, οι Ιουδαίοι αρχηγοί είχαν ησυχάσει αξιοσημείωτα. Εφόσον ο Ιησούς εμφανίστηκε μόνο στη δική του οικογένεια πιστών, και εφόσον οι απόστολοι κρυβόντουσαν και δεν έκαναν δημόσιο κήρυγμα, οι αρχηγοί των Ιουδαίων συμπέραναν ότι το κίνημα του ευαγγελίου τελικά συντρίφτηκε. Φυσικά, είχαν συγχυστεί από την αυξανόμενη έκταση των φημών ότι ο Ιησούς είχε αναστηθεί από τους νεκρούς, αλλά στηρίζονταν αποτελεσματικά στους δωροδοκημένους φρουρούς για να αντιμετωπίσουν όλες αυτές τις αναφορές επαναλαμβάνοντας την ιστορία ότι μια ομάδα οπαδών του είχε μετακινήσει το σώμα[1].
192:0.2 Από την ώρα αυτή και μετά, μέχρι τη διάλυση των αποστόλων από το κύμα της καταδίωξης που σηκώθηκε, ο Πέτρος αναγνωρίστηκε γενικά σαν η κεφαλή του αποστολικού σώματος. Ο Ιησούς δεν του έδωσε ποτέ τέτοια εξουσιοδότηση, και οι σύντροφοί του απόστολοι δεν τον εξέλεξαν ποτέ επίσημα σε μια τέτοια υπεύθυνη θέση. Την ανέλαβε αυθόρμητα και τη διατήρησε με κοινή αποδοχή και επειδή ήταν επίσης ο αρχι-ιεροκήρυκάς τους. Από δω και πέρα το δημόσιο κήρυγμα απέβη η κύρια εργασία των αποστόλων[2]. Μετά την επιστροφή τους από τη Γαλιλαία, ο Ματθίας, τον οποίο εξέλεξαν για τη θέση του Ιούδα, έγινε ο ταμίας τους.
192:0.3 Κατά τη διάρκεια της βδομάδας που παρέμειναν στην Ιερουσαλήμ, η Μαρία η μητέρα του Ιησού πέρασε τον περισσότερο καιρό με τις γυναίκες πιστές που έμεναν στο σπίτι του Ιωσήφ από την Αριμαθαία.
192:0.4 Νωρίς τη Δευτέρα το πρωί, όταν οι απόστολοι αναχώρησαν για τη Γαλιλαία, ο Ιωάννης Μάρκος πήγε μαζί τους. Τους ακολούθησε έξω από την πόλη, και όταν αυτοί είχαν προχωρήσει αρκετά πέρα από τη Βηθανία, ήρθε με θράσος ανάμεσά τους, αισθανόμενος σίγουρος ότι δεν θα τον έστελναν πίσω.
192:0.5 Οι απόστολοι σταμάτησαν αρκετές φορές πηγαίνοντας για τη Γαλιλαία για να πουν την ιστορία του αναστημένου Κυρίου τους και έτσι δεν έφτασαν στη Βηθσαϊδά παρά πολύ αργά την Τετάρτη το βράδυ. Ήταν μεσημέρι της Πέμπτης, όταν όλοι ξύπνησαν και ετοιμάστηκαν να πάρουν πρωινό.
192:1.1 Κατά τις έξι το πρωί της Παρασκευής, 21 Απριλίου, ο μοροντιανός Κύριος έκανε τη δέκατη τρίτη εμφάνισή του, την πρώτη στη Γαλιλαία, στους δέκα αποστόλους, καθώς το πλοίο τους πλησίαζε στην ακτή κοντά στο συνηθισμένο αραξοβόλι στη Βηθσαϊδά[3].
192:1.2 Αφού οι απόστολοι είχαν περάσει το απόγευμα και τις πρώτες βραδινές ώρες της Πέμπτης σε αναμονή, στο σπίτι του Ζεβεδαίου, ο Σίμων Πέτρος εισηγήθηκε να πάνε για ψάρεμα. Όταν ο Πέτρος πρότεινε τη βόλτα για ψάρεμα, όλοι οι απόστολοι αποφάσισαν να πάνε μαζί. Όλη νύχτα μοχθούσαν με τα δίχτυα αλλά δεν έπιασαν ψάρια[4]. Δεν πήραν κατάκαρδα την αποτυχία τους για μια ψαριά, επειδή είχαν πολλές ενδιαφέρουσες εμπειρίες να συζητήσουν, πράγματα που τόσο πρόσφατα τους είχαν συμβεί στην Ιερουσαλήμ. Αλλά όταν ήρθε η αυγή, αποφάσισαν να επιστρέψουν στη Βηθσαϊδά. Καθώς πλησίαζαν την ακτή, είδαν κάποιον στην παραλία, κοντά στο αραξοβόλι του πλοίου, να στέκεται κοντά σε μια φωτιά[5]. Στην αρχή σκέφτηκαν ότι ήταν ο Ιωάννης Μάρκος, που είχε κατέβει να τους καλωσορίσει πίσω με την ψαριά τους, αλλά καθώς ήρθαν πλησιέστερα στην ακτή, είδαν πως είχαν κάνει λάθος – ο άνδρας ήταν πολύ ψηλός για τον Ιωάννη. Κανένας δεν φαντάστηκε ότι το άτομο στην ακτή ήταν ο Κύριος. Δεν καταλάβαιναν καθόλου γιατί ο Ιησούς ήθελε να τους συναντήσει στις περιοχές της πρωτύτερης συνεργασίας τους και έξω στο ύπαιθρο σε επαφή με τη φύση, μακριά από το κλειστό περιβάλλον της Ιερουσαλήμ με τις τραγικές συνεργασίες του φόβου, της προδοσίας και του θανάτου. Τους είχε πει ότι, αν πήγαιναν στη Γαλιλαία, θα τους συναντούσε εκεί, και ήταν έτοιμος να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή του.
192:1.3 Καθώς έριξαν άγκυρα και ετοιμάστηκαν να μπούνε στο μικρό πλοιάριο για να βγούνε στην ακτή, ο άνδρας στην παραλία τους φώναξε, «Φίλοι, πιάσατε τίποτε;». Και όταν αυτοί αποκρίθηκαν, «Όχι», μίλησε πάλι[6]. «Ρίξτε το δίχτυ στη δεξιά πλευρά του πλοίου και θα βρείτε ψάρια». Αν και δεν κατάλαβαν ότι ήταν ο Ιησούς που τους μίλησε, με συγκατάθεση έριξαν το δίχτυ όπως τους είχαν πληροφορήσει, και αυτό αμέσως γέμισε, τόσο πολύ μάλιστα που ήταν σχεδόν αδύνατο να το τραβήξουν πάνω. Όμως, ο Ιωάννης Ζεβεδαίος είχε μια γρήγορη διαίσθηση, και όταν είδε το βαρυφορτωμένο δίχτυ, κατάλαβε ότι ήταν ο Κύριος που τους είχε μιλήσει. Όταν πέρασε αυτή η σκέψη από το μυαλό του, έσκυψε και ψιθύρισε στον Πέτρο, «Είναι ο Κύριος». Ο Πέτρος ήταν πάντα άνθρωπος δράσης χωρίς σκέψη και παράφορης αφοσίωσης, έτσι όταν ο Ιωάννης ψιθύρισε αυτό στο αυτί του, σηκώθηκε γρήγορα και έπεσε στο νερό για να μπορέσει να φτάσει γρηγορότερα στο πλευρό του Κυρίου. Οι αδελφοί του πλησίασαν πολύ κοντά του, φτάνοντας στην ακτή με το μικρό πλοιάριο, σέρνοντας το δίχτυ με τα ψάρια πίσω τους.
192:1.4 O Ιωάννης Μάρκος μέχρι την ώρα αυτή είχε σηκωθεί και, βλέποντας τους αποστόλους να έρχονται στην ακτή με το βαρυφορτωμένο δίχτυ, έτρεξε κάτω στην παραλία για να τους υποδεχτεί. Και όταν είδε έντεκα άνδρες αντί για δέκα, μάντεψε ότι ο άγνωστος ήταν ο αναστημένος Ιησούς, και καθώς οι δέκα έκπληκτοι παραμέναν σιωπηλοί, ο νεαρός έτρεξε προς τον Κύριο και πέφτοντας στα πόδια του, είπε, «Κύριέ μου». Και τότε ο Ιησούς μίλησε, όχι όπως είχε κάνει στην Ιερουσαλήμ, όταν τους χαιρέτησε με το «Ειρήνη σε σας», αλλά με συνηθισμένο τόνο απευθύνθηκε στον Ιωάννη Μάρκο: «Λοιπόν, Ιωάννη, είμαι ευτυχής που σε ξαναβλέπω και στη ξέγνοιαστη Γαλιλαία, όπου θα κάνουμε μια καλή επίσκεψη. Μείνε μαζί μας Ιωάννη, και πάρε πρωινό».
192:1.5 Καθώς ο Ιησούς μιλούσε με το νέο άνδρα, οι δέκα είχαν εκπλαγεί και αιφνιδιαστεί τόσο ώστε ξέχασαν να σύρουν το δίχτυ με τα ψάρια στην παραλία. Τώρα μίλησε ο Ιησούς: «Φέρτε τα ψάρια σας και ετοιμάστε κάτι για πρωινό. Έχουμε ήδη τη φωτιά και πολύ ψωμί»[7].
192:1.6 Ενόσω ο Ιωάννης Μάρκος τιμούσε τον Κύριο, ο Πέτρος ξαφνιάστηκε από τη θέα των κάρβουνων που κοκκίνιζαν εκεί πάνω στην παραλία. Η σκηνή του υπενθύμισε πολύ ζωηρά τη φωτιά τα μεσάνυχτα στην αυλή του Άννα, όπου είχε αρνηθεί τον Κύριο, αλλά ταράχτηκε και, γονατίζοντας στα πόδια του Κυρίου, αναφώνησε, «Κύριέ μου!».
192:1.7 Ο Πέτρος μετά ενώθηκε με τους συντρόφους του που έσερναν το δίχτυ. Όταν εναπόθεσαν τη ψαριά τους, μέτρησαν τα ψάρια και υπήρχαν 153 μεγάλα. Και πάλι έγινε το λάθος λέγοντας ότι αυτή ήταν άλλη μια θαυματουργική ψαριά. Δεν υπήρξε θαύμα που να συνδέθηκε με το επεισόδιο αυτό[8]. Ήταν απλά μια άσκηση της προγνωστικής ικανότητας του Κυρίου. Ήξερε ότι τα ψάρια ήταν εκεί και ανάλογα κατεύθυνε τους αποστόλους πού να ρίξουν το δίχτυ.
192:1.8 Ο Ιησούς τους μίλησε, λέγοντας: «Ελάτε τώρα, όλοι σας, να προγευματίσετε. Ακόμα και οι δίδυμοι να καθίσουν κάτω ενόσω μιλάω μαζί σας. Ο Ιωάννης Μάρκος θα φτιάξει τα ψάρια». Ο Ιωάννης Μάρκος έφερε επτά ευμεγέθη ψάρια, τα οποία ο Κύριος έβαλε στη φωτιά, και όταν ψήθηκαν, το αγόρι τα σερβίρισε στους δέκα[9]. Ύστερα ο Ιησούς έκοψε το ψωμί και το έδωσε στον Ιωάννη, που με τη σειρά το σερβίρισε στους πεινασμένους αποστόλους. Όταν πήραν όλοι, ο Ιησούς είπε στον Ιωάννη Μάρκο να καθίσει κάτω ενώ ο ίδιος σέρβιρε ψάρι και ψωμί στο αγόρι. Καθώς έτρωγαν, ο Ιησούς φλυάρησε μαζί τους και διηγήθηκε τις πολλές εμπειρίες τους στη Γαλιλαία εκεί στην ίδια λίμνη.
192:1.9 Αυτή ήταν η τρίτη φορά που ο Ιησούς παρουσιάστηκε στους αποστόλους σαν σύνολο[10]. Όταν ο Ιησούς απευθύνθηκε την πρώτη φορά σ’ αυτούς, ρωτώντας τους αν είχαν πιάσει κανένα ψάρι, δεν υποπτεύθηκαν ποιος ήταν γιατί αυτή ήταν μια συνηθισμένη εμπειρία των ψαράδων της Θάλασσας της Γαλιλαίας, όταν έβγαιναν στην ακτή να τους πλευρίζουν με τον τρόπο αυτό οι έμποροι ψαριών της Ταρίχεας, που συνήθως ήταν διαθέσιμοι να αγοράσουν τα φρέσκα ψάρια για τα εργαστήρια αποξήρανσης.
192:1.10 Ο Ιησούς φλυάρησε με τους δέκα αποστόλους και τον Ιωάννη Μάρκο περισσότερο από μια ώρα, και μετά περπάτησε πάνω και κάτω στην παραλία, μιλώντας ανά δυο μαζί τους – όχι όμως τα ίδια ζευγάρια που είχε πρωτοστείλει να διδάξουν. Και οι έντεκα απόστολοι είχαν έρθει μαζί από την Ιερουσαλήμ, αλλά ο Σίμων ο Ζηλωτής απελπιζόταν όλο και πιο πολύ καθώς πλησίαζαν στη Γαλιλαία, και έτσι, όταν έφτασαν στη Βηθσαϊδά, εγκατέλειψε τους αδελφούς του και γύρισε σπίτι του.
192:1.11 Πριν τους αποχαιρετήσει το πρωί, ο Ιησούς έδωσε οδηγία δυο απόστολοι να προσφερθούν να πάνε στο Σίμωνα το Ζηλωτή και να τον φέρουν πίσω εκείνη την ίδια μέρα. Και το έκαναν ο Πέτρος και ο Ανδρέας.
192:2.1 Όταν αποτέλειωσαν το πρωινό, και ενόσω οι άλλοι καθόντουσαν γύρω από τη φωτιά, ο Ιησούς ένευσε στον Πέτρο και στον Ιωάννη να πάνε μαζί του μια βόλτα στην παραλία. Καθώς βάδιζαν μαζί, ο Ιησούς είπε στον Ιωάννη, «Ιωάννη, με αγαπάς;». Και όταν ο Ιωάννης απάντησε, «Ναι, Κύριε, με όλη μου την καρδιά», ο Κύριος είπε: «Τότε, Ιωάννη, άφησε την αδιαλλαξία σου και μάθε να αγαπάς τους ανθρώπους όπως σε αγάπησα εγώ. Αφιέρωσε τη ζωή σου στην απόδειξη ότι η αγάπη είναι το μεγαλύτερο πράγμα στον κόσμο. Είναι η αγάπη του Θεού που ωθεί τους ανθρώπους να αναζητούν τη σωτηρία. Η αγάπη είναι ο πρόγονος κάθε πνευματικής καλοσύνης, το άρωμα της αλήθειας και της ομορφιάς».
192:2.2 Ο Ιησούς μετά στράφηκε προς τον Πέτρο και ρώτησε, «Πέτρο, με αγαπάς;». Ο Πέτρος απάντησε, «Κύριε, γνωρίζεις ότι σε αγαπώ με όλη τη ψυχή μου»[11]. Τότε είπε ο Ιησούς: «Αν με αγαπάς, Πέτρο, βόσκε τα αρνιά μου. Μην παραμελήσεις να υπηρετείς τους αδύνατους, τους φτωχούς και τους νέους[12]. Κήρυξε το ευαγγέλιο χωρίς φόβο ή όφελος. Να θυμάσαι πάντα ότι ο Θεός δεν είναι λάτρης προσώπων. Υπηρέτησε τους συνανθρώπους σου όπως σε υπηρέτησα εγώ. Να συγχωρείς τους θνητούς συνανθρώπους σου όπως σε συγχώρησα εγώ. Άσε την εμπειρία να σε διδάσκει την αξία του διαλογισμού και τη δύναμη του λογικού στοχασμού».
192:2.3 Αφού περπάτησαν μαζί λίγο παρά κάτω, ο Ιησούς γύρισε στον Πέτρο και ρώτησε, «Πέτρο, με αγαπάς αληθινά;». Και τότε είπε ο Σίμων, «Ναι, Κύριε, γνωρίζεις ότι σε αγαπώ»[13]. Και πάλι είπε ο Ιησούς: «Τότε ποίμαινε τα πρόβατά μου. Να είσαι ένας καλός και αληθινός βοσκός για το κοπάδι. Να μην προδώσεις την εμπιστοσύνη τους σε σένα. Να μη πέσεις εξ απήνης στα χέρια του εχθρού. Να είσαι επιφυλακή όλο τον καιρό – να προσέχεις και να προσεύχεσαι».
192:2.4 Όταν περπάτησαν λίγα βήματα παραπέρα, ο Ιησούς γύρισε στον Πέτρο και, για τρίτη φορά, ρώτησε, «Πέτρο, μ’ αγαπάς πραγματικά;». Και τότε ο Πέτρος, θλιβόμενος ελαφρά από τη φαινόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης του Κυρίου, είπε με αρκετή συγκίνηση, «Κύριε, γνωρίζεις όλα τα πράγματα, και επομένως γνωρίζεις ότι αληθινά και πραγματικά σ’ αγαπώ»[14]. Τότε είπε ο Ιησούς: «Βόσκε τα πρόβατά μου. Μην εγκαταλείψεις το κοπάδι. Γίνε παράδειγμα και έμπνευση για όλους τους συντρόφους σου βοσκούς. Αγάπησε το κοπάδι όπως σε αγάπησα εγώ και αφιέρωσε τον εαυτό σου για την ευημερία τους όπως αφιέρωσα τη ζωή μου για την ευημερία σου[15]. Και ακολούθησέ με ακόμα και μέχρι το τέλος».
192:2.5 Ο Πέτρος εξέλαβε την τελευταία αναφορά κυριολεκτικά – ότι έπρεπε να συνεχίσει να τον ακολουθεί – και γυρίζοντας στον Ιησού, έδειξε τον Ιωάννη, ρωτώντας, «Αν σε ακολουθήσω, τι θα κάνει αυτός ο άνδρας;». Και τότε, καταλαβαίνοντας ότι ο Πέτρος είχε παρεξηγήσει τα λόγια του, ο Ιησούς είπε: «Πέτρο, μην ενδιαφέρεσαι για το τι θα κάνουν τ’ αδέλφια σου[16]. Αν θέλω να παραμείνει ο Ιωάννης μετά τη δική σου αναχώρηση, ακόμα και έως ότου γυρίσω πάλι, τι σημαίνει αυτό για σένα; Μόνο να είσαι σίγουρος ότι με ακολουθείς».
192:2.6 Αυτή η παρατήρηση διαδόθηκε μέσα στους αδελφούς και το εξέλαβαν σαν μια δήλωση του Ιησού με την έννοια ότι ο Ιωάννης δεν θα πέθαινε πριν από την επιστροφή του Κυρίου, όπως πολλοί πίστευαν και ήλπιζαν ότι θα ίδρυε τη βασιλεία με δύναμη και δόξα. Ήταν αυτή η ερμηνεία των λόγων του Ιησού που συνετέλεσε πολύ στο γυρισμό του Σίμωνα του Ζηλωτή πίσω στην υπηρεσία, και τον κράτησε στο έργο[17].
192:2.7 Όταν επέστρεψαν στους άλλους, ο Ιησούς πήγε για μια βόλτα και συζήτηση με τον Ανδρέα και τον Ιάκωβο. Όταν απομακρύνθηκαν λιγάκι, ο Ιησούς είπε στον Ανδρέα, «Ανδρέα, με εμπιστεύεσαι;». Και όταν ο πρώην αρχηγός των αποστόλων άκουσε τον Ιησού να κάνει αυτή την ερώτηση, στάθηκε ακίνητος και αποκρίθηκε, «Ναι, Κύριε, βέβαια σε εμπιστεύομαι, και το ξέρεις». Τότε είπε ο Ιησούς: «Ανδρέα, αν με εμπιστεύεσαι, εμπιστέψου περισσότερο τ’ αδέλφια σου – ακόμα και τον Πέτρο. Κάποτε σου εμπιστεύτηκα την αρχηγία των αδελφών σου. Τώρα πρέπει να εμπιστεύεσαι άλλους καθώς θα σε αφήσω και θα πάω στον Πατέρα. Όταν τ’ αδέλφια σου αρχίσουν να διασκορπίζονται εξαιτίας σφοδρών διωγμών, να είσαι συνετός και γνωστικός σύμβουλος για τον Ιάκωβο, τον εξ αίματος αδελφό μου, όταν θα βάλουν βαριά φορτία πάνω του, τα οποία δεν θα είναι προετοιμασμένος από την πείρα, να κουβαλήσει. Και ύστερα συνέχισε να εμπιστεύεσαι, γιατί δεν θα σε απογοητεύσω. Όταν τελειώσεις με τη γη, θα έρθεις σε μένα».
192:2.8 Ύστερα ο Ιησούς γύρισε στον Ιάκωβο, ρωτώντας, «Ιάκωβε, με εμπιστεύεσαι;». Και βέβαια ο Ιάκωβος απάντησε, «Ναι, Κύριε, σε εμπιστεύομαι με όλη μου την καρδιά». Τότε είπε ο Ιησούς: «Ιάκωβε, αν με εμπιστευθείς περισσότερο, θα είσαι λιγότερο ανυπόμονος με τους αδελφούς σου. Αν με εμπιστευθείς, θα σε βοηθήσει να γίνεις πιο ευγενής με την αδελφότητα των πιστών. Μάθε να υπολογίζεις τις συνέπειες των λόγων και των πράξεών σου[18]. Να θυμάσαι ότι ο θερισμός είναι ανάλογος με τη σπορά. Να προσεύχεσαι για ηρεμία του πνεύματος και να καλλιεργείς την υπομονή[19]. Αυτές οι χάρες, μαζί με τη ζωντανή πίστη, θα σε υποστηρίξουν όταν θα έρθει η ώρα να πιεις το ποτήρι της θυσίας. Αλλά μη δειλιάσεις ποτέ, όταν θα τελειώσεις με τη γη, θα έρθεις κι εσύ για να είσαι μαζί μου».
192:2.9 Ο Ιησούς μετά μίλησε με το Θωμά και το Ναθαναήλ. Είπε στο Θωμά, «Θωμά, με υπηρετείς;». Ο Θωμάς απάντησε, «Ναι, Κύριε, σε υπηρετώ τώρα και πάντα». Τότε είπε ο Ιησούς: «Αν με υπηρετείς, υπηρέτησε τους θνητούς αδελφούς μου όπως σε υπηρέτησα. Και μη βαρεθείς να κάνεις αυτές τις καλές πράξεις αλλά να επιμένεις σαν ένας που έχει χειροτονηθεί από το Θεό στην υπηρεσία της αγάπης. Όταν τελειώσεις την υπηρεσία σου σχετικά με μένα στη γη, θα υπηρετείς μαζί μου με δόξα. Θωμά πρέπει να σταματήσεις να αμφιβάλεις. Πρέπει να αυξήσεις την πίστη σου και τη γνώση της αλήθειας. Πίστευε στο Θεό όπως ένα παιδί αλλά σταμάτησε να αντιδράς τόσο παιδαριώδη. Να έχεις θάρρος, να είσαι δυνατός στην πίστη και ισχυρός στη βασιλεία του Θεού».
192:2.10 Μετά είπε ο Κύριος στο Ναθαναήλ, «Ναθαναήλ, με υπηρετείς;». Και ο απόστολος απάντησε, «Ναι, Κύριε, και με αμέριστη αγάπη». Τότε είπε ο Ιησούς: «Αν, λοιπόν, με υπηρετείς με όλη σου την καρδιά, βεβαιώσου ότι θα αφιερωθείς στην ευημερία των αδελφών μου στη γη με ακούραστη αγάπη. Ανακάτεψε φιλικότητα στις συμβουλές σου και πρόσθεσε αγάπη στη φιλοσοφία σου. Υπηρέτησε τους συνανθρώπους σου όπως σε υπηρέτησα εγώ. Να είσαι πιστός στους ανθρώπους όπως σας φύλαγα κι εγώ. Να είσαι λιγότερο επικριτικός. Να περιμένεις λιγότερα από κάποιους ανθρώπους και έτσι να ελαττώνεις το μέγεθος της απογοήτευσής σου. Και όταν το έργο εδώ κάτω τελειώσει, θα υπηρετείς μαζί μου στα ύψη».
192:2.11 Μετά από αυτό ο Κύριος μίλησε με το Ματθαίο και το Φίλιππο. Στο Φίλιππο είπε, «Φίλιππε, με υπακούς;». Ο Φίλιππος αποκρίθηκε, «Ναι, Κύριε, θα σε υπακούω και με τη ζωή μου ακόμα»[20]. Τότε είπε ο Ιησούς: «Αν με υπακούς, πήγαινε τότε στις χώρες των εθνικών και κήρυξε το ευαγγέλιο[21]. Οι προφήτες σάς είπαν ότι η υπακοή είναι καλύτερη από τη θυσία. Με πίστη έχεις γίνει ένα παιδί της βασιλείας που γνωρίζει το Θεό. Δεν υπάρχει παρά μόνο ένας νόμος που πρέπει να υπακούσεις – κι αυτός είναι η εντολή να πας και να κηρύξεις το ευαγγέλιο της βασιλείας. Πάψε να φοβάσαι τους ανθρώπους. Γίνε ατρόμητος στο κήρυγμα των καλών νέων της αιώνιας ζωής για τους συνανθρώπους σου που μαραζώνουν στο σκοτάδι και πεινάνε για το φως της αλήθειας. Μην απασχοληθείς περισσότερο, Φίλιππε, με χρήματα και αγαθά. Είσαι τώρα ελεύθερος να κηρύξεις τις καλές ειδήσεις όπως είναι και τ’ αδέλφια σου. Και θα πηγαίνω μπροστά σου και θα είμαι μαζί σου μέχρι το τέλος».
192:2.12 Και μετά, μιλώντας στο Ματθαίο, ο Κύριος ρώτησε, «Ματθαίε, το έχεις μέσα σου να με υπακούς;». Ο Ματθαίος απάντησε, «Ναι, Κύριε, έχω αφιερωθεί τελείως στο να κάνω το θέλημά σου». Τότε είπε ο Κύριος: «Ματθαίε, αν με υπακούς, πήγαινε να διδάξεις σε όλους τους λαούς το ευαγγέλιο της βασιλείας. Δεν θα προσφέρεις άλλο στους αδελφούς σου τα υλικά πράγματα της ζωής. Από δω και πέρα θα κηρύττεις τα καλά νέα της πνευματικής σωτηρίας. Από τώρα και μετά να έχεις μάτια για να εκτελείς μόνο την εντολή να κηρύττεις το ευαγγέλιο της βασιλείας του Πατέρα. Όπως εγώ έκανα το θέλημα του Πατέρα στη γη, έτσι να εκπληρώσεις τη θεϊκή εντολή. Να θυμάσαι, και οι Ιουδαίοι αλλά και οι εθνικοί είναι αδέλφια σου. Μη φοβάσαι κανένα όταν κηρύττεις τις σωτήριες αλήθειες του ευαγγελίου της βασιλείας των ουρανών. Και εκεί που πηγαίνω, θα έρθεις γρήγορα’.
192:2.13 Μετά περπάτησε και μίλησε με τους δίδυμους Αλφαίους, τον Ιάκωβο και τον Ιούδα, και μιλώντας και στους δυο, ρώτησε, «Ιάκωβε και Ιούδα, πιστεύετε σε μένα;». Και όταν και οι δυο απάντησαν, «Ναι, Κύριε, πιστεύουμε», αυτός είπε: «Γρήγορα θα σας αφήσω. Βλέπετε ότι ήδη σας έχω αφήσει με τη θνητή μορφή. Θα μείνω για λίγο διάστημα με τη μορφή αυτή πριν πάω στον Πατέρα μου. Πιστεύετε σε μένα – είστε οι απόστολοί μου, και πάντα θα είστε. Συνεχίστε να πιστεύετε και να θυμάστε τη συνεργασία σας μαζί μου, όταν θα έχω φύγει, και όταν ίσως, επιστρέψετε στην εργασία που κάνατε, πριν έρθετε να ζήσετε μαζί μου. Μην επιτρέψετε ποτέ μια αλλαγή της εργασίας σας να επηρεάσει την πίστη σας. Πιστεύετε στο Θεό μέχρι το τέλος των ημερών σας στη γη. Ποτέ μην ξεχνάτε ότι, όταν είστε πιστά παιδιά του Θεού, κάθε έντιμη εργασία του κόσμου είναι ιερή. Τίποτε δεν μπορεί να είναι κοινό όταν το κάνει ένα παιδί του Θεού. Κάντε, λοιπόν, τη δουλειά σας από την ώρα αυτή, σαν να είναι για το Θεό. Και όταν θα έχετε τελειώσει με τον κόσμο αυτό, έχω άλλους και καλύτερους κόσμους όπου παρόμοια θα εργάζεστε για μένα. Και σε όλη αυτή την εργασία, σ’ αυτό τον κόσμο ή σε άλλους, θα εργάζομαι μαζί σας, και το πνεύμα μου θα κατοικεί μέσα σας».
192:2.14 Ήταν σχεδόν δέκα όταν ο Ιησούς γύρισε από τη συνομιλία του με τους διδύμους Αλφαίους, και καθώς άφηνε τους αποστόλους, είπε: «Έχετε γεια, μέχρι να σας συναντήσω όλους στο βουνό της χειροτονίας σας αύριο το μεσημέρι». Όταν μίλησε έτσι, χάθηκε από τα μάτια τους.
192:3.1 Το μεσημέρι του Σαββάτου, 22 Απριλίου, οι έντεκα απόστολοι μαζεύτηκαν στην καθορισμένη συνάντηση στο λόφο κοντά στην Καπερναούμ, και ο Ιησούς εμφανίστηκε ανάμεσά τους[22]. Η συνάντηση αυτή έγινε στο ίδιο βουνό όπου ο Κύριος τους είχε χρίσει αποστόλους του και πρεσβευτές της βασιλείας του Πατέρα στη γη. Και αυτή ήταν η δέκατη τέταρτη μοροντιανή εμφάνιση του Κυρίου.
192:3.2 Την ώρα εκείνη οι έντεκα απόστολοι γονάτισαν σε κύκλο γύρω από τον Κύριο και τον άκουσαν να επαναλαμβάνει τις ευθύνες και τον είδαν να ξαναθεσπίζει τη σκηνή της χειροτονίας όπως τότε που πρωτοχρίστηκαν για το ειδικό έργο της βασιλείας. Και όλα αυτά ήταν σαν μια ανάμνηση της πρώτης αφιέρωσής τους στην υπηρεσία του Πατέρα, εκτός από την προσευχή του Κυρίου. Όταν ο Κύριος – ο μοροντιανός Ιησούς – προσευχήθηκε τώρα, έγινε με μεγαλοπρεπή τρόπο και με λέξεις δύναμης τέτοιες που οι απόστολοι δεν είχαν ακούσει ξανά. Ο Κύριός τους μίλησε τώρα με τους αρχηγούς του σύμπαντος σαν ένας που, στο δικό του σύμπαν, είχε όλη τη δύναμη και την εξουσία επιφορτισμένη στα χέρια του[23]. Και αυτοί οι έντεκα άνδρες δεν ξέχασαν ποτέ την εμπειρία αυτή της μοροντιανής επαναφιέρωσης, από τις προηγούμενες δεσμεύσεις σαν πρεσβευτές. Ο Κύριος πέρασε μια ώρα σε αυτό το βουνό με τους πρεσβευτές του, και αφού τους αποχαιρέτησε τρυφερά χάθηκε από το βλέμμα τους.
192:3.3 Και κανείς δεν είδε τον Ιησού για μια ολόκληρη βδομάδα. Οι απόστολοι δεν είχαν πραγματικά ιδέα τι να πράξουν, ούτε γνώριζαν αν ο Κύριος είχε πάει στον Πατέρα του. Σ’ αυτή την κατάσταση της αβεβαιότητας έμειναν στη Βηθσαϊδά. Φοβόντουσαν να πάνε για ψάρεμα μήπως κι ερχόταν να τους μιλήσει και παρέλειπαν να τον δουν. Κατά τη διάρκεια όλης της βδομάδας ο Ιησούς ήταν απασχολημένος με τις μοροντιανές υπάρξεις στη γη και με τις υποθέσεις της μοροντιανής μετάβασης την οποία βίωνε στον κόσμο.
192:4.1 Η είδηση των εμφανίσεων του Ιησού εξαπλώθηκε σε όλη τη Γαλιλαία, και κάθε μέρα μεγαλύτεροι αριθμοί πιστών έφταναν στην οικία του Ζεβεδαίου για να ρωτήσουν για την ανάσταση του Κυρίου και να ανακαλύψουν την αλήθεια γύρω από αυτές τις φημισμένες εμφανίσεις. Ο Πέτρος, στην αρχή της βδομάδας, ειδοποίησε ότι θα συγκαλούσε δημόσια συγκέντρωση στην άκρη της λίμνης το επόμενο Σάββατο στις τρεις το απόγευμα.
192:4.2 Συνεπώς, το Σάββατο 29 Απριλίου, στις τρεις, περισσότεροι από πεντακόσιοι πιστοί από τα περίχωρα της Καπερναούμ μαζεύτηκαν στη Βηθσαϊδά για να ακούσουν τον Πέτρο να βγάζει τον πρώτο δημόσιο λόγο του μετά την ανάσταση[24]. Ο απόστολος ήταν στην καλύτερη φόρμα του, και αφού τελείωσε την ευχάριστη ομιλία του, λίγοι από τους ακροατές του αμφισβήτησαν ότι ο Κύριος είχε αναστηθεί από τους νεκρούς.
192:4.3 Ο Πέτρος τελείωσε το λόγο του, λέγοντας: «Επιβεβαιώνουμε ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος δεν είναι νεκρός. Δηλώνουμε ότι αναστήθηκε από το μνήμα[25]. Διακηρύσσουμε ότι τον είδαμε και μιλήσαμε μαζί του». Μόλις έκανε τη διακήρυξη αυτή της πίστης, εκεί στο πλευρό του, τελείως ορατός από όλους τους ανθρώπους, ο Κύριος εμφανίστηκε με μοροντιανή μορφή και, μιλώντας τους με οικεία προφορά, είπε, «Ειρήνη σε σας, και σας αφήνω την ειρήνη μου». Αφού εμφανίστηκε μ’ αυτό τον τρόπο και τους μίλησε έτσι, χάθηκε από μπροστά τους. Αυτή ήταν η δέκατη πέμπτη μοροντιανή εμφάνιση του αναστημένου Ιησού.
192:4.4 Εξαιτίας ορισμένων πραγμάτων που ελέχθησαν στους έντεκα καθόσο διάστημα βρίσκονταν σε σύσκεψη με τον Κύριο, στο βουνό της χειροτονίας, οι απόστολοι είχαν την εντύπωση ότι ο Κύριός τους θα έκανε σύντομα μια δημόσια εμφάνιση μπροστά σε μια ομάδα Γαλιλαίων πιστών, και ότι, αφού θα το έκανε, θα επέστρεφε στην Ιερουσαλήμ. Συνεπώς, νωρίς την άλλη μέρα, την Κυριακή 30 Απριλίου, οι έντεκα άφησαν τη Βηθσαϊδά και γύρισαν στην Ιερουσαλήμ. Έκαναν αξιοσημείωτη διδασκαλία και κήρυγμα στο δρόμο κάτω για τον Ιορδάνη, έτσι δεν έφτασαν στην οικία του Μάρκου στην Ιερουσαλήμ παρά αργά την Τετάρτη 3 Μαΐου.
192:4.5 Ήταν μια θλιβερή επιστροφή για τον Ιωάννη Μάρκο. Λίγες ώρες πριν φτάσει σπίτι, ο πατέρας του, Ηλίας Μάρκος, πέθανε ξαφνικά από αιμορραγία στο κεφάλι. Αν και η σκέψη της βεβαιότητας της ανάστασης των νεκρών συνετέλεσε πολύ για να παρηγορήσει τους αποστόλους στη θλίψη τους, συγχρόνως θρηνούσαν αληθινά για το χαμό του καλού τους φίλου, που υπήρξε ακλόνητος υποστηρικτής ακόμα και στις ώρες των μεγάλων βασάνων και της απογοήτευσης. Ο Ιωάννης Μάρκος έκανε ό,τι μπορούσε για να παρηγορήσει τη μητέρα του και, μιλώντας αντί για κείνη, κάλεσε τους αποστόλους να συνεχίσουν να θεωρούν σπιτικό τους το σπίτι της. Και οι έντεκα έκαναν το υπερώο αρχηγείο τους μέχρι την ημέρα της Πεντηκοστής.
192:4.6 Οι απόστολοι είχαν σκόπιμα εισέλθει στην Ιερουσαλήμ μετά που έπεσε η νύχτα, ώστε να μη γίνουν ορατοί από τις Ιουδαϊκές αρχές. Ούτε εμφανίστηκαν δημόσια σε συνδυασμό με την κηδεία του Ηλία Μάρκου. Όλη την επόμενη ημέρα παρέμειναν ήσυχα σε απομόνωση στο επεισοδιακό υπερώο.
192:4.7 Την Πέμπτη το βράδυ οι απόστολοι είχαν μια υπέροχη συνάντηση στο υπερώο και όλοι δεσμεύτηκαν να κηρύξουν δημόσια το νέο ευαγγέλιο του αναστημένου Κυρίου εκτός από το Θωμά, το Σίμωνα το Ζηλωτή και τους δίδυμους Αλφαίους. Είχαν ήδη αρχίσει τα πρώτα βήματα της αλλαγής του ευαγγελίου της βασιλείας – της συγγένειας με το Θεό και την αδελφότητα των ανθρώπων – με τη διακήρυξη της ανάστασης του Ιησού. Ο Ναθαναήλ είχε αντίρρηση για την αλλαγή αυτή του κυρίου θέματος του δημόσιου μηνύματός τους, αλλά δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην ευγλωττία του Πέτρου, ούτε μπόρεσε να υπερνικήσει τον ενθουσιασμό των μαθητών, ιδιαίτερα των γυναικών πιστών.
192:4.8 Και έτσι, κάτω από τη δυναμική αρχηγεία του Πέτρου και πριν ο Κύριος ανεβεί στον πατέρα του, οι καλοπροαίρετοι αντιπρόσωποί του άρχισαν την επιδέξια διαδικασία της σταδιακής και σίγουρης αλλαγής της θρησκείας του Ιησού σε μια νέα και μεταλλαγμένη μορφή θρησκείας περί τον Ιησού.
Εγγραφο 191. ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥΣ ΑΡΧΗΓΟΥΣ |
Δείκτης
Πολλαπλή έκδοση |
Εγγραφο 193. ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΗΨΗ |