© 2018 Ίδρυμα Ουράντια
2:0.1 ΔΟΘΕΝΤΟΣ ότι η υψηλότερη δυνατή αντίληψη για το Θεό περικλείεται στα ανθρώπινα πρότυπα και ιδεώδη για την πρωταρχική και άπειρη προσωπικότητα, είναι θεμιτό, και μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμο, το να μελετήσουμε ορισμένα χαρακτηριστικά της θείας φύσης που συνθέτουν την προσωπικότητα του Θεού. Η φύση του Θεού μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητή με την αποκάλυψη του Πατέρα, την οποία ο Μιχαήλ του Νέβαδον εξέθεσε στις πολλαπλές του διδασκαλίες, αλλά και την υπέροχη θνητή ζωή του στην σάρκα. Η θεία φύση μπορεί, επίσης, να γίνει πληρέστερα κατανοητή από τον άνθρωπο αν αυτός θεωρήσει τον εαυτό του παιδί του Θεού και αντιμετωπίσει τον Δημιουργό του Παραδείσου σαν ένα αληθινό πνευματικό πατέρα.
2:0.2 Η φύση του Θεού μπορεί να μελετηθεί με την αποκάλυψη υπέρτατων ιδεών, ο θείος χαρακτήρας μπορεί να γίνει αντιληπτός από το νου ως απεικόνιση ουράνιων ιδανικών, η πλέον, ωστόσο, διαφωτιστική και πνευματικά εποικοδομητική από όλες τις αποκαλύψεις της θείας φύσης πρέπει να αναζητηθεί στην κατανόηση της θρησκευτικής ζωής του Ιησού της Ναζαρέτ, τόσο πριν όσο και μετά το επίτευγμά του της πλήρους συνειδητοποίησης του θείου. Αν η ενσάρκωση του Μιχαήλ θεωρηθεί ως υπόβαθρο της αποκάλυψης του Θεού στον άνθρωπο, μπορούμε να επιχειρήσουμε την έκφραση, με ανθρώπινα λεκτικά σύμβολα, ορισμένων ιδεών και ιδανικών που αφορούν την θεία φύση, τα οποία είναι δυνατόν να συνεισφέρουν στην περαιτέρω διαφώτιση και ενοποίηση της ανθρώπινης αντίληψης πάνω στη φύση και το χαρακτήρα της προσωπικότητας του Συμπαντικού Πατέρα.
2:0.3 Σε όλες τις προσπάθειές μας να διευρύνουμε και να πνευματικοποιήσουμε την ανθρώπινη αντίληψη για το Θεό, εμποδιζόμαστε τρομακτικά από την περιορισμένη ικανότητα του θνητού νου. Σοβαρά, επίσης, μας εμποδίζουν στην εκτέλεση της αποστολής μας οι περιορισμοί της γλώσσας καθώς και η πενία των μέσων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να απεικονίσουμε, ή να συγκρίνουμε, προσπαθώντας να περιγράψουμε θείες αξίες και να παρουσιάσουμε θρησκευτικές έννοιες στον πεπερασμένο, θνητό νου των ανθρώπων. Όλες οι προσπάθειές μας να διευρύνουμε την ανθρώπινη αντίληψη για το Θεό θα ήταν ανώφελες, αν δεν συνέβαινε ο θνητός νους να κατοικείται από τον πληρούντα Προσαρμοστή του Πατέρα του Σύμπαντος και να διαποτίζεται από το Πνεύμα της Αλήθειας του Δημιουργού Υιού. Εξαρτώμενος, λοιπόν, από την παρουσία των θείων αυτών πνευμάτων, μέσα στην ανθρώπινη καρδιά για βοήθεια, προκειμένου να διευρυνθεί η αντίληψη για τον Θεό, με χαρά αναλαμβάνω την εκτέλεση της εντολής που μου δόθηκε να προσπαθήσω την περαιτέρω απεικόνιση της φύσης του Θεού στον ανθρώπινο νου.
2:1.1 «Δεν μπορούμε να τον ανακαλύψουμε αγγίζοντας το Άπειρο. Τα θεία βήματα είναι άγνωστα[1].» «Η κατανόησή του είναι άπειρη και το μεγαλείο του ανεξερεύνητο[2].» Το εκτυφλωτικό φως της παρουσίας του Πατέρα είναι τέτοιο που στα ταπεινά του πλάσματα φαίνεται «να κατοικεί στο πυκνό σκοτάδι[3].» Δεν είναι μόνο οι σκέψεις και τα σχέδιά του ανεξερεύνητα, «αλλά κάνει αναρίθμητα μεγάλα και θαυμαστά πράγματα»[4]. «Ο Θεός είναι μέγας. Δεν τον κατανοούμε, ούτε μπορούμε να ερευνήσουμε την ηλικία του[5].» «Θα κατοικήσει, πραγματικά, ο Θεός στη γη; Προσοχή, ο ουρανός (το σύμπαν) και ο ουρανός των ουρανών (το σύμπαν των συμπάντων) δεν τον χωρούν.» «Πόσο ανεξερεύνητη είναι η κρίση του και πόσο απροσπέλαστοι οι τρόποι του!»[6]
2:1.2 «Δεν υπάρχει παρά μόνο ένας Θεός, ο άπειρος Πατέρας, που επίσης είναι ένας πιστός Δημιουργός[7].» «Ο θείος Δημιουργός είναι μαζί και ο Συμπαντικός Διαθέτης, η απαρχή και η μοίρα των ψυχών. Είναι η Ύψιστη Ψυχή, ο Πρωταρχικός Νους και το Χωρίς Όρια Πνεύμα ολόκληρης της δημιουργίας[8].» «Ο μέγας Ελεγκτής είναι αλάθητος. Λάμπει στο μεγαλείο και τη δόξα[9].» «Ο Δημιουργός Θεός στερείται παντελώς φόβου και εχθρότητας. Είναι αθάνατος, αιώνιος, αυθύπαρκτος, θείος και γενναιόδωρος[10].» «Πόσο αγνός και ωραίος, πόσο βαθύς και απροσμέτρητος είναι ο ουράνιος Προπάτορας των πάντων!» «Το Άπειρο είναι κάτι παραπάνω από υπέροχο, επειδή μεταδίδει τον εαυτό του στον άνθρωπο. Είναι η αρχή και το τέλος, ο Πατέρας κάθε αγαθού και τέλειου σκοπού[11].» «Για τον Θεό όλα είναι δυνατά[12]. Ο αιώνιος Δημιουργός είναι η αιτία των αιτιών.»
2:1.3 Παρά το άπειρο των καταπληκτικών εκδηλώσεων της αιώνιας και παγκόσμιας προσωπικότητας του Πατέρα, ο ίδιος έχει απόλυτη συνείδηση τόσο του απείρου, όσο και της αιωνιότητάς του. Κατά τον ίδιο τρόπο γνωρίζει πλήρως την τελειότητα και τη δύναμή του. Είναι η μοναδική ύπαρξη στο σύμπαν, πέρα από τους θείους ισόβαθμούς του, που βιώνει μία τέλεια, επιτυχή και απόλυτη αποτίμηση του εαυτού του.
2:1.4 Ο Πατέρας διαρκώς και χωρίς να σφάλει ικανοποιεί τις ανάγκες της διαφορικότητας των αιτημάτων από τον εαυτό του, καθώς από καιρό σε καιρό αλλάζουν στους διάφορους τομείς του κυρίαρχου σύμπαντος. Ο μέγας Θεός γνωρίζει και κατανοεί τον εαυτό του. Έχει άπειρη συνείδηση όλων των πρωταρχικών του χαρακτηριστικών της τελειότητας. Ο Θεός δεν είναι κάποιο κοσμικό ατύχημα[13]. Ούτε πειραματιστής του σύμπαντος. Οι Ηγεμόνες του Σύμπαντος μπορούν να εμπλέκονται σε περιπέτειες. Οι Πατέρες των Αστερισμών μπορούν να πειραματίζονται. Οι επικεφαλείς των συστημάτων μπορούν να εξασκούνται. Ο Πατέρας, όμως, του Σύμπαντος βλέπει το τέλος από την αρχή, το θείο του σχέδιο και οι αιώνιοι στόχοι του αγκαλιάζουν και κατανοούν, στην πραγματικότητα, όλα τα πειράματα και όλα τα τολμήματα των υποτελών του, σε κάθε κόσμο, σύστημα και αστερισμό, σε κάθε σύμπαν της απέραντης κυριότητάς του.
2:1.5 Τίποτα δεν είναι καινούργιο για το Θεό και κανένα κοσμικό γεγονός δεν τον εκπλήσσει[14]. Κατοικεί στον κύκλο της αιωνιότητας[15]. Είναι χωρίς αρχή και χωρίς τέλος ημερών. Για τον Θεό δεν υπάρχει παρελθόν, παρόν, ή μέλλον[16]. Ο χρόνος είναι πάντα το παρόν, σε κάθε δεδομένη στιγμή. Είναι το μέγα και μοναδικό ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ.
2:1.6 Ο Πατέρας του Σύμπαντος είναι απόλυτα και απεριόριστα άπειρος σε όλα του τα χαρακτηριστικά. Και τούτο το γεγονός αφ’ εαυτού τον αποκλείει αυτόματα από κάθε άμεση, προσωπική επικοινωνία με τις πεπερασμένες, υλικές υπάρξεις, καθώς και τα άλλα, κατώτερα, ευφυή πλάσματα .
2:1.7 Και το γεγονός αυτό απαιτεί συγκεκριμένες διευθετήσεις για την επαφή και την επικοινωνία με τα ποικίλα πλάσματά του, όπως έχουν αρχικά ορισθεί στις προσωπικότητες των Παραδείσιων Υιών του Θεού, οι οποίοι, αν και τέλειοι όσον αφορά στη θεία υπόσταση, συχνά μοιράζονται την φύση της ίδιας σάρκας και αίματος των πλανητικών φυλών, γινόμενοι ένας από σας και ένα μ’ εσάς. Έτσι κατά κάποιο τρόπο ο Θεός γίνεται άνθρωπος, όπως συνέβη με την προσφορά του Μιχαήλ, ο οποίος κατονομάστηκε εναλλακτικά Υιός του Θεού αλλά και Υιός του Ανθρώπου. Δεύτερον, υπάρχουν οι προσωπικότητες του Απείρου Πνεύματος, οι ποικίλες ομάδες του σεραφικού πλήθους και των άλλων ουράνιων διανοιών, οι οποίες πλησιάζουν τις ταπεινής καταγωγής υλικές οντότητες και με πάρα πολλούς τρόπους τις φροντίζουν και τις υπηρετούν. Και τρίτον, υπάρχουν οι απρόσωποι Ελεγκτές του Μυστηρίου, οι Προσαρμοστές της Σκέψης, το πραγματικό δώρο του ίδιου του μεγάλου Θεού, που εστάλησαν να ενοικήσουν τα ανθρώπινα πλάσματα όπως εκείνα της Ουράντια, σταλμένοι χωρίς αναγγελία και χωρίς εξήγηση. Σε ατέλειωτη αφθονία κατεβαίνουν από τα ύψη της δόξας για να κοσμήσουν και να ενοικήσουν τον ταπεινό νου των θνητών εκείνων που κατέχουν την ικανότητα της συνειδητοποίησης του Θεού, ή τη δυναμική γι’ αυτό.
2:1.8 Με τους τρόπους αυτούς, αλλά και με πολλούς άλλους, με τρόπους άγνωστους σ’ εσάς και μακράν της πεπερασμένης αντίληψης, ο Πατέρας του Παραδείσου με αγάπη και αποφασιστικότητα κατεβαίνει και διαφοροποιεί, διαλύει και υποβαθμίζει το άπειρο της φύσης του για να μπορέσει να ελκύσει πλησιέστερα το θνητό νου των πλασμάτων παιδιών του. Κι’ έτσι, μέσα από μια σειρά μοιρασμάτων της προσωπικότητάς του, που είναι στην φθίνουσα απόλυτες, ο άπειρος Πατέρας δύναται να απολαμβάνει στενή επαφή με τις πολυποίκιλες ευφυείς υπάρξεις των πολλών βασιλείων του αχανούς σύμπαντός του.
2:1.9 Και όλα τούτα τα έχει πράξει, τα πράττει και πάντα θα συνεχίσει να πράττει χωρίς καθόλου να αποσπάται από το δεδομένο και την πραγματικότητα της άπειρης φύσης του, της αιωνιότητας και της πρωταρχικότητάς του. Κι’ όλα αυτά είναι απόλυτα αληθινά, παρά τη δυσκολία κατανόησης τους, παρά το μυστήριο με το οποίο καλύπτονται, ή την αδυναμία του να γίνουν απόλυτα κατανοητά από πλάσματα σαν αυτά που κατοικούν στην Ουράντια.
2:1.10 Επειδή ο Πρωταρχικός Πατέρας είναι άπειρος στα σχέδια του και αιώνιος στους σκοπούς του, είναι φυσιολογικά αδύνατο για οποιαδήποτε πεπερασμένη ύπαρξη να αντιληφθεί ποτέ, ή να κατανοήσει τα θεία αυτά σχέδια και τους σκοπούς σε όλο τους το μέγεθος. Ο θνητός άνθρωπος μπορεί μια ματιά να ρίξει στις προθέσεις του Πατέρα, μόνον από καιρό σε καιρό, εδώ και εκεί, καθώς αυτές αποκαλύπτονται σε σχέση με τη συμπλήρωση του σχεδίου της ανέλιξης των πλάσματά στα διαδοχικά επίπεδα της συμπαντικής προόδου. Αν και ο άνθρωπος δεν μπορεί να ενστερνισθεί τη σπουδαιότητα του απείρου, ο άπειρος Πατέρας σαφώς κατανοεί πλήρως και με αγάπη αγκαλιάζει την πεπερασμένη φύση όλων των παιδιών του σε όλα τα σύμπαντα.
2:1.11 Ο Πατέρας μοιράζεται τη θεία του φύση και την αιωνιότητα με μεγάλο αριθμό υψηλότερων υπάρξεων του Παραδείσου, αλλά αναρωτιόμαστε εάν το άπειρο και η συνακόλουθη συμπαντική πρωταρχικότητα μοιράζονται πλήρως με οποιονδήποτε εκτός από τους ομοβάθμιους συνεργάτες του της Παραδείσιας Τριάδας. Το άπειρο της προσωπικότητας πρέπει, εν δυνάμει, να αγκαλιάζει όλο το πεπερασμένο της προσωπικότητας[17]. Εξ αυτού συνάγεται η αλήθεια – η κυριολεκτική αλήθεια – της διδασκαλίας που διακηρύσσει ότι «Μέσα απ’ Αυτόν ζούμε και κινούμεθα και υπάρχουμε.» Το κομμάτι αυτό της καθαρής Θεϊκής ουσίας του Πατέρα του Σύμπαντος που ενοικεί στον θνητό άνθρωπο είναι μέρος της άπειρης φύσης της Πρώτης, Μεγάλης Γενεσιουργού Αιτίας και Κέντρου, του Πατέρα των Πατέρων.
2:2.1 Ακόμα και οι αρχαίοι σας προφήτες κατανόησαν την αιώνια κυκλική φύση του Πατέρα του Σύμπαντος, που δεν αρχίζει και δεν τελειώνει ποτέ. Ο Θεός είναι κυριολεκτικά και αιώνια παρών στο σύμπαν του των συμπάντων. Κατοικεί την παρούσα στιγμή, με όλη του την απόλυτη μεγαλοπρέπεια και το αιώνιο μεγαλείο του. «Ο Πατέρας έχει ζωή εν εαυτώ και η ζωή αυτή είναι η αιώνια ζωή[18].» Σ’ ολόκληρη την αιωνιότητα ήταν ο Πατέρας που «δίνει ζωή στα πάντα[19].» Υπάρχει άπειρη τελειότητα στη θεία ακεραιότητα. «Εγώ είμαι ο Κύριος[20]. Δεν μεταβάλλομαι[21][22].» Η γνώση μας για το σύμπαν των συμπάντων δεν αποκαλύπτει μόνο ότι εκείνος είναι ο Πατέρας των φώτων, αλλά ότι και κατά τη διεξαγωγή των διαπλανητικών του υποθέσεων "δεν υπάρχει παρέκκλιση, ούτε σκιά αλλαγής[23].» Εκείνος «προσδιορίζει το τέλος από την αρχή[24][25].» Λέγει: «Οι παραινέσεις μου θα μείνουν σταθερές στο χρόνο. Θα κάνω όλα όσα επιθυμώ», «σύμφωνα με τον αιώνιο σκοπό που προτίθεμαι ν’ αφήσω στον Υιό μου.» Έτσι είναι τα σχέδια και οι προθέσεις της Πρώτης Γενεσιουργού Αιτίας και Κέντρου, όπως είναι εκείνος: αιώνια, τέλεια και παντοτινά αμετάβλητα.
2:2.2 Υπάρχει τελικότητα στην αρτιότητα και τελειότητα στην πληρότητα των εντολών του Πατέρα. «Ό,τι κάνει ο Θεός είναι για πάντα[26]. Τίποτα δεν μπορεί να προστεθεί σ’ αυτό ούτε τίποτα να αφαιρεθεί[27].» Ο Πατέρας του Σύμπαντος δεν μετανοεί για τις αρχικές του προθέσεις της σοφίας και της τελειότητας[28]. Τα σχέδιά του είναι ακλόνητα, οι παραινέσεις του αμετάβλητες, ενώ οι πράξεις του θείες και αλάθητες[29]. «Χίλια χρόνια στα μάτια του δεν είναι παρά το χθες που πέρασε, σαν νυχτερινή ξαγρύπνια.» Η τελειότητα της θείας φύσης και το μέγεθος της αιωνιότητας είναι για πάντα πέρα από την πλήρη αντίληψη του περιορισμένου νου του θνητού ανθρώπου.
2:2.3 Οι αντιδράσεις του αναλλοίωτου Θεού στην εκτέλεση των αιώνιων σκοπών του μπορεί να φαίνονται ότι μεταβάλλονται σύμφωνα με τις μεταβαλλόμενες απόψεις και το ευμετάβλητο του νου των ευφυών πλασμάτων που δημιούργησε. Δηλαδή, μπορεί φαινομενικά και επιφανειακά να αλλάζουν. Κάτω, όμως, από την επιφάνεια, κάτω από όλες τις εξωτερικές εκδηλώσεις, υπάρχει πάντα ο αναλλοίωτος σκοπός, το αιώνιο σχέδιο του αιώνιου Θεού.
2:2.4 Έξω, στα σύμπαντα, η τελειότητα είναι κατ’ ανάγκην όρος σχετικός, στο κεντρικό, όμως σύμπαν, και ιδιαίτερα στον Παράδεισο, η τελειότητα είναι συμπαγής. Σε ορισμένες φάσεις μάλιστα είναι απόλυτη. Οι εκφάνσεις της Τριάδας αλλάζουν τις εκδηλώσεις της θείας τελειότητας, αλλά δεν την εξασθενούν.
2:2.5 Η πρωταρχική τελειότητα του Θεού δεν αποτελείται μόνο από μια υποθετική ορθότητα, αλλά περισσότερο από τη συμφυή τελειότητα της καλοσύνης της θείας του φύσης. Είναι ανέκκλητος, πλήρης και τέλειος. Δεν υπάρχει τίποτα που να υστερεί σε ομορφιά και τελειότητα στον δίκαιο χαρακτήρα του. Και το όλο σχέδιο των ζώντων υπάρξεων στους κόσμους του διαστήματος επικεντρώνεται στο θείο σκοπό της εξύψωσης όλων των αυτόβουλων πλασμάτων στο υψηλό πεπρωμένο του να βιώσουν τη μέθεξη της τελειότητας του Πατέρα του Παραδείσου. Ο Θεός δεν είναι ούτε εγωκεντρικός, ούτε κλεισμένος στον εαυτό του. Δεν παύει ποτέ να εναποτίθεται πάνω σε όλα τα έχοντα συνείδηση δημιουργήματα του απέραντου σύμπαντος των συμπάντων.
2:2.6 Ο Θεός είναι αιώνια και άπειρα τέλειος, δεν μπορεί ο ίδιος να βιώσει την μη-τελειότητα σαν δική του εμπειρία, μοιράζεται όμως την συνείδηση όλης της εμπειρίας της μη-τελειότητας όλων των αγωνιζομένων πλασμάτων των εξελισσομένων συμπάντων όλων των Παραδείσιων Δημιουργών Υιών. Αυτό το προσωπικό και απελευθερωτικό άγγιγμα του Θεού της τελειότητας επισκιάζει τις καρδιές και περιτυλίγει τις φύσεις όλων εκείνων των θνητών πλασμάτων που έχουν ανελιχθεί στο συμπαντικό επίπεδο της ηθικής αντίληψης. Με τον τρόπο αυτό, καθώς επίσης μέσω των επαφών της θείας παρουσίας, Ο Πατέρας του Σύμπαντος ενεργά συμμετέχει στην εμπειρία με την ανωριμότητα και την μη-τελειότητα στην εξελισσόμενη σταδιοδρομία κάθε ηθικής ύπαρξης σε ολόκληρο το σύμπαν.
2:2.7 Οι ανθρώπινοι περιορισμοί, εν δυνάμει κακοί, δεν είναι μέρος της θείας φύσης, αλλά θνητή εμπειρία με το κακό και όλες οι ανθρώπινες σχέσεις είναι, από το σημείο αυτό και πέρα, σίγουρα ένα μέρος της αιώνια επεκτεινόμενης ίδιας αντίληψης του Θεού στα παιδιά του χρόνου – πλασμάτων με ηθική ευθύνη που δημιουργήθηκαν, ή εξελίχθηκαν από τον κάθε Δημιουργό Υιό που εξήλθε από τον Παράδεισο.
2:3.1 Ο Θεός είναι σωστός. Γι’ αυτό είναι και δίκαιος[30]. «Ο Κύριος είναι δίκαιος σε όλες τις εκφάνσεις του[31].» «Δεν έκανα χωρίς λόγο όσα έκανα» λέγει ο Κύριος[32]. «Οι κρίσεις του Κυρίου είναι ακριβείς και ταυτόχρονα δίκαιες[33].» Η δικαιοσύνη του Πατέρα του Σύμπαντος δεν μπορεί να επηρεασθεί από τις πράξεις και τις ενέργειες των πλασμάτων του, «διότι δεν υπάρχει αδικία στον Κύριο το Θεό μας, ούτε σεβασμό σε πρόσωπα, ούτε δωροδοκία.»
2:3.2 Πόσο είναι μάταιο να κάνουμε παιδιάστικες εκκλήσεις σ’ έναν τέτοιο Θεό, για ν’ αλλάξει τις αμετάβλητες αποφάσεις του, έτσι ώστε να αποφύγουμε τις δίκαιες συνέπειες των σοφών φυσικών του νόμων και των ορθών πνευματικών του εντολών! «Μην απατάσθε[34]. Ο Θεός δεν περιπαίζεται, γιατί ο άνθρωπος θα θερίσει αυτό που θα σπείρει.» Πραγματικά, ακόμα κι’ αν σωστά θερίσει κανείς τη σοδειά αδικιών, η θεία δικαιοσύνη πάντα μαλακώνει με ευσπλαχνία. Η απέραντη σοφία είναι ο αιώνιος διαιτητής που καθορίζει την αναλογία δικαιοσύνης και ευσπλαχνίας που θα αποδοθούν σε κάθε δεδομένη περίπτωση. Η μέγιστη τιμωρία (στην πραγματικότητα μια αναπόφευκτη συνέπεια) για την αμαρτία και την ηθελημένη επανάσταση ενάντια στην κυβέρνηση του Θεού είναι η απώλεια της ύπαρξης σαν έναν από τους υπηκόους με ατομικότητα μέσα αυτής της κυβέρνησης. Το τελικό αποτέλεσμα της συνειδητής αμαρτίας είναι η εξόντωση. Σε τελική ανάλυση, τέτοια άτομα ταυτισμένα με την αμαρτία έχουν καταστρέψει τους εαυτούς τους, με το να γίνουν απόλυτα ανύπαρκτα, μέσω του αγκαλιάσματος με την αδικία. Η ουσιαστική εξόντωση, πάντως, ενός τέτοιου πλάσματος πάντοτε καθυστερεί, μέχρις ότου η εντεταλμένη διαταγή της ροής της δικαιοσύνης στο συγκεκριμένο σύμπαν έχει απόλυτα ικανοποιηθεί.
2:3.3 Η παύση της ύπαρξης συνήθως εντέλλεται στην απελευθερωτική, ή την εποχιακή απονομή δικαιοσύνης του βασιλείου ή των βασιλειών. Σ’ έναν κόσμο σαν την Ουράντια έρχεται στο τέλος μιας πλανητικής άφεσης. Η παύση της ύπαρξης μπορεί να επιβληθεί σε τέτοιες περιόδους από τις συνδυασμένες ενέργειες όλων των αρμόδιων δικαστηρίων που εκτείνονται από το πλανητικό συμβούλιο, περνούν απάνω δια μέσω των δικαστηρίων του Δημιουργού Υιού στα δικαστήρια της κρίσης των Αρχαίων των Ημερών. Η εντολή της εξάλειψης εκπορεύεται από τα ανώτατα δικαστήρια του υπερσύμπαντος, μετά από συνεχή επιβεβαίωση της καταγγελίας που προέρχεται από τη σφαίρα διαμονής του αμαρτωλού. Και τότε, όταν η ποινή της εξάλειψης επιβεβαιωθεί από ψηλά, η εκτέλεση γίνεται με την άμεση πράξη των δικαστών εκείνων που διαμένουν και λειτουργούν στα αρχηγεία του υπερσύμπαντος.
2:3.4 Όταν η ποινή, τελικά, επιβεβαιωθεί, το ον που ταυτίστηκε με την αμαρτία ακαριαία καθίσταται σαν να μην είχε υπάρξει[35]. Δεν υπάρχει ανάσταση από μια τέτοια μοίρα. Είναι παντοτινή κι’ αιώνια. Οι ζωντανοί, ενεργειακοί παράγοντες της ταυτότητας διαλύονται από τους μετασχηματισμούς του χρόνου και τις μεταμορφώσεις του διαστήματος, στο κοσμικό δυναμικό απ’ όπου κάποτε προήλθαν. Όσον αφορά στην προσωπικότητα του αμαρτωλού, της αφαιρείται το όχημα μιας συνεχούς ύπαρξης, εξ αιτίας της αποτυχίας του πλάσματος να κάνει τις επιλογές εκείνες και να πάρει τις τελικές αποφάσεις που θα του εξασφάλιζαν αιώνια ζωή. Όταν ο συνεχής εναγκαλισμός της αμαρτίας από τον συνδεδεμένο νου αποκορυφώνεται σε πλήρη ταύτιση με την αδικία, τότε, με την παύση της ζωής, με την κοσμική διάλυση, μια τέτοια απομονωμένη προσωπικότητα απορροφάται μέσα στην υπερ-ψυχή της δημιουργίας και γίνεται μέρος της εξελισσόμενης εμπειρίας του Υπέρτατου Όντος. Ποτέ ξανά δεν παρουσιάζεται σαν προσωπικότητα. Η ταυτότητά της είναι σαν να μην είχε υπάρξει ποτέ. Στην περίπτωση που η προσωπικότητα ενοικείται από ένα Προσαρμοστή, οι εμπειρικές πνευματικές αξίες επιζούν στην πραγματικότητα του συνεχίζοντα Προσαρμοστή.
2:3.5 Σε κάθε συμπαντικό αγώνα μεταξύ των ουσιαστικών επιπέδων πραγματικότητας, η προσωπικότητα του ανώτερου επιπέδου θα θριαμβεύσει τελικά πάνω στην προσωπικότητα του κατώτερου επιπέδου. Αυτό το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της συμπαντικής αντιπαράθεσης ενυπάρχει στο γεγονός ότι η θεια ουσία της ποιότητας ισούται με το βαθμό της πραγματικότητας, ή της ουσιαστικής ύπαρξης οποιουδήποτε αυτόβουλου πλάσματος. Το συμπαγές κακό, το ολοκληρωμένο σφάλμα, η ηθελημένη αμαρτία και η άμετρη αδικία είναι αναπόφευκτα και αυτόματα αυτοκτονικές. Τέτοιες συμπεριφορές κοσμικής μη-πραγματικότητας μπορούν να επιζήσουν στο σύμπαν μόνο εξ αιτίας της παροδικής ευσπλαχνικής ανεκτικότητας, εν αναμονή της δράσης των μηχανισμών που καθορίζουν την ποινή και επιζητούν την δικαιοσύνη των συμπαντικών δικαστηρίων της σωστής εκδίκασης.
2:3.6 Ο κανόνας των Δημιουργών Υιών στα τοπικά σύμπαντα είναι εκείνος της δημιουργίας και της πνευματικοποίησης. Οι Υιοί αυτοί είναι αφοσιωμένοι στην αποτελεσματική εκτέλεση του σχεδίου του Παραδείσου που αφορά στην προοδευτική ανέλιξη των θνητών, στην αποκατάσταση των επαναστατών και των λάθος σκεπτόμενων, όταν όμως όλες αυτές οι προσπάθειες αγάπης αποκρουσθούν τελικά και για πάντα, η τελική απόφαση της εξάλειψης εκτελείται από τις δυνάμεις που ενεργούν κάτω από την δικαιοδοσία των Αρχαίων των Ημερών.
2:4.1 Η ευσπλαχνία είναι απλά η δικαιοσύνη που αμβλύνεται από τη σοφία εκείνη η οποία αναπτύσσεται από την τελειότητα της γνώσης και την πλήρη αναγνώριση των φυσικών αδυναμιών και των περιβαλλοντικών εμποδίων των πεπερασμένων πλασμάτων. «Ο Θεός μας είναι γεμάτος συμπόνια, ελεήμων, ανεκτικός και πλήρης ευσπλαχνίας[36].» Γι’ αυτό «όποιος επικαλεσθεί τον Κύριο θα σωθεί,» «γιατί εκείνος με περίσσεια θα συγχωρήσει[37][38].» «Το έλεος του Κυρίου είναι από πάντα για πάντα»[39]. Ναι, «το έλεός του είναι αιώνιο[40].» «Εγώ ειμί ο Κύριος που δίνει αγάπη και καλοσύνη, δικαιοσύνη και ορθότητα στη γη, γιατί αυτά με τέρπουν[41][42].» «Δεν βλάπτω με τη θέλησή μου, ούτε στεναχωρώ τα παιδιά του ανθρώπου,» γιατί είμαι «ο Πατέρας του ελέους και ο Θεός κάθε παρηγορίας.»
2:4.2 Ο Θεός είναι συμφυώς αγαθός, από τη φύση του ευσπλαχνικός και αιώνια ελεήμων. Και καμία επιρροή δεν χρειάζεται να ασκηθεί στον Πατέρα για να προκαλέσει την στοργική καλοσύνη του. Η ανάγκη των πλασμάτων του είναι απολύτως αρκετή για να εξασφαλίσει την πλήρη ροή της τρυφερής ευσπλαχνίας του Πατέρα και της λυτρωτικής του χάρης. Εφ’ όσον ο Θεός γνωρίζει τα πάντα για τα παιδιά του, είναι εύκολο γι’ αυτόν να συγχωρεί. Όσο καλύτερα ο άνθρωπος κατανοεί το γείτονά του, τόσο του είναι πιο εύκολο να τον συγχωρήσει, ακόμη και να τον αγαπήσει.
2:4.3 Μόνο η οξυδερκής αντίληψη της θείας σοφίας μπορεί να κάνει το δίκαιο Θεό να απονείμει δικαιοσύνη και ευσπλαχνία την ίδια στιγμή και σε κάθε δεδομένη κατάσταση του σύμπαντος. Ο ουράνιος Πατέρας δεν αποσπάται ποτέ από αντικρουόμενες προθέσεις απέναντι στα παιδιά του στο σύμπαν. Ο Θεός δεν γίνεται ποτέ θύμα ανταγωνιστικών συμπεριφορών. Η παντογνωσία του Θεού κατευθύνει με τρόπο αλάνθαστο την ελεύθερη βούλησή του στην επιλογή αυτής ακριβώς της παγκόσμιας συμπεριφοράς, η οποία τέλεια, ταυτόχρονα και ισότιμα ικανοποιεί τις απαιτήσεις όλων των θείων του χαρακτηριστικών και των άπειρων ποιοτήτων της αιώνιας φύσης του.
2:4.4 Η ευσπλαχνία είναι το φυσικό και αναπόφευκτο γέννημα της καλοσύνης και της αγάπης. Η αγαθή φύση ενός Πατέρα που αγαπά δεν θα μπορούσε να εμποδίσει τη συνετή απόδοση της ευσπλαχνίας σε κάθε μέλος κάθε ομάδας των συμπαντικών παιδιών του. Η αιώνια δικαιοσύνη και η θεία ευσπλαχνία μαζί αποτελούν αυτό που για την ανθρώπινη εμπειρία θα μπορούσε να αποκληθεί δικαιοσύνη.
2:4.5 Η θεία ευσπλαχνία αντιπροσωπεύει μια τεχνική δικαιοσύνης για την ρύθμιση ανάμεσα στα συμπαντικά επίπεδα της τελειότητας και της μη-τελειότητας. Η ευσπλαχνία είναι η δικαιοσύνη της Κυριαρχίας προσαρμοσμένη στις καταστάσεις του εξελισσόμενου πεπερασμένου, στην ορθότητα της αιωνιότητας προσαρμοσμένης έτσι ώστε να ικανοποιεί τα ύψιστα συμφέροντα και το καλώς είναι του σύμπαντος των παιδιών του χρόνου. Η ευσπλαχνία δεν είναι αντίθετη με τη δικαιοσύνη, αλλά μάλλον μια κατανοητή ερμηνεία των απαιτήσεων της ύψιστης δικαιοσύνης, όπως αυτή σωστά εφαρμόζεται στις υποδεέστερες πνευματικές οντότητες και στα υλικά πλάσματα των εξελισσομένων συμπάντων. Η ευσπλαχνία είναι η δικαιοσύνη της Τριάδας του Παραδείσου, που με σοφία και αγάπη επισκέφθηκε τις ποικίλες ευφυείς υπάρξεις της δημιουργίας στο χρόνο και στο χώρο έτσι όπως σχηματοποιήθηκε από τη θεία σοφία και καθορίστηκε από τον παντογνώστη νου και την κυριαρχούσα ελεύθερη βούληση του Πατέρα του Σύμπαντος και όλων των συνεργατών του Δημιουργών.
2:5.1 «Ο Θεός είναι αγάπη»[43]. Για το λόγο αυτό, η μόνη του προσωπική στάση σε σχέση με τα ζητήματα που αφορούν στο σύμπαν είναι πάντα μια αντίδραση θείας στοργής. Ο Πατέρας μας αγαπά αρκετά ώστε να εναποθέτει τη ζωή του σ’ εμάς[44]. «Κάνει τον ήλιο του ν’ ανατέλλει πάνω στο κακό και στο καλό και στέλνει τη βροχή πάνω στο δίκαιο και στο άδικο.»
2:5.2 Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι μπορούμε να καλοπιάσουμε το Θεό για ν’ αγαπήσει τα παιδιά του λόγω των θυσιών των Υιών του ή επειδή μεσολάβησαν τα υποδεέστερα πλάσματά του, «διότι ο ίδιος ο Πατέρας σας αγαπά[45].» Είναι σε ανταπόκριση αυτής της πατρικής στοργής που ο Θεός στέλνει τους υπέροχους Προσαρμοστές να ενοικήσουν το νου των ανθρώπων. Η αγάπη του Θεού εκτείνεται σ’ ολόκληρο το σύμπαν[46]. «Όποιος επιθυμεί, μπορεί να έλθει[47].» Εκείνος «θα μπορούσε να σώσει όλους τους ανθρώπους, με το να γνωρίσουν την αλήθεια[48].» Εκείνος «ουδενός την απώλεια επιθυμεί.»
2:5.3 Οι Δημιουργοί είναι οι πρώτοι που αποτολμούν να σώσουν τον άνθρωπο από τα καταστροφικά αποτελέσματα της ανόητης παράβασης των θεϊκών νόμων. Η αγάπη του Θεού είναι από τη φύση της στοργή πατρική[49]. Γι’ αυτό και ορισμένες φορές «μας τιμωρεί, για δικό μας όφελος, έτσι ώστε να γίνουμε συμμέτοχοι της ιερότητάς του[50].» Ακόμα και μέσα στις πιο σκληρές σας δοκιμασίες να θυμάστε ότι «θλίβεται με τη θλίψη μας.»
2:5.4 Ο Θεός είναι άπειρα αγαθός για τους αμαρτωλούς. Όταν οι στασιαστές επιστρέψουν στον σωστό δρόμο, τους υποδέχεται ευσπλαχνικά «γιατί ο Θεός μας θα τους συγχωρήσει εν αφθονία[51].» «Είμαι εγώ εκείνος που διαγράφει τις παραβάσεις σας για χάρη μου, και δεν θα θυμηθώ τις αμαρτίες σας[52].» «Ιδού με ποιο τρόπο η αγάπη του Πατέρα εναποτέθηκε σ’ εμάς για να αποκληθούμε παιδιά του Θεού[53].»
2:5.5 Κατόπιν αυτών, η μεγαλύτερη απόδειξη της αγαθότητας του Θεού και η υπέρτατη αιτία για να τον αγαπούμε είναι το ενοικούν σ’ εμάς δώρο του Πατέρα – ο Προσαρμοστής, που τόσο υπομονετικά περιμένει την ώρα που εσείς οι δύο θα ενωθείτε στην αιωνιότητα. Έστω και αν δεν μπορείτε να βρείτε τον Θεό ψάχνοντας, αν θελήσετε να δεχθείτε την καθοδήγηση του ενοικούντος σ’ εσάς πνεύματος, θα οδηγηθείτε με τρόπο αλάθητο, βήμα προς βήμα, ζωή με τη ζωή, από σύμπαν σε σύμπαν και από αιώνα σε αιώνα, μέχρι που στο τέλος θα βρεθείτε μπροστά στην Παραδείσια προσωπικότητα του Πατέρα του Σύμπαντος.
2:5.6 Πόσο παράλογο είναι να μην λατρεύετε τον Θεό επειδή οι περιορισμοί της ανθρώπινης φύσης και τα μειονεκτήματα της υλικής σας υπόστασης καθιστούν αδύνατο για σας το να τον δείτε. Ανάμεσα σ’ εσάς και το Θεό υπάρχει τρομακτική απόσταση (το φυσικό διάστημα) που πρέπει να διασχίσετε[54]. Κατά τον ίδιο τρόπο υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα πνευματικών διαφορών που πρέπει να γεφυρωθεί. Παρ’ όλ’ αυτά όμως, παρ’ όλα όσα υλικά και πνευματικά σας χωρίζουν από την Παραδείσια προσωπική παρουσία του Θεού, σταματήστε και σκεφθείτε το ιερό γεγονός ότι ο Θεός κατοικεί μέσα σας[55]. Έχει, με τον δικό του τρόπο, ήδη γεφυρώσει το χάσμα. Έχει στείλει κομμάτι του εαυτού του, του πνεύματός του, να κατοικήσουν εντός σας και να μοχθήσει μαζί σας στην επιδίωξη της αιώνιας πορείας σας στο σύμπαν.
2:5.7 Θεωρώ ότι είναι εύκολο και ευχάριστο να λατρέψω κάποιον που είναι τόσο μεγάλος και ταυτόχρονα στοργικά αφοσιωμένος στην υπηρεσία ανέλιξης των ταπεινότερων πλασμάτων. Φυσικά αγαπώ εκείνον που είναι τόσο ισχυρός στη δημιουργία και τον μετέπειτα έλεγχό της και επιπλέον τόσο άψογος στην καλοσύνη και τόσο πιστός στην τρυφερή αγάπη με την οποία διαρκώς μας σκεπάζει[56]. Πιστεύω ότι θ’ αγαπούσα το Θεό το ίδιο, έστω κι’ αν δεν ήταν τόσο μεγάλος και ισχυρός, εφ’ όσον εξακολουθεί να είναι τόσο αγαθός και ελεήμων[57]. Όλοι αγαπούμε τον Πατέρα περισσότερο εξ αιτίας της φύσης του, παρά από αναγνώριση των θαυμαστών ιδιοτήτων του.
2:5.8 Όταν παρατηρώ τους Δημιουργούς Υιούς και τους κατώτερους διαχειριστές τους ν’ αγωνίζονται με τόση γενναιότητα ενάντια στις πολλαπλές δυσκολίες του χρόνου που ενυπάρχουν στην εξέλιξη των συμπάντων του διαστήματος, ανακαλύπτω ότι αισθάνομαι για τους κατώτερους αυτούς κυβερνήτες των συμπάντων μια μεγάλη και βαθιά αγάπη. Εξ' άλλου, πιστεύω ότι όλοι μας, περιλαμβανομένων των θνητών των κόσμων, αγαπούμε τον Πατέρα του Σύμπαντος αλλά και όλες τις άλλες οντότητες, θείες ή ανθρώπινες, επειδή αντιλαμβανόμαστε ότι αυτές οι προσωπικότητες μας αγαπούν αληθινά. Η εμπειρία του ν’ αγαπάς είναι εν πολλοίς μια άμεση ανταπόκριση στην εμπειρία του να σε αγαπούν. Γνωρίζοντας ότι ο Θεός με αγαπά, θα εξακολουθούσα να τον αγαπώ στον υπέρτατο βαθμό, έστω κι’ αν του αφαιρούνταν όλες οι ιδιότητες που έχει, της υπεροχής, της τελικότητας και του απόλυτου.
2:5.9 Η αγάπη του Πατέρα μας ακολουθεί στο παρόν, αλλά και μέσα στον ατέλειωτο κύκλο των αιώνων. Καθώς αναλογίζεστε την γεμάτη αγάπη φύση του Θεού, υπάρχει μόνο μία λογική και φυσική προσωπική ανταπόκριση σ’ αυτό: Θα αγαπάτε τον Δημιουργό σας όλο και περισσότερο. Θα αποδώσετε στο Θεό μια αγάπη ανάλογη μ’ εκείνη που δίνει ένα παιδί στο γήινο πατέρα του. Διότι, όπως ένας πατέρας, ένας αληθινός πατέρας, ένας πραγματικός πατέρας, αγαπά τα παιδιά του, έτσι και ο Πατέρας του Σύμπαντος αγαπά και πάντοτε μοχθεί για το καλό των γιων και θυγατέρων που δημιούργησε.
2:5.10 Η αγάπη όμως του Θεού είναι μια ευφυής και προβλεπτική γονική στοργή. Η θεία αγάπη λειτουργεί σε αγαστή συνεργασία με τη θεία σοφία και όλα τα άλλα άπειρα χαρακτηριστικά της τέλειας φύσης του Πατέρα του Σύμπαντος. Ο Θεός είναι αγάπη, η αγάπη, όμως, δεν είναι Θεός[58]. Η μεγαλύτερη εκδήλωση της θείας αγάπης για τις θνητές υπάρξεις παρατηρείται με στην χορήγηση των Προσαρμοστών της Σκέψης, αλλά η μεγαλύτερη αποκάλυψη σε σας της αγάπης του Πατέρα γίνεται αντιληπτή από την ζωή αφιέρωμα του Υιού του Μιχαήλ, όπως έζησε στη γη την τέλεια πνευματική ζωή. Είναι ο ενοικών Προσαρμοστής που εξατομικεύει την αγάπη του Θεού σε κάθε ανθρώπινη ψυχή.
2:5.11 Κατά καιρούς μου προκαλεί σχεδόν πόνο το γεγονός ότι υποχρεώνομαι να απεικονίσω την θεία στοργή του ουράνιου Πατέρα για τα συμπαντικά παιδιά του χρησιμοποιώντας το ανθρώπινο λεκτικό σύμβολο αγάπη. Ο όρος αυτός, έστω κι’ αν εκφράζει την ύψιστη ανθρώπινη αντίληψη των θνητών σχέσεων του σεβασμού και της αφοσίωσης, χρησιμοποιείται τόσο συχνά για να προσδιορίσει τόσες πολλές από τις ανθρώπινες σχέσεις, που είναι εντελώς αγενές και απόλυτα αταίριαστο να γίνεται ταυτόσημος με οποιαδήποτε λέξη που επίσης χρησιμοποιείται για να εκφράσει την απαράμιλλη στοργή του ζώντος Θεού για τα πλάσματά του στο σύμπαν! Πόσο ατυχές είναι το γεγονός ότι δεν μπορώ να κάνω χρήση κάποιου ουράνιου και αποκλειστικού όρου που θα μπορούσε να μεταδώσει στον ανθρώπινο νου την πραγματική φύση και τη εξαιρετικά όμορφη σημασία της θείας αγάπης του Πατέρα του Παραδείσου.
2:5.12 Όταν ο άνθρωπος χάσει την επαφή του με την αγάπη ενός προσωπικού Θεού, η βασιλεία του Θεού γίνεται απλά η βασιλεία του καλού. Πέρα από τη άπειρη ενότητα της θεϊκής φύσης, η αγάπη είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των προσωπικών σχέσεων του Θεού με τα πλάσματά του.
2:6.1 Στο φυσικό σύμπαν μπορούμε να δούμε τη θεία ομορφιά, στον διανοητικό κόσμο μπορούμε να διακρίνουμε την αιώνια αλήθεια, η αγαθότητα όμως του Θεού βρίσκεται μόνο στον πνευματικό κόσμο της προσωπικής θρησκευτικής εμπειρίας. Στην πραγματική της ουσία, η θρησκεία είναι η πίστη μα και η εμπιστοσύνη μας στην καλοσύνη του Θεού. Ο Θεός μπορεί να είναι μέγας και απόλυτος,, ακόμη, κατά κάποιο τρόπο ευφυής και προσωπικός, από φιλοσοφική άποψη, στη θρησκεία όμως ο Θεός πρέπει, επίσης, να είναι ηθικός. Πρέπει να είναι αγαθός. Ο άνθρωπος μπορεί να φοβάται ένα μεγάλο Θεό, αλλά εμπιστεύεται και αγαπά μόνο ένα αγαθό Θεό. Η αγαθότητα αυτή του Θεού είναι μέρος της προσωπικότητάς του Θεού και η πλήρης της αποκάλυψη φαίνεται μόνο στην προσωπική θρησκευτική εμπειρία των πιστών γιων του Θεού.
2:6.2 Η θρησκεία υποδεικνύει ότι ο υπερβατικός κόσμος της πνευματικής φύσης γνωρίζει και ανταποκρίνεται στις θεμελιακές ανάγκες του υλικού κόσμου. Η εξελικτική θρησκεία μπορεί να είναι ηθική, αλλά μόνο η δια της αποκάλυψης θρησκεία γίνεται πραγματικά και πνευματικά ηθική. Η αρχαία αντίληψη ότι ο Θεός είναι μια Θεότητα που κυριαρχείται από βασιλική ηθική αναβαθμίστηκε από τον Ιησού σ’ αυτό το στοργικά συναισθηματικό επίπεδο της στενής οικογενειακή ηθικής της σχέσης πατέρα-παιδιού, από την οποία δεν υπάρχει καμιά πιο τρυφερή και όμορφη στη θνητή ζωή.
2:6.3 Ο «πλούτος της αγαθότητας του Θεού οδηγεί τον σφάλλοντα άνθρωπο στη μετάνοια[59].» «Κάθε καλό και κάθε τέλειο δώρο προέρχεται από τον Πατέρα των φώτων[60].» «Ο Θεός είναι αγαθός[61]. Είναι το αιώνιο καταφύγιο των ανθρώπινων ψυχών.» «Ο Κύριος ο Θεός είναι ελεήμων και φιλεύσπλαχνος[62]. Είναι πολύ υπομονετικός και πλούσιος σε αγαθότητα και αλήθεια[63].» «Δοκίμασε και δες ότι ο Κύριος είναι αγαθός! Ευλογημένος ο άνθρωπος που τον εμπιστεύεται.» «Ο Κύριος είναι φιλεύσπλαχνος και γεμάτος έλεος[64]. Είναι ο Θεός της σωτηρίας.» «Θεραπεύει τους θρηνώντας και περιποιείται τα τραύματα της ψυχής[65]. Είναι ο παντοδύναμος ευεργέτης του ανθρώπου.»
2:6.4 Η αντίληψη του Θεού σαν βασιλιά-κριτή, αν και υιοθέτησε ένα υψηλό ηθικό πρότυπο και δημιούργησε ομάδες ανθρώπων με σεβασμό στο νόμο, άφησε τον πιστό, σε προσωπικό επίπεδο, στη θλιβερή θέση της αβεβαιότητας, όσον αφορά την κατάστασή του στο χρόνο και στην αιωνιότητα. Οι τελευταίοι Εβραίοι προφήτες διακήρυξαν ότι ο Θεός είναι σαν Πατέρας για το Ισραήλ. Ο Ιησούς αποκάλυψε το Θεό σαν τον Πατέρα κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. Ολόκληρη η ηθική αντίληψη για το Θεό φωτίζεται υπερβατικά από τη ζωή του Ιησού. Η έλλειψη εγωισμού ενυπάρχει στη γονική αγάπη. Ο Θεός δεν αγαπά όπως ένας πατέρας, αλλά σαν πατέρας. Είναι ο Παραδείσιος Πατέρας κάθε συμπαντικής προσωπικότητας.
2:6.5 Δικαιοσύνη σημαίνει ότι ο Θεός είναι η απαρχή του ηθικού νόμου του σύμπαντος. Η αλήθεια παρουσιάζει τον Θεό σαν έναν αποκαλύπτοντα, σαν ένα διδάσκαλο. Όμως η αγάπη προσφέρει και διψά για στοργή, αναζητά τη γεμάτη κατανόηση φιλία, σαν αυτή που υπάρχει ανάμεσα στο γονιό και το παιδί. Δικαιοσύνη μπορεί να είναι η θεία σκέψη, αγάπη όμως είναι η συμπεριφορά ενός πατέρα. Η λανθασμένη υπόθεση ότι η δικαιοσύνη του Θεού είναι ασυμβίβαστη με τη χωρίς εγωισμό αγάπη του ουράνιου Πατέρα, προϋπέθετε την απουσία ενότητας στη φύση του Θείου και οδηγούσε κατ’ ευθείαν στην επεξεργασία του δόγματος της επανόρθωσης, το οποίο αποτελεί φιλοσοφική προσβολή κατά της ενότητας αλλά και της ελεύθερης βούλησης του Θεού.
2:6.6 Ο στοργικός ουράνιος Πατέρας, το πνεύμα του οποίου ενοικεί στα παιδιά του πάνω στη γη, δεν είναι μια διχασμένη προσωπικότητα – μία δικαιοσύνης και μία ελέους – ούτε απαιτείται ένας μεσολαβητής για να εξασφαλίσει την εύνοια του Πατέρα, ή τη συγγνώμη. Η θεία δικαιοσύνη δεν διέπεται από το πνεύμα της αυστηρής ανταποδοτικής δικαιοσύνης. Ο Θεός σαν Πατέρας υπερβαίνει τον Θεό σαν δικαστή.
2:6.7 Ο Θεός ποτέ δεν εξαγριώνεται, δεν εκδικείται και δεν θυμώνει. Είναι γεγονός ότι η σοφία συχνά περιορίζει την αγάπη του, ενώ η δικαιοσύνη μετριάζει την απορριφθείσα ευσπλαχνία του. Η αγάπη του για τη δικαιοσύνη δεν μπορεί παρά να εκδηλωθεί σαν ισόβαθμο μίσος προς την αμαρτία. Ο Πατέρας δεν είναι αντιφατική προσωπικότητα. Ξ θεία ενότητα είναι τέλεια. Στην Τριάδα του Παραδείσου υπάρχει απόλυτη ενότητα, παρά τις αιώνιες ταυτότητες των συνεργατών του Θεού.
2:6.8 Ο Θεός αγαπά τον αμαρτωλό και μισεί την αμαρτία: μια τέτοια τοποθέτηση είναι αληθής φιλοσοφικά, ο Θεός όμως είναι υπερβατική οντότητα και μόνο τα άτομα μπορούν να αγαπούν και να μισούν άλλα άτομα. Η αμαρτία δεν είναι άτομο. Ο Θεός αγαπά τον αμαρτωλό, επειδή ο αμαρτωλός, σαν οντότητα είναι μέρος της πραγματικότητας (δυνητικά αιώνιος), ενώ απέναντι στην αμαρτία, ο Θεός δεν εκφράζει καμία προσωπική θέση, επειδή η αμαρτία δεν αποτελεί πνευματική πραγματικότητα. Δεν είναι προσωπική, γι’ αυτό μόνο η δικαιοσύνη του Θεού γνωρίζει την ύπαρξή της. Η αγάπη του Θεού σώζει τον αμαρτωλό. Ο νόμος του Θεού καταστρέφει την αμαρτία. Είναι προφανές ότι η πρόθεση αυτή της θείας φύσης μπορεί ν’ αλλάξει αν τελικά ο αμαρτωλός ταυτιστεί απόλυτα με την αμαρτία, έτσι ακριβώς όπως ο ίδιος θνητός νους μπορεί επίσης να ταυτιστεί ολοκληρωτικά με το πνεύμα Προσαρμοστη που ενοικεί σ’ αυτόν. Ένας θνητός που έχει ταυτιστεί με την αμαρτία θα γινόταν τότε εξολοκλήρου μη πνευματική φύση (και με τον τρόπο αυτό να γίνει προσωπικά μη πραγματικός) και θα γευότανε τελικά την εξάλειψη της υπάρξεως. Η μη πραγματικότητα, ακόμα και η ατέλεια της φύσης των πλασμάτων, δεν μπορεί να υφίσταται για πάντα μέσα σ’ έναν εξελισσόμενο, πραγματικό και με αυξανόμενη πνευματικότητα σύμπαν.
2:6.9 Ατενίζοντας τον κόσμο της προσωπικότητας, ανακαλύπτουμε ότι ο Θεός είναι ένα πρόσωπο που αγαπά. Ατενίζοντας τον πνευματικό κόσμο, ο Θεός είναι μια προσωπική αγάπη. Στη θρησκευτική εμπειρία είναι και τα δύο. Η αγάπη αναγνωρίζει την ελεύθερη βούληση του Θεού. Η αγαθότητα του Θεού αναπαύεται στον πυθμένα της θείας ελεύθερης βούλησης – της παγκόσμιας τάσης ν’ αγαπά, να είναι ελεήμων, να δείχνει υπομονή και να χαρίζει τη συγγνώμη.
2:7.1 Όλες οι πεπερασμένες γνώσεις και η κατανόηση των πλασμάτων είναι σχετικές. Η πληροφόρηση και η ευφυία που σταχυολογούνται από ακόμη υψηλότερες πηγές, είναι μόνο σχετικά πλήρεις, τοπικά ακριβείς και ατομικά αληθείς.
2:7.2 Τα φυσικά δεδομένα είναι σχεδόν ομοιόμορφα, η αλήθεια, όμως, είναι ένας ζωντανός και ελαστικός παράγων στη φιλοσοφία του σύμπαντος. Οι εξελισσόμενες προσωπικότητες είναι εν μέρει μόνο σοφές και σχετικά αληθείς στην επικοινωνία τους. Μπορούν να έχουν βεβαιότητα μόνο μέχρι του σημείου που φθάνει η ατομική τους εμπειρία. Εκείνο το οποίο φαίνεται να είναι όλη η αλήθεια σ’ ένα τόπο μπορεί να είναι σχετικά μόνο αληθές σ’ ένα άλλο κομμάτι της δημιουργίας.
2:7.3 Η θεία αλήθεια, η οριστική αλήθεια, είναι ομοιόμορφη και παγκόσμια, η ιστορία όμως των πνευματικών πραγμάτων, όπως έχει ειπωθεί από πολυάριθμα άτομα προερχόμενα από διάφορους κόσμους, μπορεί ορισμένες φορές να διαφέρει στις λεπτομέρειες, λόγω αυτής της σχετικότητας όσον αφορά την ολοκληρωμένη γνώση και την συμπλήρωση της προσωπικής εμπειρίας καθώς και το μάκρος και την έκταση αυτής της εμπειρίας. Ενώ οι νόμοι και οι αποφάσεις, οι συλλογισμοί και οι θέσεις της Πρώτης Μεγάλης Γενεσιουργού Αιτίας και Κέντρου είναι αιώνιες, άπειρες και παγκόσμια αληθείς, ταυτόχρονα, η εφαρμογή και η ρύθμισή τους σε κάθε σύμπαν, κάθε σύστημα, κάθε κόσμο και κάθε δημιουργημένη ευφυή ύπαρξη , γίνονται σύμφωνα με τα σχέδια και την τεχνική των Δημιουργών Υιών, καθώς εκείνοι λειτουργούν στα δικά τους αντίστοιχα σύμπαντα, αλλά επίσης και εν αρμονία με τα τοπικά σχέδια και τις διαδικασίες του Απείρου Πνεύματος και όλων των άλλων συνδεδεμένων ουρανίων οντοτήτων.
2:7.4 Η απατηλή επιστήμη του υλισμού μπορεί να καταδικάσει το θνητό άνθρωπο να γίνει εξόριστος στο σύμπαν. Μια τέτοια μερική γνώση είναι δυνητικά κακή. Είναι γνώση αποτελούμενη από το καλό αλλά και το κακό. Η αλήθεια είναι όμορφη επειδή είναι πλήρης αλλά και συμμετρική. Όταν ο άνθρωπος αναζητά την αλήθεια, αναζητά και το θεϊκά πραγματικό.
2:7.5 Οι φιλόσοφοι διαπράττουν το μεγαλύτερο λάθος τους όταν παρασύρονται στην πλάνη της αφηρημένης έννοιας, στην πρακτική του να εστιάζουν την προσοχή τους σε μία θεώρηση μόνο της πραγματικότητας και μετά να δηλώνουν ότι μια τέτοια μεμονωμένη θεώρηση αποτελεί ολόκληρη την αλήθεια. Ο συνετός φιλόσοφος αναζητά πάντα το δημιουργικό σκοπό που βρίσκεται από πίσω και προϋπάρχει όλων των φαινομένων του σύμπαντος. Η σκέψη του δημιουργού προηγείται κατά κανόνα της δημιουργικής πράξης.
2:7.6 Η δια του νου αυτοσυνείδηση μπορεί ν’ ανακαλύψει την ομορφιά της αλήθειας, την πνευματική της ποιότητα, όχι μόνο από τη φιλοσοφική συνοχή των ιδεών της, αλλά πολύ πιο βέβαια και σίγουρα από την αλάθητη ανταπόκριση του αεί παρόντος Πνεύματος της Αλήθειας. Η ευτυχία προκύπτει από την αναγνώριση της αλήθειας, επειδή μπορεί να πραγματοποιηθεί. Μπορεί να βιωθεί. Η απογοήτευση και η θλίψη έπονται του σφάλματος, διότι, μη όντας αλήθεια, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό με την εμπειρία[66]. Η Θεία αλήθεια είναι καλύτερα αναγνωρίσιμη από το πνευματικό της άρωμα.
2:7.7 Η αιώνια αναζήτηση είναι για την ένωση, για την θεία σύγκλιση. Το απέραντο φυσικό σύμπαν συγκλίνει στο Νησί του Παραδείσου. Το πνευματικό σύμπαν συγκλίνει στο Θεό του νου, τον Συνδεδεμένο Δρώντα. Το πνευματικό σύμπαν συγκλίνει στην προσωπικότητα του Αιώνιου Υιού. Ο απομονωμένος, όμως, θνητός του χρόνου και το χώρου συγκλίνει με τον Πατέρα Θεό μέσα από την άμεση σχέση που έχουν ο Προσαρμοστής της Σκέψης που κατοικεί εντός του και ο πατέρας του Σύμπαντος. Ο Προσαρμοστής του ανθρώπου είναι κομμάτι του Θεού και ακατάπαυστα αναζητά την ένωση με το θείο. Συγκλίνει προς και με την Θεότητα του Παραδείσου και Πρώτη Γενεσιουργό Αιτία και Κέντρο.
2:7.8 Η αντίληψη της υπέρτατης ομορφιάς είναι η ανακάλυψη και η ολοκλήρωση της πραγματικότητας: Η αντίληψη της θείας αγαθότητας είναι η αιώνια αλήθεια, με άλλα λόγια η υπέρτατη ομορφιά. Ακόμη και η γοητεία της ανθρώπινης τέχνης έγκειται στην αρμονία της ενότητάς της.
2:7.9 Το μέγα λάθος της Εβραϊκής θρησκείας ήταν η αποτυχία της να συνδυάσει την καλοσύνη του Θεού με τις πραγματικές αλήθειες της επιστήμης και τη γοητευτική ομορφιά της τέχνης. Καθώς ο πολιτισμός προόδευε και η θρησκεία συνέχιζε να βαδίζει στον ίδιο ασύνετο δρόμο δίνοντας υπερβολική έμφαση στην καλοσύνη του Θεού, αποκλείοντας εν μέρει την αλήθεια και παραμελώντας την ομορφιά, αναπτύχθηκε μια αυξανόμενη τάση, σε ορισμένους τύπους ανθρώπων να απομακρυνθούν από αυτήν την αποσπασματική και διαχωρισμένη θεώρηση της απομονωμένης καλοσύνης. Η υπερτονισμένη και απομονωμένη ηθική της σύγχρονης θρησκείας, που αποτυγχάνει στο να διατηρήσει την αφοσίωση και την πίστη πολλών ανθρώπων του εικοστού αιώνος, θα μπορούσε να αποκατασταθεί, αν, μαζί με τις ηθικές επιταγές της, δώσει ίση σημασία στην αλήθεια της επιστήμης, της φιλοσοφίας και της πνευματικής εμπειρίας, καθώς επίσης και στην ομορφιά της φυσικής δημιουργίας, τη χάρη της διανοητικής τέχνης και το μεγαλείο του γνήσιου επιτεύγματος του ανθρώπου.
2:7.10 Η θρησκευτική πρόκληση αυτής της εποχής είναι για εκείνους τους διορατικούς και στραμμένους στο μέλλον άνδρες και γυναίκες με πνευματική επίγνωση, που θα τολμήσουν να οικοδομήσουν μια νέα και ελκυστική φιλοσοφία ζωής μέσα από τις διευρυμένες και εξαίσια ολοκληρωμένες σύγχρονες έννοιες της κοσμικής αλήθειας, της ομορφιάς του σύμπαντος και της θείας καλοσύνης». Ένα τέτοιο καινούργιο και ορθό όραμα της ηθικής θα προσελκύσει οτιδήποτε είναι καλό στον ανθρώπινο νου και θα προκαλέσει αυτό που είναι το κάλλιστο για την ανθρώπινη ψυχή. Η αλήθεια, η ομορφιά και η καλοσύνη είναι θείες πραγματικότητες και καθώς ο άνθρωπος ανεβαίνει την κλίμακα της πνευματικότητας, αυτές οι υπέρτατες ιδιότητες του Αιώνιου γίνονται ολοένα και περισσότερο συντονισμένες και ενωμένες στον Θεό, ο οποίος είναι αγάπη.
2:7.11 Όλη η αλήθεια – υλική, φιλοσοφική, ή πνευματική – είναι όμορφη μαζί και αγαθή. Όλη η αληθινή ομορφιά – η υλική τέχνη, ή η πνευματική συμμετρία – είναι αληθινή μαζί και αγαθή. Όλη η γνήσια καλοσύνη – είτε είναι ατομική ηθική, είτε κοινωνική δικαιοσύνη, είτε θεία φροντίδα – είναι σε ίσο ποσοστό αληθινή και όμορφη. Η υγεία, η πνευματική ισορροπία και η ευτυχία είναι ολοκληρώσεις της αλήθειας, της ομορφιάς και της καλοσύνης, όπως αυτές ενώνονται στην ανθρώπινη εμπειρία. Τέτοια επίπεδα αποδοτικής ζωής επιτυγχάνονται μέσα από την ενοποίηση των ενεργειακών συστημάτων, ιδεολογικών συστημάτων και πνευματικών συστημάτων.
2:7.12 Η αλήθεια είναι συναφής η ομορφιά είναι γοητευτική, η καλοσύνη σταθεροποιητική. Και όταν οι αξίες αυτές που προσδιορίζουν το αληθινό συντονίζονται στην εμπειρία του ατόμου, το αποτέλεσμα είναι μία ανώτερη βαθμίδα αγάπης που διέπεται από τη σοφία και χαρακτηρίζεται από την πίστη. Ο πραγματικός σκοπός όλης της συμπαντικής παιδείας είναι να επιτύχει τον καλύτερο συντονισμό των απομονωμένων παιδιών των κόσμων με την ευρύτερη πραγματικότητα της ολοένα αυξανόμενης εμπειρίας του. Η πραγματικότητα είναι πεπερασμένη σε ανθρώπινο επίπεδο, άπειρη και αιώνια στα ανώτερα και θεία επίπεδα.
2:7.13 (Παρουσιάσθηκε από έναν Θείο Σύμβουλο που ενεργεί με την εξουσιοδότηση των Αρχαίων των Ημερών της Ουβέρσα.)