© 2018 Ίδρυμα Ουράντια
126:0.1 Από όλες τις εμπειρίες της γήινης ζωής του Ιησού, τα χρόνια των δεκατεσσάρων και δεκαπέντε ετών ήταν τα πιο αποφασιστικά. Αυτά τα δυο χρόνια, αφού άρχισε να έχει συνείδηση της θεότητος και της μοίρας και προτού επιτύχει να επικοινωνεί σε μεγάλη έκταση με τον εντός του διαμένοντα Προσαρμοστή, ήταν τα πιο επίπονα από τη γεμάτη συμβάντα ζωή του στην Ουράντια. Είναι αυτή η περίοδος των δυο ετών, την οποία θα πρέπει να αποκαλέσουμε μεγάλη δοκιμή, ο πραγματικός πειρασμός. Κανένας νεαρός άνθρωπος, διερχόμενος την πρώιμη σύγχυση και την ταχτοποίηση των προβλημάτων της εφηβείας, δεν αντιμετώπισε ποτέ πιο κρίσιμη δοκιμή από εκείνη την οποία πέρασε ο Ιησούς κατά τη μετάβασή του από την παιδική ηλικία σ’ αυτή της ενηλικίωσης.
126:0.2 Αυτή η σημαντική περίοδος της νεανικής ανάπτυξης του Ιησού είχε σαν αρχή το αποτέλεσμα της επίσκεψης στην Ιερουσαλήμ και την επιστροφή του στη Ναζαρέτ. Κατ’ αρχάς η Μαρία ήταν ευτυχισμένη με τη σκέψη ότι είχε πάλι πίσω το παιδί της, ότι ο Ιησούς είχε γυρίσει σπίτι σαν ένα παιδί του καθήκοντος – όχι ότι ήταν ποτέ κάτι άλλο – και ότι εφεξής θα ανταποκρινόταν στα σχέδιά της για τη μελλοντική ζωή του. Αλλά δεν θα ζεσταινόταν για πολύ από αυτές τις αχτίδες της μητρικής αυταπάτης και της οικογενειακής υπερηφάνειας χωρίς αναγνώριση. Πολύ σύντομα θα έβγαινε ολοκληρωτικά από την πλάνη της. Όλο και πιο πολύ το αγόρι συνόδευε τον πατέρα του, όλο και λιγότερο ερχόταν σ’ εκείνη για τα προβλήματά του, ενώ όλο και περισσότερο και οι δυο γονείς αποτύγχαναν να αντιληφθούν τη συχνή εναλλαγή του μεταξύ των κοσμικών υποθέσεων και την προσήλωσή στη σχέση του με τις υποθέσεις του Πατρός του. Ειλικρινά δεν τον καταλάβαιναν, αλλά τον αγαπούσαν πραγματικά.
126:0.3 Καθώς μεγάλωνε ο Ιησούς, η συμπόνια του και η αγάπη του για τον Ιουδαϊκό λαό γινόταν μεγαλύτερη, αλλά, με τα χρόνια, καταστάλαζε στο μυαλό του μια αυξανόμενη δικαιολογημένη προσβολή για την παρουσία στον οίκο του Πατέρα του ιερέων διορισμένων από την πολιτική εξουσία. Ο Ιησούς σεβόταν πολύ τους ειλικρινείς Φαρισαίους και τους τίμιους γραμματείς, αλλά απεχθανόταν τους υποκριτές και τους ανέντιμους θεολόγους. Έβλεπε με περιφρόνηση όλους εκείνους τους θρησκευτικούς αρχηγούς που δεν ήσαν ειλικρινείς. Όταν εξέταζε εξονυχιστικά την αρχηγική ικανότητα του Ισραήλ, μερικές φορές παρασυρόταν και έβλεπε την δυνατότητα να γίνει ο Μεσσίας που προσδοκούσαν οι Ιουδαίοι, αλλά ποτέ δεν ενέδιδε σ’ αυτόν τον πειρασμό.
126:0.4 Η ιστορία των κατορθωμάτων του, ανάμεσα στους σοφούς του Ναού της Ιερουσαλήμ, έγινε πηγή ικανοποίησης σε όλη τη Ναζαρέτ, ιδιαίτερα στον πρότερο δάσκαλό του στη σχολή της συναγωγής. Για ένα διάστημα οι επιδοκιμασίες ήταν στα χείλη όλων. Όλο το χωριό διηγιόταν τη σοφία της παιδικής του ηλικίας και την αξιέπαινη συμπεριφορά του και πρόλεγαν ότι ήταν προορισμένος να γίνει ένας μεγάλος αρχηγός του Ισραήλ. Επί τέλους ένας πραγματικά μεγάλος διδάσκαλος θα εμφανιζόταν από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας. Και όλοι προσδοκούσαν τον καιρό που θα γινόταν δεκαπέντε χρονών ώστε να του επιτρέπεται τακτικά να διαβάζει τα χειρόγραφα στη συναγωγή κατά την ημέρα του Σαββάτου.
126:1.1 Αυτό είναι το ημερολογιακό έτος των δεκατεσσάρων γενεθλίων του. Είχε γίνει ένας καλός κατασκευαστής υνιών και δούλευε το ίδιο καλά το τεντόπανο και το δέρμα. Γινόταν επίσης ένας έμπειρος μαραγκός και επιπλοποιός. Αυτό το καλοκαίρι έκανε συχνές εκδρομές στην κορυφή του λόφου στα βορειοδυτικά της Ναζαρέτ για προσευχή και διαλογισμό. Σταδιακά γινόταν περισσότερο ενσυνείδητος της φύσεως της ενσάρκωσής του στη γη.
126:1.2 Αυτός ο λόφος, λίγα περισσότερα από εκατό χρόνια πρωτύτερα, ήταν « ο ισχυρός τόπος του Βάαλ», και τώρα ήταν το μέρος που βρισκόταν ο τάφος του Συμεών, ενός φημισμένου αγίου του Ισραήλ[1]. Από την κορυφή του λόφου του Συμεών, ο Ιησούς κοίταζε τη Ναζαρέτ και τη γύρω περιοχή. Θα ατένιζε τη Μεγιδώ και θα θυμόταν την ιστορία του αιγυπτιακού στρατού που κέρδισε την πρώτη μεγάλη του νίκη στην Ασία και πως, αργότερα, ένας παρόμοιος στρατός νίκησε τον Ιουδαίο βασιλιά Ιωσία[2]. Όχι πολύ μακριά, θα κοίταζε τη Θαανάχ, όπου η Δεββώρα και ο Βάρακ νίκησαν το Σισάρα (βασιλιά των Χανααναίων)[3]. Στο βάθος θα μπορούσε να επιθεωρήσει με το μάτι τους λόφους της Δωθάν, όπου είχε διδαχθεί, ότι τα αδέλφια του Ιωσήφ εκεί τον είχαν πουλήσει για σκλάβο[4]. Μετά θα μετατόπιζε το βλέμμα του προς το Εβάλ και το Γεριζίμ και θα αναπολούσε τις παραδόσεις του Αβραάμ, του Ιακώβ και του Αβιμέλεχ. Και έτσι θα ξαναθυμόταν και θα γύριζε στο μυαλό του τα ιστορικά και παραδοσιακά γεγονότα του λαού του πατέρα του Ιωσήφ.
126:1.3 Συνέχισε να παρακολουθεί τα προχωρημένα μαθήματα της ερμηνείας των κειμένων υπό την παρακολούθηση των δασκάλων της συναγωγής και συνέχισε επίσης την κατ’ οίκον εκπαίδευση των αδελφών του, καθώς μεγάλωναν και έφταναν στην κατάλληλη ηλικία.
126:1.4 Νωρίς αυτό το χρόνο, ο Ιωσήφ κανόνισε να αποταμιεύει τα έσοδα από την περιουσία του στη Ναζαρέτ και την Καπερναούμ για να πληρώνει τη μεγάλη σειρά μαθημάτων του Ιησού στην Ιερουσαλήμ, επειδή ήταν ήδη αποφασισμένο να πάει στην Ιερουσαλήμ τον Αύγουστο του επομένου έτους, όταν θα συμπλήρωνε το δέκατο πέμπτο έτος.
126:1.5 Από την αρχή αυτού του χρόνου, τον Ιωσήφ και τη Μαρία βασάνιζαν συχνές αμφιβολίες για τη μοίρα του πρωτότοκου γιου τους. Ήταν όντως ένα λαμπρό και αξιαγάπητο παιδί, αλλά ήταν τόσο δύσκολο να το καταλάβεις, τόσο σφιχτό να το ερευνήσεις, και πάλι, τίποτε ασυνήθιστο ή θαυμαστό δεν συνέβη. Πάμπολλες φορές είχε η περήφανη μητέρα του κάνει προβλέψεις και περίμενε με κομμένη την ανάσα να δει το γιο της απασχολημένο με κάποιο υπεράνθρωπο ή υπερφυσικό επίτευγμα, αλλά πάντα οι ελπίδες της συντριβόντουσαν σε ανελέητη απογοήτευση. Και όλο αυτό ήταν αποθαρρυντικό, ακόμα και αποκαρδιωτικό. Οι θεοσεβείς άνθρωποι, εκείνων των ημερών, πίστευαν ακράδαντα ότι οι προφήτες και οι άνθρωποι της επαγγελίας επιδεικνύουν πάντα το κάλεσμά τους και εδραιώνουν την θεϊκή εξουσία τους με το να εκτελούν θαύματα και να κάνουν αξιοθαύμαστες πράξεις. Αλλά ο Ιησούς δεν έκανε τίποτε από όλα αυτά τα πράγματα. Γι αυτό και η σύγχυση των γονιών του αυξανόταν σταθερά, καθώς αναλογιζόντουσαν το μέλλον του.
126:1.6 Η καλυτέρευση των οικονομικών της οικογένειας από τη Ναζαρέτ αντικατοπτριζόταν με πολλούς τρόπους μέσα στο σπίτι και ιδιαίτερα με το μεγάλο αριθμό λειασμένων άσπροπινάκων που χρησίμευαν σαν πλάκες γραφής, το γράψιμο το έκαναν με κάρβουνο. Ο Ιησούς μπορούσε να συνεχίζει και τα μαθήματα μουσικής του, λάτρευε να παίζει άρπα.
126:1.7 Καθ’ ολοκληρίαν αυτό το χρόνο μπορεί να λεχθεί, ότι ο Ιησούς «μεγάλωνε με τη χάρη του Θεού και του ανθρώπου»[5]. Οι προσδοκίες της οικογένειας φαινόντουσαν καλές. Το μέλλον ήταν λαμπρό.
126:2.1 Όλα πήγαιναν καλά μέχρι εκείνη τη μοιραία ημέρα της Τρίτης, 25 Σεπτεμβρίου, όταν ένας δρομέας από τη Σεφφώρα έφερε στο σπίτι του στη Ναζαρέτ τα τραγικά νέα, ότι ο Ιωσήφ είχε πληγωθεί σοβαρά από την πτώση ενός ανυψωτήρα φορτίων, ενώ εργαζόταν στην κατοικία του κυβερνήτη. Ο αγγελιαφόρος από τη Σεφφώρα είχε σταθεί στο μαγαζί, στο δρόμο για το σπίτι του Ιωσήφ, πληροφορώντας τον Ιησού για το ατύχημα του πατέρα του και μαζί πήγαν στο σπίτι, να φέρουν τα άσχημα νέα στη Μαρία. Ο Ιησούς θέλησε να πάει κατευθείαν στον πατέρα του, αλλά η Μαρία ήθελε να βρεθεί γρήγορα στο πλευρό του συζύγου της. Είπε αμέσως στον Ιάκωβο, τότε δέκα ετών, να την συνοδεύσει στη Σεφφώρα, ενώ ο Ιησούς θα παρέμενε σπίτι με τα μικρότερα παιδιά μέχρι την επιστροφή της, μια και δεν ήξερε πόσο σοβαρά είχε τραυματισθεί ο Ιωσήφ. Αλλά ο Ιωσήφ πέθανε από τα τραύματά του πριν φτάσει η Μαρία. Τον μετέφεραν στη Ναζαρέτ και την επόμενη μέρα θάφτηκε κοντά στους γονείς του.
126:2.2 Ακριβώς την εποχή που οι προοπτικές ήταν καλές και το μέλλον φαινόταν λαμπρό, ένα φανερά σκληρό χέρι έκοψε την κεφαλή αυτού του νοικοκυριού της Ναζαρέτ, οι υποθέσεις του σπιτιού διαλύθηκαν και κάθε σχέδιο για τον Ιησού και τη μέλλουσα εκπαίδευσή του γκρεμίστηκε. Αυτός ο νεαρός μαραγκός, με μόλις κλεισμένα τα δεκατέσσερα, ξαγρυπνούσε με την πραγματικότητα, όχι μόνο της ολοκλήρωσης της εντολής του ουράνιου Πατέρα του, να αποκαλύψει τη θεϊκή φύση στη γη και στη σάρκα, αλλά και με το ότι η νεαρή ανθρώπινη φύση του έπρεπε να επωμιστεί την ευθύνη της φροντίδας της χήρας μητέρας του και των επτά αδελφών του – και ενός ακόμη που έμελλε να γεννηθεί. Αυτός ο νεαρός από τη Ναζαρέτ τώρα έγινε το μοναδικό στήριγμα και παρηγοριά αυτής της τόσο ξαφνικά αποστερημένης οικογένειας. Έτσι είχαν τα πράγματα στην Ουράντια, τα οποία θα ανάγκαζαν το νεαρό άνδρα της μοίρας, τόσο νωρίς να αναλάβει αυτές τις βαριές αλλά πολύ εκπαιδευτικές και πειθαρχικές ευθύνες που συνοδεύουν κάποιον που γίνεται η κεφαλή μιας οικογένειας, κάποιον που γίνεται πατέρας για τ’ αδέλφια του, που προστατεύει και στηρίζει τη μητέρα του, που λειτουργεί σαν φύλακας του πατρικού σπιτικού, του μοναδικού σπιτικού που θα γνώριζε όσο θα ήταν σ’ αυτόν τον κόσμο.
126:2.3 Ο Ιησούς αποδέχτηκε ευχάριστα τις ευθύνες που τόσο ξαφνικά έπεσαν πάνω του και τις έφερε εις πέρας πιστά. Μόνο ένα μεγάλο πρόβλημα στη ζωή του θα είχε άσχημη λύση – δεν επρόκειτο τώρα να πάει στην Ιερουσαλήμ να μελετήσει υπό τους ραβίνους. Έμεινε παντοτινή αλήθεια πως ο Ιησούς «δεν σπούδασε πλάι σε κανένα άνδρα». Ήταν πάντα πρόθυμος να μάθει ακόμα και από το πιο ταπεινό παιδάκι, αλλά ποτέ δεν πήρε άδεια να διδαχθεί την αλήθεια από ανθρώπινες πηγές[6].
126:2.4 Ακόμα δεν γνώριζε τίποτε για την επίσκεψη του Γαβριήλ στη μητέρα του, πριν από τη γέννησή του. Το πληροφορήθηκε μόλις τελευταία από τον Ιωάννη, την ημέρα της βάφτισής του, κατά το ξεκίνημα του δημόσιου λειτουργήματός του.
126:2.5 Καθώς πέρναγαν τα χρόνια, αυτός ο νεαρός μαραγκός της Ναζαρέτ, όλο και περισσότερο μέτραγε κάθε θεσμό της κοινωνίας και κάθε θρησκευτική συνήθεια με το ίδιο κριτήριο: Τι προσφέρει στην ανθρώπινη ψυχή; Φέρνει το Θεό πλησιέστερα στον άνθρωπο; Φέρνει πλησιέστερα τον άνθρωπο στον Θεό; Αν και αυτός ο νέος δεν είχε παραμελήσει την ψυχαγωγική και κοινωνική πλευρά της ζωής, όλο και πιο πολύ αφιέρωνε το χρόνο του και την ενεργητικότητά του σε δυο σκοπούς: Στη φροντίδα της οικογενείας του και στην προετοιμασία του να κάνει το θέλημα του ουράνιου Πατέρα του στη γη.
126:2.6 Αυτό το χρόνο έγινε συνήθεια στους γείτονες να έρχονται επίσκεψη, κατά τη διάρκεια των χειμωνιάτικων βραδινών, να ακούνε τον Ιησού να παίζει την άρπα, να προσέχουνε τις ιστορίες του (γιατί ο νεαρός ήταν τέλειος αφηγητής) και να τον ακούνε να διαβάζει από τα ελληνικά χειρόγραφα.
126:2.7 Οι οικονομικές υποθέσεις της οικογένειας συνέχισαν να κυλούν αρκετά ήρεμες, καθώς υπήρχε ένα ικανό ποσό χρημάτων διαθέσιμο την εποχή του θανάτου του Ιωσήφ. Ο Ιησούς επέδειξε από νωρίς ότι κατείχε κοφτερή επιχειρηματική κρίση και οικονομική οξυδέρκεια. Ήταν ανοιχτοχέρης αλλά και λιτός, ήταν οικονόμος αλλά και γενναιόδωρος. Αποδείχτηκε πως ήταν σοφός, αποτελεσματικός διαχειριστής της περιουσίας του πατέρα του.
126:2.8 Αλλά παρ’ όλα όσα ο Ιησούς και οι γείτονες έκαναν, για να φέρουν τη χαρά στο σπίτι, η Μαρία, ακόμα και τα παιδιά σκεπαζόντουσαν από σύννεφα θλίψης. Ο Ιωσήφ είχε φύγει. Ο Ιωσήφ ήταν ένας ασυνήθιστος σύζυγος και πατέρας και έλειπε σε όλους. Και τους φαινόταν πιο τραγικό όταν σκεφτόντουσαν πως πέθανε πριν μπορέσουν να του μιλήσουν ή να πάρουν την ευλογία του.
126:3.1 Όταν έγινε δεκαπέντε και μισό – και λογαριάζουμε τα χρόνια σύμφωνα με το ημερολόγιο του εικοστού αιώνα, όχι με το Εβραϊκό έτος – ο Ιησούς κρατούσε σταθερά τον έλεγχο σχετικά με τη διαχείριση της οικογένειάς του. Πριν το τέλος αυτού του χρόνου, όλες οι οικονομίες τους είχαν τελειώσει και αντιμετώπιζαν την ανάγκη να διαθέσουν ένα από τα σπίτια της Ναζαρέτ, το οποίο ο Ιωσήφ και ο γείτονάς του Ιακώβ κατείχαν από κοινού.
126:3.2 Το απόγευμα της Τετάρτης, 17 Απριλίου 9 μ[7].Χ., η Ρουθ, το μωρό της οικογένειας γεννήθηκε και ο Ιησούς προσπάθησε πολύ, επιστρατεύοντας όλη του την επιδεξιότητα, να πάρει τη θέση του πατέρα του και να ενθαρρύνει και να συμπαρασταθεί στη μητέρα του σ’ αυτή την επίπονη και ιδιαζόντως θλιβερή δοκιμασία. Για ένα διάστημα αρκετών ετών (μέχρι που άρχισε τη δημόσια υπηρεσία του) κανένας πατέρας δεν θα είχε αγαπήσει και αναθρέψει την κόρη του πιο τρυφερά και πιο πιστά από όσο φρόντισε ο Ιησούς τη μικρή Ρουθ. Και ήταν το ίδιο καλός πατέρας και για τα άλλα μέλη της οικογενείας του.
126:3.3 Κατά τη διάρκεια αυτού του έτους ο Ιησούς έδωσε για πρώτη φορά τη μορφή στην προσευχή που στη συνέχεια δίδαξε στους αποστόλους του και η οποία σε πολλούς έγινε γνωστή σαν «η Κυριακή Προσευχή»[8]. Ήταν κατά κάποιο τρόπο μια μετεξέλιξη της οικογενειακής τους προσευχής. Είχαν πολλά είδη δοξολογίας και αρκετές τυπικές προσευχές. Μετά το θάνατο του πατέρα του ο Ιησούς προσπάθησε να διδάξει τα μεγαλύτερα παιδιά να εκφράζονται ιδιαιτέρως στην προσευχή – όπως και ο ίδιος αγαπούσε να κάνει – αλλά δεν μπορούσαν να συλλάβουν τη σκέψη του και επέστρεφαν πάλι στον αμετάβλητο, απομνημονευμένο τύπο προσευχής. Ήταν σ’ αυτή του την προσπάθεια, να κεντρίσει τους μεγαλύτερους αδελφούς και αδελφές του να λένε προσωπικές προσευχές, που ο Ιησούς θα προσπαθούσε να τους καθοδηγήσει με υποβλητικές φράσεις και, γρήγορα, χωρίς καμία πρόθεση από μέρους του, σχηματίστηκε ένας τύπος προσευχής που όλοι χρησιμοποιούσαν και η οποία είχε δημιουργηθεί, σε μεγάλο τμήμα της, από αυτές τις υποβλητικές γραμμές που ο Ιησούς τους είχε διδάξει.
126:3.4 Στο τέλος ο Ιησούς παράτησε την ιδέα να φτιάχνει ο καθένας στην οικογένεια την αυθόρμητη προσευχή του και ένα απόγευμα του Οκτωβρη κάθισε κάτω από τη μικρή επίπεδη λάμπα που βρισκόταν στο χαμηλό πέτρινο τραπέζι και, σ’ ένα κομμάτι τετράγωνου πίνακα από λείο ξύλο κέδρου, περίπου μισού μέτρου, έγραψε με ένα κομμάτι κάρβουνο, την προσευχή που από κείνη τη στιγμή έγινε η συνήθης παράκληση της οικογένειας προς τον Θεό.
126:3.5 Αυτό το χρόνο ο Ιησούς βασανιζόταν πολύ από μπερδεμένες σκέψεις. Οι οικογενειακές υποχρεώσεις είχαν εξοστρακίσει αρκετά αποτελεσματικά κάθε σκέψη για γρήγορη εκτέλεση κάθε σχεδίου που αφορούσε την ανταπόκρισή του στο κάλεσμα της Ιερουσαλήμ και που τον κατεύθυνε στο «να εκτελέσει την υπόθεση του Πατέρα του»[9]. Ο Ιησούς σωστά έκρινε πως η φροντίδα της οικογένειας του επίγειου πατέρα του έπρεπε να έχει προτεραιότητα έναντι όλων των άλλων υποχρεώσεων, πως η συμπαράσταση της οικογενείας του έπρεπε να γίνει άμεση υποχρέωσή του.
126:3.6 Στην πορεία του χρόνου αυτού ο Ιησούς βρήκε ένα εδάφιο στο ονομαζόμενο Βιβλίο του Ενώχ, το οποίο επέδρασε επάνω του στο να υιοθετήσει αργότερα τον όρο «Υιός του Ανθρώπου» σαν ένα προσδιορισμό για την γήινη ενσάρκωση και αποστολή του στην Ουράντια[10]. Σκέφτηκε πολύ και επισταμένα την ιδέα του Ιουδαίου Μεσσία και πείστηκε βαθιά ότι δεν θα γινόταν αυτός ο Μεσσίας. Επιθυμούσε πολύ να βοηθήσει το λαό του πατέρα του, αλλά δεν περίμενε ποτέ να οδηγήσει Ιουδαϊκά στρατεύματα για την ανατροπή της ξένης κυριαρχίας στην Παλαιστίνη. Γνώριζε πως δεν θα καθόταν ποτέ στο θρόνο του Δαυίδ στην Ιερουσαλήμ. Ούτε και πίστευε ότι η αποστολή του ήταν εκείνη ενός πνευματικού λυτρωτή ή ηθικού διδασκάλου αποκλειστικά και μόνο για τον Ιουδαϊκό λαό. Επομένως με καμία έννοια δεν θα μπορούσε η αποστολή της ζωής του να είναι η ολοκλήρωση της σφοδρής επιθυμίας των αποκαλούμενων Μεσσιανικών προφητειών των εβραϊκών χειρογράφων, τουλάχιστον όχι όπως οι Ιουδαίοι κατανοούσαν αυτές τις προρρήσεις των προφητών. Το ίδιο σίγουρος ήταν ότι δεν θα παρουσιαζόταν ποτέ σαν τον Υιό του Ανθρώπου που είχε περιγράψει ο προφήτης Δανιήλ[11].
126:3.7 Όταν όμως ερχόταν ο καιρός να προχωρήσει σαν παγκόσμιος διδάσκαλος, πώς θα αποκαλούσε τον εαυτό του; Τι θα διεκδικούσε με την αποστολή του; Πώς θα τον αποκαλούσε ο λαός που θα πίστευε τα διδάγματά του;
126:3.8 Ενώ στριφογύριζαν όλα αυτά τα ερωτήματα στο μυαλό του, βρήκε στη βιβλιοθήκη της συναγωγής στη Ναζαρέτ, ανάμεσα στα αποκαλυπτικά βιβλία που μελετούσε, το χειρόγραφο που λεγόταν «το Βιβλίο του Ενώχ», και παρ’ όλο που ήταν βέβαιος ότι δεν είχε γραφτεί από τον Ενώχ της παλαιάς εποχής, αποδείχτηκε πολύ ενδιαφέρον, το διάβασε και το ξαναδιάβασε πολλές φορές. Υπήρχε ένα εδάφιο που τον εντυπωσίασε ιδιαίτερα, ένα εδάφιο στο οποίο εμφανιζόταν ο όρος «Υιός του Ανθρώπου». Ο συγγραφέας αυτού του ονομαζόμενου Βιβλίου του Ενώχ μίλαγε με ενθουσιασμό γι αυτό το Γιο του Ανθρώπου, πως πριν έρθει κάτω σ’ αυτή τη γη και φέρει τη σωτηρία στο ανθρώπινο είδος, είχε περπατήσει στην αυλή της ουράνιας δόξας με τον Πατέρα του, τον Πατέρα όλων. Και είχε αφήσει πίσω όλη αυτή τη μεγαλοπρέπεια και τη δόξα, για να κατέβει στη γη και να διακηρύξει τη σωτηρία στους φτωχούς θνητούς. Μόλις ο Ιησούς διάβασε αυτά τα εδάφια (είναι εύκολα αντιληπτό ότι πολλά εδάφια ανατολικού μυστικισμού, τα οποία είχαν ανακατευτεί με αυτές τις διδασκαλίες, ήταν λανθασμένα), ανταποκρίθηκαν στην καρδιά του και αναγνώρισε με το νου του, ότι από όλες τις Μεσσιανικές προρρήσεις των Εβραϊκών χειρογράφων και από όλες τις θεωρίες για τον Ιουδαίο ελευθερωτή, καμία δεν ήταν πιο κοντά στην αλήθεια όσο αυτή η ιστορία η τυλιγμένη σ’ αυτό το, εν μέρει αναγνωρισμένο, Βιβλίο του Ενώχ. Αμέσως, εκεί αποφάσισε να λάβει την προσωνυμία ο «Υιός του Ανθρώπου». Και το έκανε αυτό όταν στη συνέχεια άρχισε τη δημόσια εργασία του. Ο Ιησούς είχε μια αλάνθαστη ικανότητα να αναγνωρίζει την αλήθεια και δεν δίστασε ποτέ να αγκαλιάσει την αλήθεια, ανεξαρτήτως του είδους της πηγής από την οποία ανάβλυζε.
126:3.9 Μέχρι τότε είχε προσεκτικά τακτοποιήσει πολλά πράγματα σχετικά με τη μέλλουσα ενασχόλησή του με τον κόσμο, αλλά δεν ανέφερε τίποτε από όλα αυτά στη μητέρα του, η οποία επέμενε πεισματικά στην ιδέα να γίνει ο Ιουδαίος Μεσσίας.
126:3.10 Η μεγάλη σύγχυση των νεανικών χρόνων του Ιησού, τώρα αρχινούσε. Αφού τακτοποίησε μερικά πράγματα σχετικά με την ουσία της αποστολής του στη γη, δηλαδή «να εκτελεί τις υποθέσεις του πατέρα του» – να δείξει προς τα έξω σε όλο τον κόσμο τη στοργική φύση του Πατέρα του – άρχισε να σκέφτεται εκ νέου τις πολλές αναφορές των χειρογράφων, σχετικά με τον ερχομό ενός εθνικού ελευθερωτή, ενός Ιουδαίου δασκάλου ή βασιλιά[12]. Σε ποιο γεγονός αναφερόντουσαν αυτές οι προφητείες; Ήταν αυτός Ιουδαίος; ή δεν ήταν; Καταγόταν ή όχι από τον οίκο του Δαυίδ; Η μητέρα του τον βεβαίωνε ότι καταγόταν, ο πατέρας του είχε βγάλει το συμπέρασμα ότι δεν καταγόταν. Αποφάσισε πως τελικά δεν καταγόταν. Αλλά μήπως οι προφήτες είχαν μπερδευτεί με την ουσία της αποστολής του Μεσσία;
126:3.11 Εξάλλου, μήπως είχε δίκιο η μητέρα του; Σε πολλές περιπτώσεις, όταν προέκυπταν διαφορές γνώμης στο παρελθόν, αυτή είχε δίκιο. Αν αυτός ήταν ένας νέος διδάσκαλος και όχι ο Μεσσίας, τότε πώς θα αναγνώριζε τον Ιουδαίο Μεσσία, αν εμφανιζόταν κάποιος στην Ιερουσαλήμ κατά τη διάρκεια της γήινης αποστολής του; Και επιπλέον, ποια η σχέση του με αυτό τον Ιουδαίο Μεσσία; Και ποια η σχέση του με την οικογένειά του μετά το ξεκίνημα της αποστολής του; Με την Εβραϊκή κοινωνία και θρησκεία; Με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία; Με τους ειδωλολάτρες και τη θρησκεία τους; Καθένα από αυτά τα σημαντικά ερωτήματα, στριφογύριζε στο μυαλό του νεαρού Γαλιλαίου και το σκεφτόταν σοβαρά, ενώ συνέχιζε να εργάζεται στον πάγκο του μαραγκού, για να προσφέρει με κοπιαστικό τρόπο τα απαραίτητα για να ζήσουν αυτός, η μητέρα του και τα άλλα οκτώ πεινασμένα στόματα.
126:3.12 Πριν το τέλος του χρόνου η Μαρία είδε να λιγοστεύουν οι πόροι της οικογένειας. Μεταβίβασε την πώληση των περιστεριών στον Ιάκωβο. Χωρίς καθυστέρηση αγόρασαν μια δεύτερη αγελάδα και με τη βοήθεια της Μύριαμ άρχισαν να πουλάνε γάλα στους γείτονές τους στη Ναζαρέτ.
126:3.13 Οι έντονες περίοδοι περισυλλογής, οι συχνές επισκέψεις του στην κορυφή του λόφου για προσευχή και οι πολλές παράξενες ιδέες, τις οποίες εκτόξευε ο Ιησούς από καιρού εις καιρόν, τρόμαζαν τελείως τη μητέρα του. Μερικές φορές πίστευε ότι το αγόρι βρισκόταν εκτός εαυτού και τότε οι φόβοι της σταθεροποιόντουσαν, ενθυμούμενη ότι ήταν, μετά από όλα αυτά, το παιδί της επαγγελίας και κατά κάποιο τρόπο διαφορετικό από τα άλλα παιδιά.
126:3.14 Ο Ιησούς όμως μάθαινε να μη μιλάει για τις σκέψεις του, ούτε να παρουσιάζει τις ιδέες του στον κόσμο, ούτε ακόμα και στην ίδια του τη μητέρα. Από αυτό το χρόνο και στο εξής, οι αποκαλύψεις του Ιησού για το τι συνέβαινε στο μυαλό του, σταδιακά ελαττώνονταν. Δηλαδή μιλούσε λιγότερο γι αυτά τα πράγματα τα οποία ένας φυσιολογικός άνθρωπος δεν μπορούσε να καταλάβει και που θα οδηγούσαν στο να κοιτάζουν το άτομό του σαν εκκεντρικό ή διαφορετικό από το συνηθισμένο πλήθος. Σε όλες του τις εμφανίσεις είχε γίνει κοινότοπος και συνηθισμένος, αν και λαχταρούσε για κάποιον που θα καταλάβαινε τα προβλήματά του. Αναζητούσε ένα αξιόπιστο και έμπιστο φίλο, αλλά τα προβλήματά του ήταν υπερβολικά πολύπλοκα για τους ανθρώπους που συναναστρεφόταν και δεν τον καταλάβαιναν. Η μοναδικότητα της ασυνήθιστης κατάστασης τον εξανάγκαζαν να σηκώνει το φορτίο του μόνος.
126:4.1 Με τον ερχομό των δέκατων πέμπτων γενεθλίων του, ο Ιησούς μπορούσε επίσημα πλέον να ανεβαίνει στον άμβωνα της συναγωγής τα Σάββατα. Πολλές φορές πριν, όταν έλειπε ο αγορητής, ζητούσαν από τον Ιησού να διαβάσει τα χειρόγραφα, αλλά τώρα είχε φτάσει η μέρα που, σύμφωνα με το νόμο πια, μπορούσε να διεξάγει την εργασία. Έτσι το πρώτο Σάββατο μετά τα γενέθλιά του, ο αρχιραβίνος του ναού όρισε τον Ιησού για να διεξάγει την πρωινή ανάγνωση στη συναγωγή[13]. Και όταν όλοι οι πιστοί είχαν συγκεντρωθεί, ο νέος άνδρας, έχοντας επιλέξει τα κείμενα από τα χειρόγραφα, ανέβηκε και άρχισε να διαβάζει:
126:4.2 «Το πνεύμα του Κυρίου και Θεού μένει εντός μου, επειδή ο Κύριος με έχει χρήσει[14]. Με έστειλε να φέρω καλά νέα στους πράους, να παρηγορήσω τον απελπισμένο, να κηρύξω την ελευθερία στους αιχμαλώτους και να ελευθερώσω τους φυλακισμένους τω πνεύματι. Να κηρύξω το έτος της εύνοιας του Θεού και την ημέρα της κρίσης του Θεού. Να παρηγορήσω τους πενθούντες, να τους δώσω ομορφιά αντί στάχτες, το έλαιο της χαράς αντί του πένθους, το τραγούδι της λατρείας αντί το πνεύμα της θλίψης, ότι μπορούν να αποκαλούνται δένδρα δικαιοσύνης, φυτεία του Κυρίου, δια των οποίων θα δοξάζεται.
126:4.3 »Αναζητήσετε το καλό και όχι το κακό για να ζήσετε και ο Κύριος, ο Θεός των πνευμάτων θα είναι μαζί σας. Μισήσετε το κακό και αγαπήσετε το καλό. Αποκαταστήστε τη δικαιοσύνη προ της πύλης[15]. Ίσως ο Κύριος και Θεός να φανεί επιεικής στο κατάλοιπο του Ιωσήφ.
126:4.4 »Πλυθείτε, καθαριστείτε, απομακρύνετε το κακό από τα έργα σας προ των οφθαλμών μου. Σταματήστε να εργάζεστε το κακό και μάθετε να πράττετε το καλό[16]. Ψάξτε τη δικαιοσύνη, ανακουφίστε τους καταπιεσμένους. Υπερασπιστείτε τον ορφανό και παρακαλέστε για τη χήρα.
126:4.5 »Με τι να έρθω προ του Κυρίου, να προσκυνήσω έμπροσθεν του Κυρίου όλης της γης; Να έρθω έμπροσθέν του με θυσίες, με νεαρά μοσχάρια; θα ευχαριστηθεί ο Κύριος με χιλιάδες κριάρια, δέκα χιλιάδες πρόβατα ή ποταμούς ελαίου; Να προσφέρω το πρωτότοκό μου για το αμάρτημά μου, τα φρούτα του κορμιού μου για το αμάρτημα της ψυχής μου; Όχι! Γιατί ο Κύριος μας έχει δείξει, ω άνδρες, τι είναι καλό. Και ο Κύριος δεν θέλει από σένα παρά να είσαι δίκαιος, ελεήμων και να βαδίζεις ταπεινά με το Θεό σου.[17]
126:4.6 »Με ποιον, λοιπόν, θα παρομοιάσεις το Θεό που κάθεται στον κύκλο της γης; Ανασήκωσε τα μάτια σου και παρατήρησε ποιος έφτιαξε όλους τους κόσμους, ποιος αριθμεί τα πνεύματα και ποιος τα καλεί όλα με το όνομά τους. Πράττει όλα αυτά με τη μεγαλοσύνη της ισχύος του και επειδή είναι δυνατός τίποτε δεν αποτυγχάνει. Αυτός δίνει δύναμη στον ασθενή και τους εξαντλημένους ενισχύει. Μη φοβάσαι, γιατί Εγώ είμαι μαζί σου, μη δειλιάζεις γιατί Εγώ είμαι ο θεός σου. Θα σε δυναμώσω και θα σε βοηθήσω, ναι, θα σε κρατήσω με το δεξί χέρι της δικαιοσύνης μου γιατί είμαι ο Κύριος και Θεός σου. Και θα κρατήσω το δεξί χέρι σου λέγοντάς σου, μη φοβού, γιατί Εγώ θα σε βοηθάω[18].
126:4.7 »Και είσαι μάρτυράς μου, λέει ο Κύριος, και ο δούλος μου τον οποίο έχω διαλέξει ότι όλοι πρέπει να μάθουν και να πιστέψουν σε μένα και να καταλάβουν ότι Εγώ είμαι ο Αιώνιος. Εγώ, ακόμα Εγώ, είμαι ο Κύριος και εκτός από μένα δεν υπάρχει σωτήρας»[19]. Όταν τελείωσε έτσι το διάβασμα, κάθισε κάτω και το πλήθος πήγε σπίτι του, αναλογιζόμενοι τις λέξεις που τόσο χαριτωμένα τους είχε διαβάσει. Ποτέ άλλοτε οι συγχωριανοί του δεν τον είχαν δει τόσο υπέροχα κατανυκτικό, ούτε είχαν ξανακούσει τη φωνή του τόσο υποβλητική και τόσο αληθινή, ούτε τον είχαν παρατηρήσει τόσο αρρενωπό και αποφασιστικό, με τόση εξουσία.
126:4.8 Αυτό το απόγευμα του Σαββάτου ο Ιησούς σκαρφάλωσε στο λόφο της Ναζαρέτ με τον Ιάκωβο και, όταν επέστρεψαν σπίτι, έγραψαν τις Δέκα Εντολές στα ελληνικά σε δυο λείους πίνακες, με κάρβουνο.
126:4.9 Στη συνέχεια η Μάρθα ζωγράφισε και διακόσμησε αυτούς τους πίνακες και για πολύ παρέμειναν κρεμασμένοι στον τοίχο, πάνω από το μικρό γραφείο του Ιάκωβου.
126:5.1 Σταδιακά ο Ιησούς και η οικογένειά του επέστρεψαν στην απλή ζωή των προηγούμενων χρόνων. Τα ενδύματα και η τροφή τους έγιναν απλούστερα. Είχαν άφθονο γάλα., βούτυρο και τυρί. Την κατάλληλη εποχή έτρωγαν από τα προϊόντα του κήπου τους, αλλά κάθε μήνας που περνούσε επέβαλλε μεγαλύτερη λιτότητα. Το πρωινό τους ήταν τελείως απέριττο, φύλαγαν την καλύτερη τροφή για το βραδινό φαγητό. Όμως, αυτή η στέρηση πλούτου δεν συνεπάγετο κοινωνική κατωτερότητα.
126:5.2 Ο νεαρός κατανόησε μ’ αυτό τον τρόπο πώς ζούσαν οι άνθρωποι της εποχής του. Και το πόσο καλά κατανόησε τη σπιτική ζωή, την αγροτική και την επαγγελματική, διακρίνεται στα διδάγματά του, τα οποία τόσο πλήρως φανερώνουν τη στενή σχέση του με όλες τις φάσεις της ανθρώπινης εμπειρίας.
126:5.3 Ο αρχιραβίνος της Ναζαρέτ συνέχισε να μένει προσκολλημένος στην πίστη ότι ο Ιησούς θα γινόταν ένας μεγάλος διδάσκαλος, ίσως ο διάδοχος του φημισμένου Γαμαλιήλ στην Ιερουσαλήμ.
126:5.4 Προφανώς όλες οι ελπίδες του Ιησού για μια καριέρα χάθηκαν. Το μέλλον δεν φαινόταν λαμπρό όπως πήγαιναν τα πράγματα. Αλλά δεν δίστασε, δεν αποθαρρύνθηκε. Συνέχισε να ζει, μέρα τη μέρα, εκτελώντας σωστά το παρόν χρέος και εκπληρώνοντας πιστά τις άμεσες ευθύνες της κοινωνικής ζωής του. Η ζωή του Ιησού είναι η αιώνια ανακούφιση όλων των απογοητευμένων ιδεολόγων.
126:5.5 Η ανταμοιβή μιας συνηθισμένης μέρας ενός εργαζόμενου μαραγκού σιγά-σιγά λιγόστευε. Στο τέλος αυτού του χρόνου ο Ιησούς μπορούσε να κερδίζει, εργαζόμενος από νωρίς μέχρι αργά, μόνο όσο αντιστοιχούν είκοσι πέντε σεντς κάθε μέρα. Τον επόμενο χρόνο αντιμετώπιζαν δυσκολίες στο να πληρώνουν τους δημοτικούς φόρους, για να μην αναφέρουμε την εισφορά στη συναγωγή και το φόρο του μισού σέκελ στο ναό. Κατ’ εκείνο το έτος ο φοροεισπράκτορας προσπάθησε να αποκομίσει επιπλέον πρόσοδο από τον Ιησού, απειλώντας τον να του πάρει την άρπα.
126:5.6 Φοβούμενος ότι το αντίγραφο με τα ελληνικά γράμματα μπορούσε να ανακαλυφθεί και να δημευθεί από τους φοροεισπράκτορες, ο Ιησούς, την επέτειο των δέκατων πέμπτων γενεθλίων του, το παρουσίασε στη συναγωγή σαν προσφορά της ενηλικίωσής του προς τον Κύριο.
126:5.7 Το μεγάλο χτύπημα των δέκατων πέμπτων γενεθλίων του ήρθε όταν ο Ιησούς πήγε στη Σεφφώρα για να πάρει την απόφαση του Ηρώδη, που αφορούσε την έφεση που είχε κάνει για το διαφιλονικούμενο χρηματικό ποσό που όφειλαν στον Ιωσήφ την εποχή του απροσδόκητου θανάτου του. Ο Ιησούς και η Μαρία περίμεναν ένα σημαντικό χρηματικό ποσό, ενώ ο ταμίας της Σεφφώρας τους είχε προσφέρει ένα ασήμαντο ποσό. Τα αδέλφια του Ιωσήφ είχαν κάνει την έφεση στον ίδιο τον Ηρώδη, και τώρα ο Ιησούς βρισκόταν στο παλάτι και άκουγε την απόφαση του Ηρώδη ότι στον πατέρα του δεν χρωστούσαν τίποτε την εποχή που πέθανε. Και γι αυτή την άδικη απόφαση ο Ιησούς δεν εμπιστεύτηκε ποτέ τον Ηρώδη Αντύπα δεν αποτελεί έκπληξη ότι κάποτε υπαινίχθηκε τον Ηρώδη λέγοντας «εκείνη η αλεπού».[20]
126:5.8 Η δύσκολη εργασία στον πάγκο του μαραγκού κατά τη διάρκεια αυτού και του επόμενου έτους στέρησε τον Ιησού από την ευκαιρία να ανακατευτεί με το καραβάνι των ταξιδιωτών. Το μαγαζί της οικογένειας είχε ήδη εξαγορασθεί από το θείο του και ο Ιησούς δούλευε καθ’ ολοκληρίαν στο εργαστήρι του σπιτιού, κι έτσι ήταν κοντά για να βοηθάει τη Μαρία και την οικογένεια. Εκείνο τον καιρό περίπου άρχισε να στέλνει τον Ιάκωβο στο καραβάνι με τις καμήλες για να μαζεύει πληροφορίες για τα γεγονότα του κόσμου και έτσι να μένει κοντά στις ειδήσεις της ημέρας.
126:5.9 Καθώς μεγάλωνε και γινόταν άνδρας, πέρασε όλες τις συγκρούσεις και τα διλήμματα από τις οποίες διέρχονται τα φυσιολογικά νεαρά άτομα των προηγούμενων και των μετέπειτα γενεών. Και η σκληρή εμπειρία της συντήρησης της οικογενείας του ήταν ένα σίγουρο προφυλακτικό μέτρο από το να καταναλώνεται επί πολύ χρόνο σε άσκοπη περισυλλογή ή να ενδίδει σε μυστικιστικές ροπές.
126:5.10 Εκείνο το χρόνο ο Ιησούς νοίκιασε ένα αξιόλογο κομμάτι γης ακριβώς στο βόρειο μέρος του σπιτιού τους, το οποίο χώρισαν σε καλλιεργήσιμα τεμάχια και έκαναν το οικογενειακό τους περιβόλι. Κάθε ένα από τα μεγαλύτερα παιδιά είχε το ατομικό του περιβόλι και άρχισαν να ανταγωνίζονται με επιδεξιότητα στις αγροτικές προσπάθειες. Ο μεγαλύτερος αδελφός τους περνούσε λίγο καιρό κάθε μέρα μαζί τους στο περιβόλι, την εποχή της καλλιέργειας των λαχανικών. Καθώς μάλιστα ο Ιησούς εργαζόταν με τα μικρότερα αδέλφια του στο περιβόλι, πέρναγε συχνά από το μυαλό του η επιθυμία να είχαν ένα κτήμα στην εξοχή και εκεί να χαιρόντουσαν την ελευθερία και την ανεξαρτησία μιας ανεμπόδιστης ζωής. Αλλά δεν μεγάλωναν στην εξοχή, και ο Ιησούς, όντας βαθιά, το ίδιο πρακτικός όσο και ιδεολόγος νέος, πολύ έξυπνα και αποφασιστικά καταπολεμούσε την επιθυμία αμέσως μόλις εμφανιζόταν και έκανε όσα περνούσαν από το χέρι του για να προσαρμόζεται αυτός και η οικογένειά του στην πραγματικότητα των περιστάσεων και να ρυθμίζει την κατάστασή τους στην ανώτερη δυνατή ικανοποίηση των ατομικών και συλλογικών επιθυμιών τους.
126:5.11 Κάποια φορά ο Ιησούς ήλπισε αμυδρά ότι θα μπορούσε να αποκτήσει αρκετούς πόρους, υπό τον όρο ότι θα τους έδιναν το σημαντικό ποσό χρημάτων που όφειλαν από τη δουλειά του πατέρα του στο παλάτι του Ηρώδη, για να εξασφαλίσει την αγορά ενός μικρού κτήματος. Είχε πάρει πραγματικά στα σοβαρά αυτό το σχέδιο της μετακίνησης της οικογενείας του στην εξοχή. Αλλά όταν ο Ηρώδης αρνήθηκε να τους πληρώσει το οφειλόμενο στο Ιωσήφ ποσό, παράτησαν τη φιλοδοξία της απόκτησης σπιτιού στην εξοχή. Έτσι κατάφεραν να απολαμβάνουν ένα μέρος από τη ζωή της εξοχής μια και είχαν τώρα τρεις αγελάδες, τέσσερα πρόβατα, ένα κοπάδι κοτόπουλα, ένα γάιδαρο και ένα σκύλο μαζί και τα περιστέρια. Ακόμα και τα μικρότερα παιδιά είχαν τις υποχρεώσεις τους, που έπρεπε να εκτελέσουν, στο καλώς οργανωμένο σχέδιο διαχείρισης που χαρακτήριζε τη σπιτική ζωή αυτής της οικογένειας από τη Ναζαρέτ.
126:5.12 Με το τέλος του δέκατου πέμπτου έτους ο Ιησούς ολοκλήρωσε το πέρασμα από εκείνη την επικίνδυνη και δύσκολη περίοδο στην ανθρώπινη εμπειρία, εκείνη την εποχή της μετάβασης από τα πιο εύκολα χρόνια της παιδικής ηλικίας στα πιο ενδιαφέροντα της ενηλικίωσης με τις αυξημένες ευθύνες αλλά και ευκαιρίες για την απόκτηση μεγαλύτερης εμπειρίας για την δημιουργία ενός ανώτερου χαρακτήρα. Η περίοδος της ανάπτυξης του μυαλού και του σώματος είχε τελειώσει και τώρα άρχιζε η πραγματική δουλειά αυτού του νεαρού άνδρα της Ναζαρέτ.