© 2018 Ίδρυμα Ουράντια
Εγγραφο 124. ΤΑ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ |
Δείκτης
Πολλαπλή έκδοση |
Εγγραφο 126. ΤΑ ΔΥΟ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ |
125:0.1 Κανένα γεγονός σε όλη την πολυτάραχη επίγεια ζωή του Ιησού δεν ήταν πιο ευχάριστο και πιο ανθρώπινα συναρπαστικό, από αυτήν, την πρώτη του επίσκεψη στην Ιερουσαλήμ. Του είχε τραβήξει το ενδιαφέρον ιδιαίτερα η εμπειρία της παρακολούθησης των συζητήσεων στον ναό μόνος του, και για πολύ καιρό έμενε στην θύμησή του σαν το μεγάλο γεγονός του τέλους της παιδικής του ηλικίας και της πρώτης νεότητας. Αυτή ήταν η πρώτη του ευκαιρία να χαρεί μερικές μέρες ανεξαρτησίας, την χαρά να πηγαίνει και να έρχεται χωρίς περιορισμούς. Αυτή η σύντομη περίοδος ανεξάρτητης ζωής, την εβδομάδα μετά το Πάσχα, ήταν η πρώτη του απόλυτη ελευθερία από τις ευθύνες που ποτέ ξανά δεν είχε απολαύσει. Πέρασαν πολλά χρόνια πριν μπορέσει να έχει πάλι μια παρόμοια περίοδο ελευθερίας από κάθε ευθύνη, έστω και για λίγο.
125:0.2 Οι γυναίκες σπάνια πήγαιναν στην γιορτή του Πάσχα στην Ιερουσαλήμ¨ δεν ήταν απαραίτητο να είναι παρούσες. Ο Ιησούς, όμως, αρνήθηκε να πάει εκτός και αν πήγαινε και η μητέρα του μαζί τους. Και όταν η μητέρα του αποφάσισε να πάει, πολλές άλλες γυναίκες από την Ναζαρέτ θέλησαν να ταξιδεύσουν και αυτές, έτσι η παρέα για το Πάσχα περιλάμβανε τον μεγαλύτερο αριθμό σε γυναίκες, σε αναλογία με τους άνδρες, που είχαν ποτέ πάει για το Πάσχα από την Ναζαρέτ. Στον δρόμο για την Ιερουσαλήμ πολύ συχνά έψελναν τον εκατοστό δέκατο τρίτο Ψαλμό.
125:0.3 Από την στιγμή που έφυγαν από την Ναζαρέτ μέχρι που έφτασαν στην κορυφή του Όρους των Ελαιών, ο Ιησούς αισθανόταν μεγάλη αγωνία και προσμονή. Σε όλη την χαρούμενη παιδική του ηλικία άκουγε με σεβασμό για την Ιερουσαλήμ και τον ναό της¨ τώρα σύντομα θα τα έβλεπε στα αλήθεια. Από το Όρος των Ελαιών και απέξω, από κοντά, ο ναός ήταν αυτό που περίμενε και ακόμα καλύτερος¨ αλλά όταν πέρασε τις ιερές του πύλες, εκεί άρχισε η μεγάλη του απογοήτευση.
125:0.4 Ο Ιησούς μαζί με τους γονείς του πέρασε μέσα από τον περίβολο του ναού, καθώς πήγαινε να μπει στην ομάδα των νέων υιών του νόμου που επρόκειτο να χειροτονηθούν πολίτες του Ισραήλ. Απογοητεύτηκε λίγο από την γενική συμπεριφορά του πλήθους που βρισκόταν στον ναό, αλλά το πρώτο του μεγάλο σοκ της ημέρας ήρθε όταν η μητέρα του τους άφησε για να πάει στον εξώστη των γυναικών. Ποτέ δεν είχε περάσει από το μυαλό του Ιησού ότι η μητέρα του δεν θα ήταν μαζί τους στις τελετές χειροτονίας, και εξοργίστηκε που χρειαζόταν η μητέρα του να υποστεί τέτοιες άδικες διακρίσεις. Παρόλο όμως που δεν του άρεσε καθόλου αυτό, εκτός από μερικές διαμαρτυρίες προς τον πατέρα του, δεν είπε τίποτα. Αλλά το σκεφτόταν, και τον απασχολούσε βαθιά, όπως φανέρωσαν οι ερωτήσεις του προς τους γραμματείς και τους δασκάλους μια εβδομάδα αργότερα.
125:0.5 Πέρασε από τις ιεροτελεστίες της χειροτονίας αλλά απογοητεύτηκε από την τυπική και ανιαρή φύση τους. Του έλειπε εκείνο το προσωπικό ύφος που χαρακτήριζε τις τελετές της συναγωγής στην Ναζαρέτ. Μετά επέστρεψε για να χαιρετήσει την μητέρα του και προετοιμάστηκε να πάει με τον πατέρα του για τον πρώτο του γύρο στον ναό, τις διάφορες αυλές του, τους εξώστες του, και τους διαδρόμους του. Ο περίγυρος του ναού μπορούσε να στεγάσει πάνω από διακόσιες χιλιάδες πιστούς μαζί, και ενώ ο νους του εντυπωσιάστηκε από την απεραντοσύνη αυτών των κτιρίων—σε σύγκριση με αυτά που είχε δει ποτέ—πιο πολύ παρακινήθηκε το ενδιαφέρον του από την πνευματική σημασία των τελετών του ναού και της θρησκευτικής λατρείας που ήταν συνδεδεμένη με αυτά.
125:0.6 Παρόλο από κάποιες από τις ιεροτελεστίες άγγιξαν με την ομορφιά τους και τον συμβολισμό του την καρδιά του, πάντα απογοητευόταν από την εξήγηση που του έδιναν οι γονείς του για τις πραγματικές σημασίες αυτών των τελετών όταν τους ερωτούσε τόσες φορές. Ο Ιησούς απλά δεν μπορούσε να δεχτεί εξηγήσεις θρησκευτικής λατρείας και αφοσίωσης που βασιζόντουσαν στην πίστη στην οργή του θεού και τον θυμό του Παντοδύναμου. Σε κάποιες συζητήσεις πάνω σε αυτές τις ερωτήσεις, μετά το πέρας της επίσκεψης στον ναό, όταν ο πατέρας του άρχισε να επιμένει να δεχτεί ο υιός του τις ορθόδοξες Ιουδαϊκές πίστεις, ο Ιησούς γύρισε προς τους γονείς του και, κοιτώντας παρακλητικά μέσα στα μάτια του πατέρα του, είπε: «Πατέρα μου, δεν μπορεί να είναι αλήθεια—ο Πατέρας στον ουρανό δεν μπορεί να αντιμετωπίζει τα παιδιά του στην γη όταν σφάλλουν. Ο ουράνιος Πατέρας δεν μπορεί να αγαπά τα παιδιά του λιγότερο από ότι με αγαπάς εσύ. Και ξέρω πολύ καλά, παρά τα λάθη που κάνω, ποτέ δεν θα άφηνες την οργή σου επάνω μου, ούτε θα ξέσπαγες τον θυμό σου εναντίον μου. Αν εσύ, ο γήινος πατέρας μου, έχεις τέτοιες ανθρώπινες αντανακλάσεις του Θεϊκού στοιχείου, τότε πόσο περισσότερο πρέπει ο ουράνιος Πατέρας να είναι γεμάτος με καλοσύνη και να του περισσεύει το έλεος. Αρνούμαι να πιστέψω ότι ο Πατέρας μου στον ουρανό με αγαπά λιγότερο από τον πατέρα μου στην γη.»
125:0.7 Όταν ο Ιωσήφ και η Μαρία άκουσαν αυτά τα λόγια του πρωτότοκου παιδιού τους, έμειναν ήρεμοι. Και ποτέ ξανά δεν προσπάθησαν να του αλλάξουν την γνώμη για την αγάπη του Θεού και την φιλευσπλαχνία του Πατέρα στον ουρανό.
125:1.1 Παντού όπου πήγε ο Ιησούς στις αυλές του ναού, σοκαρίστηκε και αηδίασε από το πνεύμα της ασέβειας που είδε. Θεωρούσε την διαγωγή του πλήθους του ναού ότι ήταν απρεπής για την παρουσία τους στον «οίκο του Πατέρα του»[1]. Αλλά δέχτηκε το σοκ της νεαρής ζωής του όταν ο πατέρας του τον συνόδεψε στην αυλή των μη Ιουδαίων με την θορυβώδη διάλεκτό τους, τις φωνές τους και τις βρισιές τους, αναμεμιγμένες αδιάκριτα με το βέλασμα των προβάτων και τις φλυαρίες που μαρτυρούσαν την παρουσία χρηματικών δοσοληψιών και πωλητών ζώων θυσίας και διαφόρων άλλων εμπορευμάτων.
125:1.2 Αλλά πιο πολύ προσβλήθηκε η αίσθηση της ευπρέπειάς του από το θέαμα των ελαφρόμυαλων εταίρων που παρελαύνανε στον περίβολο του ναού, τέτοιες σαν αυτές τις βαμμένες γυναίκες που είχε δει πρόσφατα σε μια επίσκεψη στην Σέφορη. Αυτή η βλασφημία προς τον ναό προκάλεσε την νεανική του αγανάκτηση, και δεν δίστασε να την εκφράσει ελεύθερα στον Ιωσήφ.
125:1.3 Ο Ιησούς θαύμασε το συναίσθημα και τις υπηρεσίες του ναού, αλλά σοκαρίστηκε από την πνευματική ασχήμια που είδε στα πρόσωπα τόσων πολλών απερίσκεπτων προσκυνητών.
125:1.4 Τώρα πέρασαν στην αυλή των ιερέων κάτω από την προεξοχή του βράχου μπροστά από τον ναό, εκεί όπου βρισκόταν ο βωμός, για να δουν την σφαγή των κοπαδιών των ζώων και το ξέπλυμα του αίματος από τα χέρια των ιερουργών σφαγέων ιερέων στο μπρούντζινο σιντριβάνι. Το λεκιασμένο από αίμα πεζοδρόμιο, τα αιματοβαμμένα χέρια των ιερέων, και οι φωνές των ζώων που πέθαιναν ήταν κάτι περισσότερο από ότι μπορούσε να αντέξει αυτό το τρυφερό παιδί που λάτρευε την φύση. Το αγόρι από την Ναζαρέτ αηδίασε από αυτό το φοβερό θέαμα, και άρπαξε το χέρι του πατέρα του και τον ικέτευσε να φύγουν. Γύρισαν πίσω περνώντας από την αυλή των μη Ιουδαίων, και ακόμα και τα άξεστα γέλια και τα βλάσφημα αστεία που άκουγε εκεί ήταν ανακούφιση από το θέαμα που είχε μόλις δει.
125:1.5 Ο Ιωσήφ κατάλαβε πόσο είχε αηδιάσει ο γιος του από το θέαμα των τελετουργικών του ναού και πολύ σωστά τον πήγε να δει «την όμορφη πύλη», την καλλιτεχνική πύλη που ήταν φτιαγμένη από Κορινθιακό μπρούντζο[2]. Αλλά ο Ιησούς είχε ήδη δει αρκετά σε αυτήν την πρώτη του επίσκεψη στον ναό. Επέστρεψαν στην πάνω αυλή για την Μαρία και περπάτησαν έξω στον καθαρό αέρα, μακριά από τα πλήθη για μια ώρα, βλέποντας το παλάτι των Ασμοναίων, το μεγαλοπρεπές σπίτι του Ηρώδη, και τον πύργο των Ρωμαίων φρουρών. Σε αυτόν τον περίπατο ο Ιωσήφ εξήγησε στον Ιησού ότι μόνο οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ επιτρεπόντουσαν να βλέπουν αυτές τις καθημερινές θυσίες στον ναό, και ότι οι κάτοικοι της Γαλιλαίας ερχόντουσαν μόνο τρεις φορές τον χρόνο να συμμετέχουν στην λατρεία στον ναό: το Πάσχα, τον εορτασμό της Πεντηκοστής (επτά εβδομάδες μετά το Πάσχα), και στον εορτασμό των σκηνωμάτων τον Οκτώβρη. Αυτές οι γιορτές καθιερώθηκαν από τον Μωυσή. Μετά συζήτησαν τις δύο μεταγενέστερα καθιερωμένες γιορτές της αφιέρωσης και του Εξαγνισμού (Πουρίμ)[3][4]. Έπειτα πήγαν στο κατάλυμά τους και ετοιμάστηκαν για τον εορτασμό του Πάσχα.
125:2.1 Πέντε οικογένειες από την Ναζαρέτ ήταν φιλοξενούμενοι της οικογένειας του Σίμωνα από την Βηθανία για τον εορτασμό του Πάσχα, και ο Σίμωνας είχε αγοράσει το πασχαλινό αρνί για την παρέα. Ήταν η σφαγή αυτών των αρνιών σε τόσο μεγάλους αριθμούς που είχε επηρεάσει τόσο τον Ιησού στην επίσκεψή του στον ναό. Στην αρχή σχεδίαζαν να φάνε με τους συγγενείς της Μαρίας το Πάσχα, αλλά ο Ιησούς έπεισε τους γονείς του να δεχτούν την πρόσκληση και να πάνε στην Βηθανία.
125:2.2 Εκείνη την νύχτα συγκεντρώθηκαν για τις τελετουργίες του Πάσχα, και έτρωγαν ψητό κρέας και άζυμο ψωμί και πικρά χόρτα. Ο Ιησούς, εφόσον ήταν ο νέος υιός της Διαθήκης, ανάγγειλε, αφού του ζητήθηκε, την έναρξη του Πάσχα, και αυτό το έπραξε καλά, αλλά κάπως έφερε τους γονείς του σε αμηχανία όταν συμπεριέλαβε στην ομιλία του και διάφορα σχόλια που κατά κάποιο τρόπο φανέρωναν τις εντυπώσεις που προκάλεσαν σε αυτό το νεανικό αλλά σοβαρό και βαθύ νου, τα πράγματα που είχε δει και ακούσει τόσο πρόσφατα. Αυτή ήταν η αρχή των επταήμερων τελετών της εορτής του Πάσχα.
125:2.3 Ακόμα και από τότε, παρόλο που δεν είπε τίποτα στους γονείς του γι αυτά τα θέματα, ο Ιησούς είχε ήδη αρχίσει να σκέφτεται κατά πόσο ήταν σωστό να εορτάζεται το Πάσχα χωρίς σφαγές αρνιών. Αισθανόταν σίγουρος μέσα του ότι ο Πατέρας στον ουρανό δεν ήταν ευχαριστημένος με το θέαμα των θυσιών, και όσο περνούσαν τα χρόνια, αποφάσιζε όλο και περισσότερο κάποια μέρα να καθιερώσει των εορτασμό ενός αναίμακτου Πάσχα.
125:2.4 Ο Ιησούς κοιμήθηκε πολύ λίγο εκείνη την νύχτα. Ο ύπνος του διακοπτόταν από αηδιαστικά όνειρα σφαγών και μαρτυρίων. Ο νους του ήταν ταραγμένος και η καρδιά του λυπημένη από τις ασυνέπειες και τα παράλογα της θεολογίας ολόκληρου του Ιουδαϊκού τελετουργικού συστήματος. Και οι γονείς του όμως κοιμήθηκαν λίγο. Είχαν έρθει σε πολύ δύσκολη θέση από τα γεγονότα της μέρας που μόλις πέρασε Ήταν πολύ ταραγμένοι από την παράξενη, γι αυτούς, και αποφασιστική στάση του παιδιού. Η Μαρία είχε έντονο εκνευρισμό το πρώτο μέρος της νύχτας, αλλά ο Ιωσήφ έμεινε ήρεμος, παρόλο που ήταν και αυτός το ίδιο μπερδεμένος. Και οι δυο τους φοβόντουσαν να μιλήσουν στα ίσια με το παιδί γι αυτά τα προβλήματα, αν και ο Ιησούς με χαρά του θα μίλαγε με τους γονείς του αν είχαν βρει το θάρρος να τον ενθαρρύνουν.
125:2.5 Οι λειτουργίες του ναού της επόμενης μέρας ήταν πιο αποδεκτές από τον Ιησού και ανακούφισαν κατά πολύ τις δυσάρεστες αναμνήσεις της προηγούμενης μέρας. Την επόμενη μέρα ο νεαρός Λάζαρος πήρε τον Ιησού από το χέρι, και άρχισαν μια συστηματική εξερεύνηση της Ιερουσαλήμ και των περιχώρων. Πριν τελειώσει η μέρα, ο Ιησούς ανακάλυψε τα διάφορα μέρη γύρω από τον ναό όπου γινόντουσαν οι διάφορες διδασκαλίες και συσκέψεις ερωτήσεων¨ και εκτός από μερικές επισκέψεις στα άγια των αγίων όπου κοίταξε με απορία για το τι ήταν πραγματικά πίσω από τον πέπλο του διαχωρισμού, περνούσε τον περισσότερο χρόνο του γύρω από τον ναό σε αυτές τις διδακτικές συσκέψεις.
125:2.6 Όλη την εβδομάδα του Πάσχα, ο Ιησούς κράτησε την θέση του ανάμεσα στους νέους υιούς των εντολών, και αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να κάθεται έξω από το κιγκλίδωμα που διαχώριζε όλα τα άτομα που δεν ήταν ολοκληρωμένοι πολίτες του Ισραήλ. Έτσι συναισθανόμενος την νεότητά του, συγκρατήθηκε και δεν έκανε τις πολλές ερωτήσεις που βασάνιζαν το μυαλό του¨ τουλάχιστον συγκρατήθηκε μέχρι να τελειώσει ο εορτασμός του Πάσχα και να μην ισχύουν πια αυτοί οι περιορισμοί στους νεο-χρισμένους.
125:2.7 Την Τετάρτη της εβδομάδας του Πάσχα, ο Ιησούς πήρε την άδεια να πάει στο σπίτι του Λάζαρου και να περάσει την νύχτα στην Βηθανία. Εκείνο το βράδυ, ο Λάζαρος, η Μάρθα και η Μαρία άκουσαν τον Ιησού να συζητά για πράγματα προσωρινά και αιώνια, ανθρώπινα και θεϊκά, και από εκείνη την νύχτα και οι τρεις τους τον αγάπησαν σαν να ήταν αδερφός τους.
125:2.8 Μέχρι το τέλος της εβδομάδας, ο Ιησούς έβλεπε όλο και λιγότερο τον Λάζαρο αφού δεν του επιτρεπόταν να παρευρίσκεται ούτε στον εξωτερικό κύκλο των συζητήσεων του ναού, παρόλο που παρακολουθούσε κάποιους από τις δημόσιες συνομιλίες που γινόντουσαν στις εξωτερικές αυλές. Ο Λάζαρος ήταν στην ίδια ηλικία με τον Ιησού, αλλά στην Ιερουσαλήμ οι νέοι συνήθως δεν επιτρεπόταν να δεχτούν το χρίσμα των υιών του νόμου μέχρι που να συμπλήρωναν εντελώς το δέκατο τρίτο έτος της ηλικίας τους.
125:2.9 Όλο και περισσότερες φορές, την εβδομάδα του Πάσχα, οι γονείς του θα εύρισκαν τον Ιησού να κάθεται μόνος του κρατώντας το νεανικό του κεφάλι με τα χέρια του, απορροφημένος στις σκέψεις του. Ποτέ δεν τον είχαν ξαναδεί να συμπεριφέρεται έτσι, και μην γνωρίζοντας πόσο συγχυσμένος ήταν ο νους του και πόσο ταραγμένο ήταν το πνεύμα του από όσα ζούσε, ανησύχησαν πολύ¨ δεν ήξεραν τι να κάνουν. Καλωσόριζαν το πέρασμα των ημερών της εβδομάδας του Πάσχα και επιθυμούσαν να πάρουν τον παράξενο φερόμενο γιό τους πίσω στην Ναζαρέτ με ασφάλεια.
125:2.10 Κάθε μέρα ο Ιησούς σκεπτόταν τα προβλήματά του. Μέχρι το τέλος της εβδομάδας είχε κάνει κάποιες προσαρμογές¨ αλλά όταν ήρθε η στιγμή να επιστρέψει στην Ναζαρέτ, το νεανικό του μυαλό του είχε γεμίσει πάλι απορίες και αναπάντητα ερωτήματα και πλήθος άλυτων προβλημάτων.
125:2.11 Ο Ιωσήφ και η Μαρία πριν φύγουν από την Ιερουσαλήμ, μαζί με τον δάσκαλο του Ιησού από την Ναζαρέτ έκαναν συγκεκριμένα σχέδια για την επιστροφή του Ιησού όταν έφτανε στην ηλικία των δεκαπέντε ετών για να αρχίσει τις μακροχρόνιες σπουδές του σε μία από τις πιο γνωστές ακαδημίες των ραβίνων. Ο Ιησούς πήγε μαζί με τους γονείς και τον δάσκαλό του σε αυτές τις επισκέψεις στην σχολή, αλλά όλοι απογοητεύτηκαν όταν είδαν την αδιαφορία του για όσα του έλεγαν και έκαναν. Η Μαρία πληγωνόταν πολύ από τις αντιδράσεις του παιδιού της στην Ιερουσαλήμ, και ο Ιωσήφ ήταν εντελώς σαστισμένος από τα παράξενα σχόλια του παιδιού και την ασυνήθιστη συμπεριφορά του.
125:2.12 Παρόλα αυτά, η εβδομάδα του Πάσχα ήταν σπουδαίο γεγονός στην ζωή του Ιησού. Είχε χαρεί την ευκαιρία να γνωρίσει πολλά αγόρια της ηλικίας του, συνυποψήφιους για την χειροτονία, και αξιοποίησε αυτές τις επαφές σαν μέσο για να μάθει πως ζούσαν οι άνθρωποι στην Μεσοποταμία, στο Τουρκεστάν, και στην Πάρθια, καθώς και στις μακρινές επαρχίες της Ρώμης. Ήδη γνώριζε αρκετά καλά τον τρόπο με τον οποίο μεγάλωναν οι νέοι της Αιγύπτου και των άλλων περιοχών κοντά στην Παλαιστίνη. Υπήρχαν χιλιάδες νέοι στην Ιερουσαλήμ εκείνο τον καιρό, και ο νεαρός από την Ναζαρέτ γνώρισε προσωπικά, και λίγο πολύ μίλησε, με πάνω από εκατόν πενήντα. Ενδιαφερόταν ιδιαίτερα γι αυτούς που ερχόντουσαν από μακρινές Ανατολικές και Δυτικές χώρες. Το αποτέλεσμα όλων αυτών των γνωριμιών ήταν να αρχίσει να θέλει να ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο με τον σκοπό να μάθει πως μοχθούσαν για τα προς το ζην όλοι οι συνάνθρωποί του.
125:3.1 Είχε κανονιστεί η παρέα από την Ναζαρέτ να μαζευτούν στην περιοχή του ναού το μεσημέρι της πρώτης μέρας της εβδομάδας μετά το τέλος του εορτασμού του Πάσχα. Αυτό έκαναν και ξεκίνησαν για το ταξίδι του γυρισμού στην Ναζαρέτ. Ο Ιησούς είχε πάει στον ναό να ακούσει τις συζητήσεις όσο οι γονείς του περίμεναν στην συγκέντρωση των συνταξιδιωτών τους. Και ετοιμάστηκαν να αναχωρήσουν, οι άνδρες πηγαίνοντας στην μια ομάδα και οι γυναίκες στην άλλη όπως συνήθιζαν να ταξιδεύουν από και προς τις εορτές της Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς είχε πάει στην Ιερουσαλήμ μαζί με την μητέρα του και με τις άλλες γυναίκες. Αφού τώρα είχε πάρει το χρίσμα, υποτίθεται ότι θα ταξίδευε στην επιστροφή με τον πατέρα του και τους άνδρες. Αλλά όταν η παρέα από την Ναζαρέτ κατευθυνόταν προς την Βηθανία, ο Ιησούς είχε απορροφηθεί εντελώς από την συζήτηση για τους αγγέλους, στον ναό, ξεχνώντας εντελώς το πέρασμα της ώρας για την αναχώρηση των γονιών του. Και δεν κατάλαβε ότι είχε μείνει πίσω μέχρι την μεσημεριανή διακοπή των συζητήσεων του ναού[5].
125:3.2 Στους ταξιδιώτες από την Ναζαρέτ δεν έλειψε ο Ιησούς επειδή η Μαρία υπέθεσε ότι θα ταξίδευε με τους άνδρες, ενώ ο Ιωσήφ νόμισε ότι θα ταξίδευε με τις γυναίκες εφόσον είχε πάει στην Ιερουσαλήμ με τις γυναίκες, οδηγώντας τον γαϊδούρι της Μαρίας. Δεν ανακάλυψαν την απουσία του μέχρι που έφτασαν στην Ιεριχώ και ετοιμάστηκαν για διανυκτέρευση[6]. Αφού ρώτησαν τους τελευταίους της παρέας που έφτασαν στην Ιεριχώ και έμαθαν ότι κανένας δεν είχε δει τον Ιησού, πέρασαν την νύχτα άυπνοι, βασανίζοντας το μυαλό τους τι μπορεί να έγινε το παιδί τους, εξιστορώντας πολλές από τις ασυνήθιστες αντιδράσεις του στα γεγονότα του της εβδομάδας του Πάσχα, και μαλώνοντας λίγο ο ένας τον άλλο γιατί δεν φρόντισε να είναι με την ομάδα πριν φύγουν από την Ιερουσαλήμ.
125:4.1 Στο μεταξύ, ο Ιησούς είχε μείνει στον ναό όλο το απόγευμα, ακούγοντας τις συνομιλίες και απολαμβάνοντας την πιο ήσυχη και ευπρεπή ατμόσφαιρα, τώρα που είχε εξαφανιστεί το πλήθος της εβδομάδας του Πάσχα. Στο τέλος των απογευματινών συζητήσεων, στις οποίες δεν είχε συμμετέχει ο Ιησούς, πήγε στην Βηθανία, φτάνοντας την στιγμή που ετοιμαζόντουσαν για το δείπνο. Τα τρία παιδιά χάρηκαν πολύ που είδαν τον Ιησού, και έμεινε στο σπίτι του Σίμωνα για να περάσει την νύχτα. Πολύ λίγο κουβέντιασε όλο το βράδυ, περνώντας τον περισσότερο χρόνο μόνος στον κήπο διαλογιζόμενος.
125:4.2 Την επόμενη μέρα ο Ιησούς σηκώθηκε νωρίς και πήγε στον ναό. Στην κορυφή του Όρους των Ελαιών σταμάτησε και έκλαψε με το θέαμα μπροστά του—ένας λαός πνευματικά απογυμνωμένος, δεμένος με τις παραδόσεις του και ζώντας κάτω από την επιτήρηση των Ρωμαϊκών λεγεώνων. Νωρίς το μεσημέρι βρισκόταν στον ναό αποφασισμένος να λάβει μέρος στις συζητήσεις. Εν τω μεταξύ, ο Ιωσήφ και η Μαρία είχαν και αυτοί σηκωθεί από τα χαράματα με τον σκοπό να γυρίσουν πίσω στην Ιερουσαλήμ. Πρώτα, έσπευσαν στο σπίτι των συγγενών τους, αλλά οι έρευνές τους έδειξαν ότι κανένας δεν είχε δει τον Ιησού. Αφού έψαξαν όλη την ημέρα και δεν βρήκαν ίχνος του, επέστρεψαν στους συγγενείς τους για να περάσουν την νύχτα[7].
125:4.3 Στην δεύτερη σύσκεψη ο Ιησούς τόλμησε να κάνει ερωτήσεις και κατά ένα περίεργο τρόπο συμμετείχε στις συζητήσεις του ναού αλλά πάντα με τρόπο που συμβάδιζε με την ηλικία του. Μερικές φορές οι καυστικές του ερωτήσεις ήταν κάπως ενοχλητικές για τους πολυμαθείς δασκάλους του Ιουδαϊκού νόμου, αλλά πάντα έδειχνε τέτοιο πνεύμα ηπιότητας και γλυκύτητας, μαζί με μια ολοφάνερη δίψα για γνώση, που η πλειοψηφία των δασκάλων του ναού ήταν διατεθειμένοι να τον λάβουν σοβαρά υπόψη τους. Αλλά όταν αποτόλμησε να αμφισβητήσει την δικαιοσύνη της θανάτωσης ενός μεθυσμένου μη Ιουδαίου που περιπλανιόταν έξω από την αυλή των μη Ιουδαίων και εντελώς ανόητα πέρασε στο απαγορευμένο και υποτιθέμενου ιερού περίβολου του ναού, ένας από τους πιο αδιάλλακτους δασκάλους έχασε την υπομονή του με την κριτική του παιδιού και, κοιτώντας τον αγριωπά, ρώτησε πόσο χρονών ήταν. Ο Ιησούς απάντησε, «δεκατριών χρονών παρά κάτι λιγότερο από τέσσερις μήνες.» «Τότε», είπε ο τώρα θυμωμένος δάσκαλος, «γιατί είσαι εδώ, αφού δεν είσαι στην ηλικία των υιών του νόμου;» Και όταν ο Ιησούς του εξήγησε ότι είχε λάβει το χρίσμα το Πάσχα, και ότι ήταν απόφοιτος σπουδαστής των σχολείων της Ναζαρέτ, οι δάσκαλοι απάντησαν με μια φωνή χλευαστικά, « Έπρεπε να το καταλάβουμε¨ είναι από την Ναζαρέτ». Αλλά ο αρχηγός της συζήτησης επέμενε ότι ο Ιησούς δεν έφταιγε αν οι επικεφαλής της συναγωγής τον άφησαν να αποφοιτήσει, τεχνικά, όταν ήταν δώδεκα χρονών αντί για δεκατριών¨ και αν και πολλοί από τους κατηγόρους του σηκώθηκαν και έφυγαν, αποφασίστηκε ότι ο νεαρός θα μπορούσε να συνεχίσει ανενόχλητος σαν μαθητής των συζητήσεων του ναού.
125:4.4 Όταν αυτή, η δεύτερη μέρα στον ναό, τελείωσε, πήγε ξανά στην Βηθανία για να περάσει την νύχτα. Και βγήκε πάλι στον κήπο να διαλογιστεί και να προσευχηθεί. Φαινόταν πολύ καθαρά ότι ο νους του ήταν πολύ έντονα απασχολημένος με σοβαρά προβλήματα.
125:5.1 Η Τρίτη μέρα του Ιησού με τους γραμματείς και τους δασκάλους έγινε μάρτυρας της συγκέντρωσης πολλών θεατών που, έχοντας ακούσει για αυτό το παιδί από την Γαλιλαία, ήρθαν να απολαύσουν το θέαμα ενός παιδιού που φέρνει σε δύσκολη θέση τους σοφούς του νόμου[8]. Ο Σίμωνας ήρθε και αυτός από την Βηθανία για να δει τι έκανε το αγόρι. Όλη αυτήν την μέρα ο Ιωσήφ και η Μαρία συνέχισαν τις αγωνιώδεις έρευνές τους για τον Ιησού, πήγαν ακόμα και στον ναό πολλές φορές αλλά ποτέ δεν σκέφτηκαν να εξετάσουν τις διάφορες ομάδες συζήτησης, παρόλο μια φορά έφτασαν πολύ κοντά και παρά λίγο να ακούσουν την συναρπαστική φωνή του.
125:5.2 Πριν τελειώσει η μέρα, ολόκληρη η προσοχή της κύριας ομάδας συζήτησης του ναού είχε εστιαστεί στις ερωτήσεις του Ιησού[9]. Κάποιες από τις πολλές του ερωτήσεις ήταν:
125:5.3 1. Τι υπάρχει πραγματικά στα άγια των αγίων, πίσω από το πέπλο;
125:5.4 2. Γιατί οι μητέρες στο Ισραήλ πρέπει να διαχωρίζονται από τους άρρενες πιστούς του ναού;
125:5.5 3. Αν ο Θεός είναι ένας πατέρας που αγαπά τα παιδιά του, γιατί όλες αυτές οι σφαγές ζώων για να κερδίσουν την θεϊκή εύνοιά του;
125:5.6 4. Αφού ο ναός είναι αφιερωμένος στην λατρεία του Πατέρα στον ουρανό, είναι σωστό να επιτρέπεται η παρουσία εκείνων που ασχολούνται με λαϊκές αγοραπωλησίες και εμπόριο;
125:5.7 5. Ο αναμενόμενος Μεσσίας πρόκειται να γίνει ένας προσωρινός πρίγκιπας και θα καθίσει στον θρόνο του Δαβίδ, ή θα λειτουργήσει σαν το φως της ζωής στην καθιέρωση ενός πνευματικού βασιλείου; Και όλη την μέρα, εκείνοι που άκουγαν θαύμαζαν με αυτές τις ερωτήσεις, και κανένας δεν εξεπλάγην περισσότερο από τον Σίμωνα. Για πάνω από τέσσερις ώρες αυτό το νεαρό αγόρι από την Ναζαρέτ βομβάρδιζε αυτούς τους Ιουδαίους δασκάλους με ερωτήσεις που προκαλούσαν την σκέψη και έψαχναν βαθιά μέσα στην καρδιά.
125:5.8 Λίγα σχόλια έκανε για τις παρατηρήσεις των μεγαλυτέρων του[10]. Περνούσε την διδασκαλία του μέσα από τις ερωτήσεις που έκανε. Με την επιδέξια και έξυπνη διατύπωση μιας ερώτησης θα προκαλούσε συγχρόνως την δική τους διδασκαλία και θα πρότεινε την δική του. Στον τρόπο που έκανε μια ερώτηση υπήρχε ένας γοητευτικός συνδυασμός σύνεσης και χιούμορ που τον έκανε προσφιλή ακόμα και σε εκείνους που λίγο ή πολύ αντιπαθούσαν το νεαρό της ηλικίας τους. Ήταν πάντα πολύ δίκαιος και συνετός στον τρόπο που ρωτούσε αυτές τις οξυδερκείς ερωτήσεις. Εκείνο το επεισοδιακό απόγευμα στον ναό έδειξε εκείνη την ίδια απροθυμία να εκμεταλλευτεί έναν αντίπαλο που χαρακτήριζε ολόκληρη την επόμενη δημόσια προσφορά του. Όταν ήταν νέος, και αργότερα όταν ήταν πια άντρας, φαινόταν εντελώς απαλλαγμένος από την εγωιστική επιθυμία να κερδίζει σε μια συζήτηση απλά και μόνο για να αισθανθεί τον θρίαμβο της δικής του λογικής πάνω στους συνομιλητές του, και το μόνο που τον ενδιέφερε πιο πολύ ήταν ένα πράγμα: να διακηρύξει την αιώνια αλήθεια και να πετύχει μια πληρέστερη αποκάλυψη του αιώνιου Θεού.
125:5.9 Όταν τελείωσε η μέρα, ο Σίμων και ο Ιησούς γύρισαν πίσω στην Βηθανία. Την πιο πολλή απόσταση την έκαναν και οι δύο σιωπηλοί. Ξανά ο Ιησούς σταμάτησε στην κορυφή του όρους, αλλά αυτή την φορά δεν έκλαψε κοιτάζοντας την πόλη και τον ναό της¨ μόνο έσκυψε το κεφάλι του με σιωπηλή αφοσίωση.
125:5.10 Μετά το βραδινό γεύμα στην Βηθανία πάλι αρνήθηκε να συμμετέχει στην χαρούμενη παρέα και πήγε στον κήπο, όπου έμεινε μέχρι αργά την νύχτα, προσπαθώντας μάταια να σκεφτεί κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο προσέγγισης στο πρόβλημα του έργου της ζωής του και να αποφασίσει πώς να εργαστεί καλύτερα για να αποκαλύψει στους πνευματικά τυφλωμένους συνανθρώπους του μια ωραιότερη αντίληψη για τον ουράνιο Πατέρα και να τους απελευθερώσει έτσι από τα φοβερά δεσμά τους προς τον νόμο, τα τυπολατρικά, τα τελετουργικά, και την σκουριασμένη παράδοση. Αλλά το καθαρό φως δεν ερχόταν στο παιδί που αναζητούσε την αλήθεια.
125:6.1 Ο Ιησούς κατά περίεργο τρόπο δεν νοιαζόταν για τους επίγειους γονείς του¨ ακόμα και την ώρα του πρωινού, όταν η μητέρα του Λάζαρου έκανε την παρατήρηση ότι οι γονείς του θα πρέπει να έχουν φτάσει σπίτι, ο Ιησούς δεν φάνηκε να αντιλαμβάνεται ότι θα ανησυχούν που έμεινε πίσω.
125:6.2 Ξανά πήγε στον ναό, αλλά δεν σταμάτησε να διαλογιστεί στην κορυφή του βουνού. Όλη την διάρκεια των πρωινών συνομιλιών πολλή ώρα ήταν αφιερωμένη στον νόμο και τους προφήτες, και οι δάσκαλοι παραξενεύτηκαν που ο Ιησούς γνώριζε τόσο καλά τις Γραφές, στα Εβραϊκά όσο και στα Ελληνικά. Αλλά είχαν παραξενευτεί όχι τόσο από τις γνώσεις του για την αλήθεια, όσο από το νεαρό της ηλικίας του.
125:6.3 Στην απογευματινή συζήτηση δεν είχαν καλά-καλά αρχίσει να απαντούν στην ερώτησή του για τον σκοπό της προσευχής όταν ο αρχηγός προσκάλεσε το παιδί να έρθει μπροστά και, αφού έκατσε δίπλα του, τον πρόσταξε να πει τις δικές του απόψεις για την προσευχή και την λατρεία.
125:6.4 Το προηγούμενο βράδυ, οι γονείς του Ιησού άκουσαν γι αυτόν τον νεαρό που τόσο επιδέξια λογομαχούσε με τους ερμηνευτές του νόμου, αλλά δεν τους πέρασε από τον νου ότι αυτός ο νεαρός ήταν ο γιός τους.. Είχαν σχεδόν αποφασίσει να πάνε στο σπίτι του Ζαχαρία καθώς σκέφτηκαν ότι ο Ιησούς μπορεί να πήγε εκεί να δει την Ελισάβετ και τον Ιωάννη. Σκεφτόμενοι ότι ο Ζαχαρίας μπορεί να βρίσκεται στον ναό, σταμάτησαν εκεί καθώς πήγαιναν στην Πόλη του Ιούδα[11]. Καθώς περπατούσαν στις αυλές του ναού, φανταστείτε την έκπληξή τους και όταν αναγνώρισαν την φωνή του χαμένου τους παιδιού και τον είδαν να κάθεται ανάμεσα στους δασκάλους του ναού.
125:6.5 Ο Ιωσήφ έμεινε άφωνος, αλλά η Μαρία άφησε να ξεσπάσει ο για μεγάλο διάστημα καταπιεσμένος φόβος και αγωνία της, και έτρεξε προς το παιδί που τώρα σηκώθηκε να χαιρετήσει τους έκπληκτους γονείς του, και του είπε: «Παιδί μου, γιατί μας το έκανες αυτό; Είναι τώρα τρεις μέρες που ο Πατέρας σου και εγώ ψάχναμε , ανησυχούσαμε και υποφέραμε. Τι σε έπιασε και μας εγκατέλειψες;» Ήταν μια πολύ έντονη στιγμή[12]. Όλα τα μάτια είχαν στραφεί προς τον Ιησού για να ακούσουν τι θα πει. Ο πατέρας του τον κοίταζε επιτιμητικά αλλά δεν έλεγε τίποτα.
125:6.6 Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι ο Ιησούς υποτίθεται ότι ήταν ένας νεαρός άνδρας. Είχε τελειώσει τις σπουδές ενός κανονικού παιδιού, ήταν αναγνωρισμένος υιός του νόμου, και είχε χειροτονηθεί πολίτης του Ισραήλ. Και όμως η μητέρα του τον επέπληξε αυστηρά μπροστά σε όλους τους συγκεντρωμένους ανθρώπους, ακριβώς στην μέση της πιο σοβαρής και θαυμαστής προσπάθειας της νεαρής ζωής του, φέρνοντας έτσι ένα άδοξο τέλος σε μια από τις σπουδαιότερες ευκαιρίες που θα του παρουσιαζόντουσαν ποτέ για να λειτουργήσει σαν δάσκαλος της αλήθειας, κήρυκας της ορθότητας, αποκαλυπτής του στοργικού χαρακτήρα του Πατέρα στον ουρανό.
125:6.7 Αλλά το παιδί στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Όταν σκεφτείτε αντικειμενικά όλους τους παράγοντες που συντέλεσαν για να δημιουργηθεί αυτή η κατάσταση, θα προετοιμαστείτε καλύτερα να κατανοήσετε την σοφία της απάντησης του αγοριού προς την χωρίς κακή πρόθεση επίπληξη της μητέρας του. Μετά από μια στιγμή σκέψης, ο Ιησούς απάντησε στην μητέρα του λέγοντας: « Γιατί με ψάχνατε τόσο πολύ; Δεν περιμένατε να με βρείτε στον οίκο το Πατέρα μου αφού έχει έρθει η ώρα για να ξεκινήσω το έργο του Πατέρα μου;»[13]
125:6.8 Όλοι εξεπλάγησαν από τον τρόπο που μίλησε το παιδί. Σιωπηλά αποτραβήχτηκαν όλοι και τον άφησαν να στέκεται μόνος του με τους γονείς του. Τότε ο νεαρός ανακούφισε την αμηχανία και τον τριών τους λέγοντας ήσυχα: «Ελάτε, γονείς μου, όλοι κάναμε αυτό που θεωρούσαμε καλύτερο. Ο Πατέρας μας στον ουρανό έχει ορίσει αυτά τα πράγματα¨ ας φύγουμε τώρα για το σπίτι.»
125:6.9 Ξεκίνησαν με σιωπή, και έφτασαν στην Ιεριχώ για διανυκτέρευση. Μόνο μια φορά σταμάτησαν, και αυτή ήταν στην κορυφή του Όρους των Ελαιών, όταν ο νέος σήκωσε το μπαστούνι του και, τρέμοντας από την κορυφή ως τα νύχια από τα έντονα συναισθήματα που τον κατέκλυζαν, και είπε: « Ω Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, και άνθρωποι εκεί¨ πόσο σκλάβοι είσαστε—υποτελείς στον Ρωμαϊκό ζυγό και θύματα των δικών σας παραδόσεων—αλλά θα επιστρέψω να καθαρίσω εκείνο τον ναό και να απελευθερώσω τους ανθρώπους μου από αυτά τα δεσμά!»
125:6.10 Τις τρεις μέρες που ταξιδεύανε προς την Ναζαρέτ ο Ιησούς πολύ λίγο μίλησε¨ ούτε και οι γονείς του έλεγαν πολλά μπροστά του. Δεν ξέρανε πώς να καταλάβουν την συμπεριφορά του πρωτότοκου παιδιού τους, αλλά φύλαγαν σαν κάτι πολύτιμο μέσα στην καρδιά τους τα λόγια του, παρόλο που δεν μπορούσαν να καταλάβουν πολύ καλά την σημασία τους[14].
125:6.11 Όταν έφτασαν στο σπίτι, ο Ιησούς έδωσε κάποιες σύντομες εξηγήσεις στους γονείς του, διαβεβαιώνοντάς τους για την αγάπη του προς αυτούς και για το ότι δεν θα χρειάζεται να φοβούνται ότι ξανά θα τους έδινε δικαίωμα να ανησυχήσουν και να υποφέρουν για την διαγωγή του. Τελείωσε τις βαρυσήμαντες κουβέντες του λέγοντας: « Ενώ πρέπει να εκπληρώνω και το θέλημα του Πατέρα μου στον ουρανό, θα είμαι και υπάκουος προς τον επίγειο πατέρα μου. Θα αναμένω την ώρα μου.»
125:6.12 Παρόλο που ο Ιησούς, με το μυαλό του, πολλές φορές θα αρνιόταν να συναινέσει με τις καλοπροαίρετες αλλά ανόητες προσπάθειες των γονιών του να του υπαγορεύουν την πορεία σκέψης ή να του καθιερώσουν κάποιο σχέδιο για το έργο του στην γη, όμως, με κάθε τρόπο που ήταν δυνατόν για να είναι συνεπής και προς το θέλημα του Παραδείσιου Πατέρα του, με πολύ χάρη προσαρμοζόταν και στις επιθυμίες του επίγειου πατέρα του και στις συνήθειες της οικογένειάς του στην σάρκα. Ακόμα και όταν δεν μπορούσε να συναινέσει, θα έκανε ότι ήταν δυνατόν να προσαρμοστεί. Ήταν καλλιτέχνης στον τρόπο που προσάρμοζε την αφοσίωσή του στο καθήκον στις υποχρεώσεις προς την οικογενειακή πίστη και την κοινωνική προσφορά.
125:6.13 Ο Ιωσήφ ήταν μπερδεμένος, αλλά η Μαρία, καθώς θυμόταν αυτές τις εμπειρίες έπαιρνε θάρρος, και τελικά θεώρησε τα λόγια του στο Όρος των Ελαιών προφητικά για την Μεσσιακή αποστολή του υιού της σαν απελευθερωτής του Ισραήλ. Ξεκίνησε δουλειά με ανανεωμένη ενέργεια για να διαπλάσει τις σκέψεις του και να τις κατευθύνει προς πατριωτικά και εθνικιστικά κανάλια και σε αυτές τις προσπάθειες κατέταξε και τον αδερφό της, τον αγαπημένο θείο του Ιησού¨ και με ότι άλλο τρόπο μπορούσε η μητέρα του Ιησού αφιερώθηκε στο έργο της προετοιμασίας του πρωτότοκου υιού της για να αναλάβει την ηγεσία εκείνων που θα αποκαθιστούσαν τον θρόνο του Δαβίδ και θα πετούσαν τον ξένο ζυγό πολιτικής δουλείας.
Εγγραφο 124. ΤΑ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ |
Δείκτης
Πολλαπλή έκδοση |
Εγγραφο 126. ΤΑ ΔΥΟ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ |