© 2018 Ίδρυμα Ουράντια
196:0.1 Ο Ιησούς διέθετε μιαν ανυπέρβλητη και ολόψυχη πίστη στο Θεό. Βίωνε τα συνηθισμένα σκαμπανεβάσματα της θνητής ύπαρξης, αλλά δεν αμφέβαλε ποτέ για τη βεβαιότητα της φροντίδας και της καθοδήγησης του Θεού. Η πίστη του ήταν το παράγωγο της επίγνωσης που είχε γεννηθεί από τη δράση της θεϊκής παρουσίας, τον εντός του διαμένοντα Προσαρμοστή. Η πίστη του δεν προερχόταν από την παράδοση ούτε ήταν εν μέρει διανοητική. Ήταν εξολοκλήρου προσωπική και καθαρά πνευματική.
196:0.2 Ο άνθρωπος-Ιησούς είδε το Θεό σαν άγιο, δίκαιο, και μεγάλο, καθώς επίσης σαν αληθινό, όμορφο και καλό. Όλες αυτές οι ιδιότητες της θεότητας εστιαζόντουσαν στο μυαλό του σαν «το θέλημα του ουράνιου Πατέρα»[1]. Ο Θεός του Ιησού ήταν συγχρόνως και «Ο Άγιος του Ισραήλ», και «Ο ζωντανός αγαπημένος ουράνιος Πατέρας»[2]. Η γνώση του Θεού σαν Πατέρα δεν ήταν αρχέτυπη στον Ιησού, αλλά προήγαγε και εξύψωσε την ιδέα μέσα από την ανυπέρβλητη εμπειρία επιτυγχάνοντας μια νέα αποκάλυψη για το Θεό και διακηρύσσοντας ότι κάθε θνητή ύπαρξη είναι παιδί αυτού του Πατέρα της αγάπης, ένα παιδί του Θεού[3][4].
196:0.3 Ο Ιησούς δεν προσκολλήθηκε στην πίστη στο Θεό όπως θα έκανε μια αγωνιζόμενη ψυχή σε πόλεμο με το σύμπαν και πιασμένη θανατερά σ’ έναν εχθρικό και αμαρτωλό κόσμο. Δεν κατέφυγε στην πίστη απλά σαν παρηγοριά εν μέσω δυσκολιών ή σαν υποστήριξη σε μια απειλητική απόγνωση. Η πίστη δεν ήταν μια απατηλή αποζημίωση για τη δυσάρεστη πραγματικότητα και τις θλίψεις της ζωής. Ενώπιον όλων των φυσικών δυσκολιών και των εγκόσμιων αντιφάσεων της θνητής ύπαρξης, αυτός βίωνε την ηρεμία της ύψιστης και αδιαφιλονίκητης εμπιστοσύνης στο Θεό και ζούσε τις φοβερές συγκινήσεις της ζωής με πίστη, στην παρουσία του ουράνιου Πατέρα. Και αυτή η θριαμβευτική πίστη ήταν η ζωντανή απόδειξη του πραγματικού πνευματικού επιτεύγματος. Η μεγάλη συνεισφορά του Ιησού στις αξίες της ανθρώπινης εμπειρίας δεν ήταν ότι αποκάλυψε τόσες πολλές νέες ιδέες για τον ουράνιο Πατέρα, αλλά ότι με μεγαλειώδη ανθρώπινο τρόπο υπέδειξε ένα νέο και υψηλότερο είδος ζωντανής πίστης στο Θεό. Ποτέ άλλοτε σε όλους τους κόσμους αυτού του σύμπαντος, στη ζωή κάποιου θνητού, δεν έγινε ο Θεός μια τόσο ζωντανή πραγματικότητα όπως στην ανθρώπινη εμπειρία του Ιησού του Ναζωραίου.
196:0.4 Στη ζωή του Κυρίου στην Ουράντια, αυτός και όλοι οι άλλοι κόσμοι της τοπικής δημιουργίας ανακαλύπτουν ένα νέο και ανώτερο είδος θρησκείας, θρησκείας βασισμένης στις προσωπικές πνευματικές σχέσεις με το Συμπαντικό Πατέρα και επικυρωμένη εξ ολοκλήρου από την ύψιστη εξουσία της γνήσιας προσωπικής εμπειρίας. Αυτή η ζωντανή πίστη του Ιησού ήταν περισσότερο από μια διανοητική αντανάκλαση και δεν ήταν μυστικιστικός διαλογισμός.
196:0.5 Η θεολογία μπορεί να διορθώσει, σχηματοποιήσει, προσδιορίσει και δογματοποιήσει την πίστη, αλλά στην ανθρώπινη ζωή του Ιησού η πίστη ήταν προσωπική, ζώσα, πρωτότυπη, αυθεντική και καθαρά πνευματική. Η πίστη αυτή δεν ήταν σεβασμός στην παράδοση ούτε ένα απλό διανοητικό πιστεύω που κρατούσε σαν απαράβατο δόγμα, αλλά αντίθετα μια εξαιρετική εμπειρία και μια βαθιά πεποίθηση οι οποίες τον κατείχαν με βεβαιότητα. Η πίστη του ήταν τόσο αληθινή και ολοκληρωτική που με απόλυτο τρόπο σάρωνε μακριά κάθε πνευματική αμφιβολία και κατέστρεφε αποτελεσματικά κάθε αντιτιθέμενη επιθυμία. Τίποτε δεν μπορούσε να τον τραβήξει μακριά από το πνευματικό αγκυροβόλιο αυτής της ένθερμης, θαυμάσιας και ατρόμητης πίστης. Ακόμα και μπροστά σε μια προφανή ήττα ή στις σουβλιές της απογοήτευσης και την απειλούμενη απόγνωση, αυτός στεκόταν ήρεμος μέσα στη θεϊκή παρουσία, ελεύθερος από φόβο και έχοντας τελείως συνείδηση του πνευματικού αήττητου. Ο Ιησούς απολάμβανε την αναζωογονητική ασφάλεια της κατοχής της ακλόνητης πίστης, και σε κάθε δοκιμασία της ζωής επιδείκνυε αδιάλειπτα αδιαφιλονίκητη πίστη στο θέλημα του Πατέρα. Και αυτή η έξοχη πίστη ήταν ατρόμητη ακόμα και μπροστά στη φοβερή και συντριπτική απειλή ενός ατιμωτικού θανάτου.
196:0.6 Σε μια θρησκευτική μεγαλοφυία, η δυνατή πνευματική πίστη πολλές φορές οδηγεί κατευθείαν σε καταστροφικό φανατισμό, σε υπερβολή του θρησκευτικού εγώ, αλλά αυτό δεν συνέβη με τον Ιησού. Δεν είχε επηρεαστεί αρνητικά στην πρακτική ζωή του από τη θαυμάσια πίστη του και το πνευματικό του κατόρθωμα, επειδή αυτή η πνευματική ανύψωση ήταν μια εξ ολοκλήρου ασυνείδητη και αυθόρμητη έκφραση ψυχής της προσωπικής του εμπειρίας με το Θεό.
196:0.7 Η ολοκληρωτική και αδάμαστη πνευματική πίστη του Ιησού δεν έγινε ποτέ φανατική, γιατί ποτέ δεν επεχείρησε η πίστη του να κλέψει την παράσταση από την καλά ισορροπημένη διανοητική του κρίση σχετικά με τις ανάλογες αξίες των πρακτικών και κοινότοπων κοινωνικών, οικονομικών και ηθικών καταστάσεων της ζωής. Ο Υιός του Ανθρώπου ήταν μια σπουδαία ενοποιημένη προσωπικότητα, ήταν ένα τέλειο χαρισματικό θεϊκό πλάσμα. Ήταν επίσης με θαυμαστό τρόπο συντονισμένος ως ενωμένο ανθρώπινο και θεϊκό πλάσμα, που λειτουργούσε στη γη σαν μια μοναδική προσωπικότητα. Ο Κύριος πάντοτε συντόνιζε την πίστη της ψυχής με τις εκτιμήσεις της γνώσης από την εμπεδωμένη εμπειρία. Η προσωπική πίστη, η πνευματική ελπίδα και η ηθική αφοσίωση ήταν πάντα συσχετισμένες σε μια ασυναγώνιστη θρησκευτική ενότητα αρμονικής συνεργασίας με την εξαιρετική αντίληψη για την πραγματικότητα και το σεβασμό όλων των ανθρώπινων αξιών – προσωπική τιμή, οικογενειακή αγάπη, θρησκευτική υποχρέωση, κοινωνικό καθήκον και οικονομική χρεία.
196:0.8 Η πίστη του Ιησού απεικόνιζε νοερά όλες τις πνευματικές αξίες σαν να βρισκόταν στη βασιλεία του Θεού[5]. Συνεπώς είπε, «Αναζητήστε πρώτα τη βασιλεία τ’ ουρανού»[6]. Ο Ιησούς είδε μέσα από την προωθημένη και ιδεώδη συντροφιά της βασιλείας την επίτευξη και εκπλήρωση του «θελήματος του Θεού»[7]. Η ίδια η βάση της προσευχής που δίδαξε στους μαθητές του ήταν, «Ελθέτω η βασιλεία σου, γενηθήτω το θέλημά σου». Έχοντας φαντασθεί έτσι τη βασιλεία σαν να αποτελούσε το θέλημα του Θεού, αφιέρωσε τον εαυτό του στο ζήτημα της πραγματοποίησής του, με θαυμαστή αίσθηση μετριοφροσύνης και ανεξάντλητο ενθουσιασμό. Σε όλη όμως την έντονη αποστολή του και μέσα από την καταπληκτική ζωή του δεν φάνηκε ποτέ η μανία του φανατικού ούτε η επιπόλαιη λύσσα του θρησκόληπτου εγωιστή.
196:0.9 Ολόκληρη η ζωή του Κυρίου ήταν προετοιμασμένη με συνέπεια από αυτή τη ζωντανή πίστη, αυτή την ανήκουστη θρησκευτική πίστη. Αυτή η πνευματική στάση κυριαρχούσε εξ ολοκλήρου τη σκέψη του και τα αισθήματά του, τα πιστεύω του και τις προσευχές του, τη διδασκαλία του και το κήρυγμά του. Η προσωπική αυτή πίστη ενός γιου στη βεβαιότητα και τη σιγουριά της καθοδήγησης και προστασίας του ουράνιου Πατέρα μετέδιδε στη μοναδική ζωή του μια βαθιά εδραιωμένη ικανότητα πνευματικής αντίληψης. Και ακόμα, εκτός από αυτή την πολύ βαθιά συναίσθηση της κοντινής σχέσης με τη θεότητα, αυτός ο Γαλιλαίος, ο Γαλιλαίος του Θεού, όταν τον προσφωνούσαν Καλό Διδάσκαλο, ακαριαία απαντούσε, «Γιατί με αποκαλείτε καλό;»[8]. Όταν βρισκόμαστε ενώπιον μιας τέτοιας υπέροχης μετριοφροσύνης, αρχίζουμε να κατανοούμε πώς ο Συμπαντικός Πατέρας κατέστη δυνατό να εκδηλωθεί τόσο τέλεια σ’ αυτόν και να αποκαλύψει τον εαυτό του μέσα από αυτόν στους θνητούς της πλάσης.
196:0.10 Ο Ιησούς έφερε στο Θεό, σαν άνθρωπος, τη μεγαλύτερη από όλες τις προσφορές: την αφιέρωση και την αφοσίωση του δικού του θελήματος στη μεγαλειώδη υπηρεσία της εκτέλεσης του θεϊκού θελήματος. Ο Ιησούς πάντα και με συνέπεια ερμήνευε τη θρησκεία με όρους του θελήματος του Πατέρα[9]. Όταν μελετάτε τη σταδιοδρομία του Κυρίου, αναφορικά με την προσευχή ή κάποιο άλλο χαρακτηριστικό της θρησκευτικής ζωής, να μην προσέχετε τόσο πολύ αυτό που δίδαξε όσο αυτό που έκανε. Ο Ιησούς δεν προσευχήθηκε ποτέ από θρησκευτικό καθήκον. Γι αυτόν η προσευχή ήταν μια ειλικρινής έκφραση πνευματικής νοοτροπίας, δήλωση νομιμοφροσύνης της ψυχής, ρεσιτάλ προσωπικής αφοσίωσης, έκφραση ευχαριστίας, αποφυγή συναισθηματικής φόρτισης, αποφυγή διαμάχης, εξύψωση σκέψης, εξευγενισμός επιθυμίας, υπεράσπιση ηθικής απόφασης, εμπλουτισμός του νου, αναζωογόνηση ανώτερης προδιάθεσης, καθαγιασμός παρόρμησης, διευκρίνιση άποψης, δήλωση πίστης, υπερβατική εκχώρηση θελήματος, ανυπέρβλητη διαβεβαίωση εμπιστοσύνης, αποκάλυψη κουράγιου, αναγγελία ανακάλυψης, ομολογία ύψιστης αφοσίωσης, επικύρωση αφιέρωσης, τεχνική για ρύθμιση δυσκολιών και πανίσχυρη κινητοποίηση των ενωμένων δυνάμεων της ψυχής για να αντισταθεί σε όλες τις ανθρώπινες τάσεις εγωισμού, φαυλότητας και αμαρτίας. Έζησε μια ζωή αφιερωμένη στην προσευχή και στο θέλημα του Πατέρα του και τελείωσε τη ζωή του θριαμβευτικά με μια τέτοια προσευχή. Το μυστικό αυτής της απαράμιλλης θρησκευτικής ζωής ήταν η συνειδητοποίηση της παρουσίας του Θεού και την κατόρθωσε με νοητική προσευχή και ειλικρινή λατρεία – αδιάσπαστη επικοινωνία με το Θεό – και όχι με καθηγεσίες, φωνές, οράματα ή ασυνήθιστες θρησκευτικές πρακτικές.
196:0.11 Στην αρχή της ζωής του Ιησού, η θρησκεία ήταν μια ζωντανή εμπειρία, μια άμεση και προσωπική κινητοποίηση οφειλόμενη σε πνευματικό σεβασμό για πρακτική δικαιοσύνη. Η πίστη του Ιησού απέδωσε τους υπερβατικούς καρπούς του θεϊκού πνεύματος. Η πίστη του δεν ήταν ανώριμη και εύπιστη όπως αυτή ενός παιδιού, αλλά έμοιαζε κατά πολύ με την ανυποψίαστη εμπιστοσύνη του παιδικού μυαλού[10]. Ο Ιησούς εμπιστευόταν το Θεό όπως το παιδί εμπιστεύεται ένα γονιό. Είχε πολύ βαθιά εμπιστοσύνη στο σύμπαν – την ίδια εμπιστοσύνη που ένα παιδί έχει για το πατρικό του περιβάλλον. Η ολόψυχη πίστη του Ιησού στη θεμελιώδη καλοσύνη του σύμπαντος έμοιαζε πολύ στην εμπιστοσύνη που δείχνει ένα παιδί στην ασφάλεια του γήινου περιγύρου του. Βασιζόταν στον ουράνιο Πατέρα όπως ένα παιδί ακουμπά στους γήινους γονείς του, και η διακαής πίστη του ούτε για ένα λεπτό δεν αμφέβαλε για τη σιγουριά της φροντίδας του ουράνιου Πατέρα. Δεν ταράχτηκε σοβαρά από φόβους, αμφιβολίες, και σκεπτικισμό. Η απιστία δεν αναχαίτισε την απρόσκοπτη και γνήσια έκφραση της ζωής του. Συνδύαζε το ρωμαλέο και επιδέξιο θάρρος ενός ώριμου άνδρα με την ειλικρινή και έμπιστη αισιοδοξία ενός παιδιού που πιστεύει. Η πίστη του έφτασε σε τέτοια ύψη εμπιστοσύνης ώστε ήταν απαλλαγμένος φόβου.
196:0.12 Η πίστη του Ιησού άγγιζε την καθαρότητα της εμπιστοσύνης ενός παιδιού[11]. Η πίστη του ήταν τόσο απόλυτη και μη αμφιβάλλουσα ώστε ανταποκρινόταν στη γοητεία της επαφής των συνανθρώπων και στα θαύματα του σύμπαντος. Η αίσθησή του της εξάρτησης από τη θεότητα ήταν τόσο πλήρης και τόσο σίγουρη ώστε απέφερε τη χαρά και την εγγύηση της απόλυτης προσωπικής ασφάλειας. Δεν υπήρχε καμία διστακτική πρόφαση στη θρησκευτική του εμπειρία. Στη γιγαντιαία νοημοσύνη τού ώριμου άνδρα κυριαρχούσε η πίστη του παιδιού, πάνω σε όλα τα θέματα που σχετίζονταν με τη θρησκευτική του συνείδηση. Δεν είναι περίεργο που είπε κάποτε, «Αν δεν γίνετε σαν μικρό παιδί, δεν θα εισέλθετε στη βασιλεία». Παρόλο που η πίστη του Ιησού έμοιαζε με ενός παιδιού, δεν ήταν κατά καμία έννοια παιδαριώδης.
196:0.13 Ο Ιησούς δεν απαίτησε από τους μαθητές του να πιστεύουν σε αυτόν αλλά να πιστεύουν μαζί με αυτόν, να πιστεύουν στην πραγματικότητα της αγάπης του Θεού και με πλήρη εμπιστοσύνη να αποδεχτούν τη σιγουριά της ασφάλειας της συγγένειας με τον ουράνιο Πατέρα. Ο Κύριος επιθυμεί όλοι οι οπαδοί του να συμμερίζονται την υπερβατική του πίστη. Ο Ιησούς με πολύ συγκινητικό τρόπο έκανε έκκληση στους οπαδούς του, όχι μόνο να πιστεύουν ό,τι πίστευε αυτός, αλλά επίσης να πιστεύουν όπως αυτός πίστευε. Αυτή είναι η πλήρης σημασία της μόνης ύψιστης αξίωσής του «Ακολουθείστε με»[12].
196:0.14 Η γήινη ζωή του Ιησού ήταν αφιερωμένη σε ένα μεγάλο σκοπό[13]. Να κάνει το θέλημα του Πατέρα, ζώντας την ανθρώπινη ζωή με θρησκευτικότητα και πίστη. Η πίστη του Ιησού ήταν γεμάτη εμπιστοσύνη, όπως αυτή ενός παιδιού, αλλά ήταν τελείως ελεύθερη από παράλογη τόλμη. Έπαιρνε σοβαρές αντρίκειες αποφάσεις, αντιμετώπιζε με θάρρος πολύπλευρες απογοητεύσεις, ξεπερνούσε αποφασιστικά ασυνήθιστες δυσκολίες και αντιμετώπιζε ακλόνητα τις αμείλικτες αξιώσεις του καθήκοντος. Χρειαζόταν ισχυρή θέληση και σταθερή εμπιστοσύνη για να πιστεύει κανείς αυτό που πίστευε ο Ιησούς και όπως αυτός πίστευε.
196:1.1 Η αφοσίωση του Ιησού στο θέλημα του Πατέρα και η υπηρέτηση του ανθρώπου ήταν παραπάνω από ανθρώπινη απόφαση και ανθρώπινος προσδιορισμός. Ήταν μια ολόψυχη αφιέρωση του εαυτού του σε μια τόσο ανεπιφύλακτη εμφάνιση αγάπης. Άσχετα με το πόσο μεγάλο είναι το γεγονός της επίδρασης του Μιχαήλ, δεν πρέπει να πάρετε μακριά τον άνθρωπο Ιησού από τους ανθρώπους. Ο Κύριος ανήλθε στον ουρανό σαν άνθρωπος, όπως και σαν Θεός. Ανήκει στους ανθρώπους, οι άνθρωποι ανήκουν σ’ αυτόν. Πόσο ατυχές που η ίδια η θρησκεία παρεξηγήθηκε τόσο ώστε έβγαλε τον άνθρωπο Ιησού από τους αγωνιζόμενους θνητούς! Ας μην αφήσετε τις συζητήσεις για την ανθρώπινη ή τη θεϊκή φύση του Χριστού να αμαυρώσουν τη σωτήρια αλήθεια ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος ήταν ένας θρήσκος που, με την πίστη, κατόρθωσε να γνωρίζει και να πράττει το θέλημα του Θεού, ήταν ο πιο αληθινά θρήσκος άνθρωπος που έζησε ποτέ στην Ουράντια.
196:1.2 Ο καιρός είναι ώριμος για να επιβεβαιώσει τη μεταφορική ανάσταση του ανθρώπου Ιησού από το μνήμα του μέσα από τις θεολογικές παραδόσεις και τα θρησκευτικά δόγματα δεκαεννέα αιώνων. Ο Ιησούς ο Ναζωραίος δεν πρέπει να θυσιάζεται άλλο ούτε ακόμα και για το θαυμαστό σχέδιο του δοξασμένου Χριστού. Οποία υπερβατική υπηρεσία, εάν, μέσα από αυτή την αποκάλυψη, ο Γιος του Ανθρώπου ξαναπάρει τη θέση του από το μνήμα της θρησκευτικής θεολογίας και παρουσιαστεί ως ο ζωντανός Ιησούς στην εκκλησία που φέρει το όνομά του, και σε όλες τις άλλες θρησκείες! Ασφαλώς οι Χριστιανοί πιστοί δεν θα διστάσουν να κάνουν τις αρμόζουσες ρυθμίσεις στην πίστη και στις πρακτικές της ζωής ώστε να δυνηθούν να «ακολουθήσουν» τον Κύριο στην επίδειξη της δικής του αληθινής ζωής της θρησκευτικής αφιέρωσης στην εκτέλεση του θελήματος του Πατέρα του και της αφιέρωσης στην ανιδιοτελή υπηρεσία προς τον άνθρωπο[14]. Μήπως οι δηλωμένοι Χριστιανοί φοβούνται την αποκάλυψη μιας αυτάρκους και μη αφιερωμένης συνεργασίας κοινωνικού καθωσπρεπισμού και εγωιστικής οικονομικής κακής ρύθμισης; Μήπως ο κατεστημένος Χριστιανισμός φοβάται τον πιθανό κίνδυνο ή ακόμα τον παραμερισμό, της παραδοσιακής εκκλησιαστικής εξουσίας εάν ο Ιησούς ο Γαλιλαίος επανατοποθετηθεί στη σκέψη και τις ψυχές των θνητών ανθρώπων σαν το ιδεώδες προσωπικό θρησκευτικό βίωμα; Πράγματι, οι κοινωνικές αναπροσαρμογές, οι οικονομικές μετατροπές, η ηθική ανανέωση και η θρησκευτική αναθεώρηση του Χριστιανικού πολιτισμού θα ήταν δραστικές και επαναστατικές εάν η ζωντανή θρησκεία του Ιησού αντικαθιστούσε ξαφνικά τη θεολογική θρησκεία γύρω από τον Ιησού.
196:1.3 Το «ακολούθα τον Ιησού» σημαίνει να συμμερίζεσαι προσωπικά τη θρησκευτική πίστη του και να εισέρχεσαι στο πνεύμα της ζωής του Κυρίου, δηλαδή την ανιδιοτελή υπηρεσία προς τον άνθρωπο. Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα στην ανθρώπινη ζωή είναι να ανακαλύψετε τι πίστευε ο Ιησούς, να βρείτε τα ιδανικά του και να αγωνιστείτε για την επίτευξη του εξυψωμένου σκοπού της ζωής του. Από όλη την ανθρώπινη γνώση, εκείνη που έχει τη μεγαλύτερη αξία είναι να μάθετε τη θρησκευτική ζωή του Ιησού και πώς τη ζούσε.
196:1.4 Οι απλοί άνθρωποι άκουγαν ευχάριστα τον Ιησού, και θα ανταποκριθούν εκ νέου στην παρουσίαση της ειλικρινούς ανθρώπινης ζωής του, υποκινούμενης από θρησκευτική αφιέρωση, εάν αυτές οι αλήθειες αναγγελθούν πάλι στον κόσμο[15]. Ο κόσμος τον άκουγε ευχάριστα επειδή ήταν ένας εξ αυτών, ένας απλοϊκός λαϊκός. Ο μεγαλύτερος θρησκευτικός διδάσκαλος ήταν όντως ένας λαϊκός.
196:1.5 Δεν θα πρέπει να είναι σκοπός των πιστών της βασιλείας να μιμηθούν κυριολεκτικά τη ζωή του Ιησού αλλά να μοιραστούν την πίστη του. Να εμπιστευθούν το Θεό όπως αυτός εμπιστευόταν το Θεό και να πιστέψουν στους ανθρώπους όπως αυτός πίστευε στους ανθρώπους. Ο Ιησούς δεν αμφισβήτησε ποτέ είτε την πατρότητα του Θεού είτε την αδελφότητα των ανθρώπων. Ήταν ζωντανή εικόνα του ενός και πλήρης επίδειξη του άλλου.
196:1.6 Όπως ακριβώς οι άνθρωποι πρέπει να προοδεύουν από την ανθρώπινη συνειδητότητα στη θεϊκή πραγματικότητα, έτσι ο Ιησούς ανέβηκε από την ανθρώπινη φύση στη συνειδητότητα της φύσης του Θεού. Και ο Κύριος έκανε αυτή τη μεγάλη ανάβαση από τα ανθρώπινα στα θεϊκά με το συνδυασμένο κατόρθωμα της πίστης της θνητής του νόησης και των ενεργειών του εντός του διαμένοντος Προσαρμοστή. Το γεγονός της πραγματοποίησης της επίτευξης ολόκληρης της θεϊκότητας ( μαζί με την πλήρη συνειδητοποίηση της πραγματικότητας της ανθρώπινης φύσης) συνοδεύτηκε από επτά στάδια συνειδητότητας πίστης της προοδευτικής θεοποίησης. Αυτά τα στάδια της προοδευτικής αυτό-πραγμάτωσης χαράκτηκαν από τα ακόλουθα καταπληκτικά συμβάντα στην εμπειρία της ζωής του Κυρίου:
196:1.7 1. Η άφιξη του Προσαρμοστή Σκέψης.
196:1.8 2. Ο απεσταλμένος του Εμμανουήλ, που εμφανίστηκε σ’ αυτόν στην Ιερουσαλήμ όταν ήταν περίπου δώδεκα χρονών.
196:1.9 3. Οι εκδηλώσεις που συνόδευσαν τη βάφτισή του.
196:1.10 4. Οι εμπειρίες πάνω στο Όρος της Μεταμόρφωσης.
196:1.11 5. Η μοροντιανή ανάσταση.
196:1.12 6. Η πνευματική ανάληψη.
196:1.13 7. Η τελική αποδοχή από τον Πατέρα του Παραδείσου, που απένειμε απεριόριστη εξουσία στο σύμπαν του.
196:2.1 Κάποια μέρα θα γίνει ανασχηματισμός της Χριστιανικής εκκλησίας αρκετά μεγάλος και θα επιστρέψετε πίσω στις ανόθευτες θρησκευτικές διδασκαλίες του Ιησού, τον πρωτουργό και ολοκληρωτή της πίστης σας[16]. Μπορεί να κηρύττετε μια θρησκεία γύρω από τον Ιησού αλλά, πρέπει κατ’ ανάγκη να ζείτε τη θρησκεία του Ιησού. Μέσα στον ενθουσιασμό της Πεντηκοστής, ο Πέτρος εγκαινίασε χωρίς να το θέλει μια νέα θρησκεία, τη θρησκεία του αναστημένου και δοξασμένου Χριστού. Αργότερα, ο απόστολος Παύλος μεταμόρφωσε αυτό το νέο ευαγγέλιο σε Χριστιανισμό, μια θρησκεία που ενσωμάτωνε τις δικές του θεολογικές απόψεις και απεικόνιζε τη δική του προσωπική εμπειρία με τον Ιησού στο δρόμο για τη Δαμασκό[17]. Το ευαγγέλιο της βασιλείας είναι θεμελιωμένο πάνω στην προσωπική θρησκευτική εμπειρία του Ιησού του Γαλιλαίου. Ο Χριστιανισμός είναι θεμελιωμένος σχεδόν αποκλειστικά πάνω στην προσωπική θρησκευτική εμπειρία του αποστόλου Παύλου. Σχεδόν ολόκληρη η Καινή Διαθήκη είναι αφιερωμένη, όχι στην αναπαράσταση της σημαντικής και εμπνευσμένης θρησκευτικής ζωής του Ιησού, αλλά στη συζήτηση της θρησκευτικής εμπειρίας του Παύλου και στην αναπαράσταση των δικών του προσωπικών θρησκευτικών πεποιθήσεων. Οι μόνες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις αυτής της αναφοράς, εκτός από μερικά τμήματα του Ματθαίου, του Μάρκου και του Λουκά, είναι το Βιβλίο των Εβραίων και η Επιστολή του Ιακώβου[18]. Ακόμη και ο Πέτρος, στα γραπτά του, μόνο μια φορά επανήλθε στην προσωπική θρησκευτική ζωή του Κυρίου του. Η Καινή Διαθήκη είναι ένα υπέροχο Χριστιανικό έγγραφο, αλλά λίγη έχει σχέση με τη ζωή του Ιησού.
196:2.2 Η γήινη ζωή του Ιησού περιγράφει μια υπερβατική θρησκευτική ανάπτυξη, από τις πρώτες γνώσεις του πρωτόγονου φόβου και της ανθρώπινης ευλάβειας δια μέσου ετών προσωπικής πνευματικής επικοινωνίας, μέχρι την τελική άφιξή του στο προωθημένο και εξυψωμένο επίπεδο συνειδητότητας της ενότητάς του με τον Πατέρα. Και έτσι, σε μια σύντομη ζωή, ο Ιησούς διέσχισε εκείνη την εμπειρία της θρησκευτικής πνευματικής προόδου την οποία αρχίζει ο άνθρωπος στη γη και κανονικά επιτυγχάνει μόνο στο τέλος της μακριάς παραμονής του στα πνευματικά σχολεία εκπαίδευσης των διαδοχικών επιπέδων της προ-Παραδείσιας σταδιοδρομίας. Ο Ιησούς προόδευσε από μια καθαρά ανθρώπινη συνείδηση για τις βεβαιώσεις της πίστης της προσωπικής θρησκευτικής εμπειρίας μέχρι τα απόλυτα πνευματικά ύψη της θετικής αντίληψης της θεϊκής φύσης του και στη συνειδητοποίηση της στενής σχέσης του με το Συμπαντικό Πατέρα στη διαχείριση ενός σύμπαντος[19]. Προόδευσε από το ταπεινό επίπεδο της θνητής εξάρτησης, η οποία τον παρακίνησε αυθόρμητα να πει σε αυτόν που τον αποκάλεσε Καλό Διδάσκαλο, «Γιατί με αποκαλείς καλό; Κανένας δεν είναι καλός παρά μόνον ο Θεός», σ’ εκείνη την απόλυτη συνείδηση της επιτευγμένης θεϊκότητας η οποία τον οδήγησε να αναφωνήσει, «Ποιος με καταδικάζει γι αμαρτία;»[20][21]. Κι αυτή η προοδευτική άνοδος από το ανθρώπινο στο θεϊκό ήταν αποκλειστικά θνητό επίτευγμα. Και όταν έφτασε με τον τρόπο αυτό στη θεϊκότητα, ήταν ακόμα ο ίδιος ανθρώπινος Ιησούς, ο Γιος του Ανθρώπου όπως και ο Γιος του Θεού.
196:2.3 Ο Μάρκος, ο Ματθαίος και ο Λουκάς κρατούν κάτι από την εικόνα του ανθρώπινου Ιησού καθώς είχε αναμειχθεί με το θαυμάσιο αγώνα να εξακριβώσει το θεϊκό θέλημα και να κάνει αυτό το θέλημα. Ο Ιωάννης παρουσιάζει μια εικόνα του θριαμβεύοντος Ιησού καθώς περπατούσε στη γη με την πλήρη επίγνωση θεϊκότητας. Το μέγα σφάλμα που έγινε από εκείνους που μελέτησαν τη ζωή του Κυρίου είναι ότι μερικοί τον κατάλαβαν σαν τέλειο άνθρωπο, ενώ άλλοι τον σκέφτηκαν σαν θεϊκό μόνο. Σε όλη τη διάρκεια της εμπειρίας του ήταν αληθινά και τα δυο, ανθρώπινος και θεϊκός, όπως είναι ακόμη.
196:2.4 Αλλά το μεγαλύτερο λάθος έγινε στο ότι ενώ ο άνθρωπος Ιησούς είχε αναγνωριστεί ότι είχε μια θρησκεία, ο θεϊκός Ιησούς (ο Χριστός ) σχεδόν εν μια νυκτί έγινε θρησκεία. Ο Χριστιανισμός του Παύλου επιβεβαιώθηκε για τη λατρεία του θεϊκού Χριστού, αλλά έχασε σχεδόν την αντίληψη τού αγωνιζόμενου και γενναίου ανθρώπου-Ιησού του Γαλιλαίου, ο οποίος, με την ανδρεία της προσωπικής θρησκευτικής του πίστης και του ηρωισμού του ενοικούντος Προσαρμοστή, ανήλθε από τα χαμηλότερα επίπεδα της ανθρώπινης φύσης για να γίνει ένα με τη θεότητα, και έτσι να καταστεί ο νέος ζωντανός δρόμος δια του οποίου όλοι οι θνητοί μπορούν να ανέλθουν από την ανθρώπινη στη θεία φύση[22]. Οι θνητοί σε όλα τα στάδια της πνευματικότητας και σε όλους τους κόσμους μπορούν να βρουν στην προσωπική ζωή του Ιησού εκείνο που θα τους ενδυναμώσει και θα τους εμπνεύσει καθώς θα προοδεύουν από τα χαμηλότερα επίπεδα του πνεύματος στις υψηλότερες θείες αξίες, από την αρχή μέχρι το τέλος όλης της προσωπικής θρησκευτικής εμπειρίας.
196:2.5 Την εποχή που γράφτηκε η Καινή Διαθήκη, οι συγγραφείς όχι μόνο πίστευαν πολύ βαθιά στη θεϊκή φύση του αναστημένου Χριστού, αλλά πίστευαν με αφοσίωση και ειλικρινά στην άμεση επιστροφή του στη γη για να αποτελειώσει την ουράνια βασιλεία του. Αυτή η δυνατή πίστη στην άμεση επιστροφή του Κυρίου είχε να κάνει πολύ με την τάση να παραλειφθούν από τα κείμενα εκείνες οι αναφορές που απεικόνιζαν τις καθαρά ανθρώπινες εμπειρίες και στάσεις του Κυρίου[23]. Το όλο Χριστιανικό κίνημα έκλινε μακριά από την ανθρώπινη εικόνα του Ιησού του Ναζωραίου και προς την εξύψωση του αναστημένου Χριστού, του δοξασμένου και γρήγορα επιστρέφοντος Κυρίου Ιησού Χριστού[24].
196:2.6 Ο Ιησούς ίδρυσε τη θρησκεία της προσωπικής εμπειρίας εκτελώντας το θέλημα του Θεού και υπηρετώντας την ανθρώπινη αδελφότητα. Ο Παύλος ίδρυσε μια θρησκεία στην οποία ο δοξασμένος Ιησούς απέβη το αντικείμενο λατρείας και η αδελφότητα συνίστατο από πιστούς οπαδούς του θεϊκού Χριστού[25]. Στην εμφάνιση του Ιησού στη γη αυτά τα δυο σχέδια ήταν εν δυνάμει μέσα στη θεϊκή-ανθρώπινη ζωή του, και είναι όντως κρίμα που οι οπαδοί του απέτυχαν να δημιουργήσουν μια ενωμένη θρησκεία η οποία θα αναγνώριζε ορθά αμφότερες, την ανθρώπινη και τη θεϊκή φύση του Κυρίου, όπως ήταν αδιαχώριστα ενωμένες στη γήινη ζωή του και τόσο θαυμαστά διατυπωμένες στο πρωτότυπο ευαγγέλιο της βασιλείας.
196:2.7 Δεν θα σας ξάφνιαζαν ούτε θα σας ενοχλούσαν κάποιες σπουδαίες αναγγελίες του Ιησού, εάν απλά θυμόσασταν ότι ήταν ο πλέον ειλικρινής και αφοσιωμένος πιστός του κόσμου. Ήταν ένας τέλεια αφιερωμένος θνητός, ανεπιφύλακτα αφοσιωμένος στο να κάνει το θέλημα του Πατέρα του. Πολλά από τα φαινομενικά σκληρά λόγια του ήταν περισσότερο μια προσωπική ομολογία πίστης και απόδειξη αφοσίωσης παρά εντολές στους οπαδούς του. Και αυτή η απόλυτη μοναδικότητα του σκοπού και η ανιδιοτελής αφοσίωση τον καθιστούσε ικανό να επιτελεί τόσο καταπληκτική πρόοδο στην κατάκτηση του ανθρώπινου μυαλού σε μία σύντομη ζωή. Πολλές από τις ανακοινώσεις του πρέπει να θεωρηθούν σαν ομολογία τού τι απαιτούσε από τον εαυτό του παρά τού τι αξίωνε από τους οπαδούς του. Στην αφοσίωσή του στο θέμα της βασιλείας, ο Ιησούς έκαψε όλες τις γέφυρες πίσω του. Παρέκαμψε κάθε εμπόδιο για να κάνει το θέλημα του Πατέρα του.
196:2.8 Ο Ιησούς ευλογούσε τους φτωχούς επειδή ήταν συνήθως ειλικρινείς και ευλαβείς[26][27]. Αποδοκίμαζε τους πλούσιους επειδή ήταν συνήθως ακόλαστοι και άθρησκοι. Θα αποδοκίμαζε το ίδιο τους άθρησκους φτωχούς και θα επιδοκίμαζε τους αφιερωμένους και έντιμους πλούσιους.
196:2.9 Ο Ιησούς έκανε τους ανθρώπους να αισθάνονται σαν στο σπίτι τους ευρισκόμενοι στον κόσμο. Τους απελευθέρωσε από τη σκλαβιά των ταμπού και τους έμαθε ότι ο κόσμος δεν ήταν βασικά φαύλος. Δεν λαχτάρησε να ξεφύγει από τη γήινη ζωή του, έγινε κάτοχος μιας τεχνικής να κάνει αποδεκτά το θέλημα του Πατέρα ενόσω βρισκόταν στη σάρκα. Επέτυχε μια ιδεώδη θρησκευτική ζωή μέσα σ’ ένα ρεαλιστικό κόσμο. Ο Ιησούς δεν συμμεριζόταν την απαισιόδοξη άποψη του Παύλου για την ανθρωπότητα. Ο Κύριος θεωρούσε τους ανθρώπους σαν παιδιά του Θεού και προείδε ένα λαμπρό και αιώνιο μέλλον για εκείνους που διάλεξαν την επιβίωση. Δεν ήταν ένας ηθικολόγος σκεπτικιστής, έβλεπε τον άνθρωπο θετικά όχι αρνητικά. Είδε τους περισσότερους ανθρώπους σαν αδύναμους παρά σαν αμαρτωλούς, περισσότερο αλλόφρονες παρά διεστραμμένους. Αλλά άσχετα με την κατάστασή τους, ήταν όλοι παιδιά του Θεού και αδέλφια του.
196:2.10 Δίδαξε τους ανθρώπους να βάζουν μια μεγάλη αξία γι αυτούς, στο χρόνο και την αιωνιότητα. Εξαιτίας της μεγάλης υπόληψης που είχε ο Ιησούς για τους ανθρώπους, ήταν πρόθυμος να καταναλωθεί στην ακατάπαυστη υπηρέτηση της ανθρωπότητας. Και ήταν αυτή η άπειρη αξία του πεπερασμένου που έκανε τον χρυσό κανόνα ένα ζωντανό παράγοντα της θρησκείας του. Πώς να μην καταφέρει ο θνητός άνθρωπος να εμψυχωθεί από την καταπληκτική εμπιστοσύνη που έχει ο Ιησούς σ’ αυτόν;
196:2.11 Ο Ιησούς δεν προσέφερε κανόνες για κοινωνική προαγωγή. Η δική του ήταν θρησκευτική αποστολή, και θρησκεία είναι μια αποκλειστικά ατομική εμπειρία. Ο απώτατος σκοπός τού πιο προοδευτικού επιτεύγματος της κοινωνίας δεν μπορεί ποτέ να ελπίζει ότι θα φτάσει την υπερβατική αδελφότητα του Ιησού που είναι βασισμένη στην αναγνώριση της πατρότητας του Θεού. Το ιδανικό κάθε κοινωνικής επιτυχίας μπορεί να γίνει πραγματικότητα μόνο με τον ερχομό της θείας βασιλείας.
196:3.1 Η προσωπική, πνευματική θρησκευτική εμπειρία δίνει αποτελεσματική λύση στις περισσότερες δυσκολίες των θνητών. Ταξινομεί δραστικά, αποτιμά και ρυθμίζει όλα τα ανθρώπινα προβλήματα. Η θρησκεία δεν απαλείφει ή δεν καταστρέφει τις ανθρώπινες δυσκολίες, αλλά τις διαλύει,τις απορροφά, τις διαφωτίζει και τις υπερσκελίζει. Η αληθινή θρησκεία ενοποιεί την προσωπικότητα για την αποτελεσματική ρύθμιση όλων των θνητών αξιώσεων. Η θρησκευτική πίστη – η θετική καθοδήγηση της θεϊκής παρουσίας που διαμένει μέσα στον άνθρωπο – καθιστά διαρκώς ικανό τον άνθρωπο που γνωρίζει το Θεό να γεφυρώνει το κενό που υπάρχει ανάμεσα στη λογική της διανόησης που αναγνωρίζει τη Συμπαντική Πρώτη Αιτία σαν Αυτό και στις κατηγορηματικές βεβαιώσεις της ψυχής οι οποίες δηλώνουν αυτή την Πρώτη Αιτία σαν Αυτόν, τον ουράνιο Πατέρα του ευαγγελίου του Ιησού, τον προσωπικό Θεό της ανθρώπινης σωτηρίας.
196:3.2 Υπάρχουν ακριβώς τρία στοιχεία συμπαντικής πραγματικότητας: γεγονός, ιδέα και σχέση. Η θρησκευτική συνειδητότητα αναγνωρίζει αυτές τις πραγματικότητες σαν επιστήμη, φιλοσοφία και αλήθεια. Η φιλοσοφία θα είχε την τάση να θεωρήσει αυτές τις ενέργειες σαν αιτία, σοφία και πίστη – φυσική πραγματικότητα, νοητική πραγματικότητα και πνευματική πραγματικότητα. Συνηθίζουμε να ονομάζουμε αυτές τις πραγματικότητες σαν πράγμα, έννοια και αξία.
196:3.3 Η προοδευτική κατανόηση της πραγματικότητας είναι το ισοδύναμο της προσέγγισης του Θεού. Η εύρεση του Θεού, η συνειδητοποίηση της ομοιότητας με την πραγματικότητα, είναι το ισοδύναμο της εμπειρίας της αυτο-συμπλήρωσης, της αυτο-τελειοποίησης, της αυτο-ολοκλήρωσης. Το να έχετε την εμπειρία της ολικής πραγματικότητας σημαίνει να έχετε πλήρη αντίληψη του Θεού, αυτό είναι και η τελική εμπειρία της γνώσης του Θεού.
196:3.4 Η πλήρης συνόψιση της ανθρώπινης ζωής είναι η γνώση, που ο άνθρωπος μαθαίνει από τα γεγονότα, εξωραϊζεται δια της σοφίας και διασώζεται – δικαιώνεται – από τη θρησκευτική πίστη[28].
196:3.5 Η φυσική σιγουριά συνίσταται από τη λογική της επιστήμης. Η ηθική σιγουριά από τη γνώση της φιλοσοφίας, η πνευματική σιγουριά από την αλήθεια της γνήσιας θρησκευτικής εμπειρίας.
196:3.6 Ο νους του ανθρώπου μπορεί να φτάσει σε υψηλά επίπεδα πνευματικής επίγνωσης και σε αντίστοιχες σφαίρες θεϊκότητας αξιών επειδή δεν είναι εξολοκλήρου υλικός. Υπάρχει ένας πυρήνας πνευματικός στο νου του ανθρώπου – ο Προσαρμοστής της θεϊκής παρουσίας. Υφίστανται τρεις ξεχωριστές αποδείξεις για την ύπαρξη αυτού του πνεύματος στον ανθρώπινο νου:
196:3.7 1. Ανθρώπινη συναδελφικότητα – αγάπη. Ο καθαρά ζωώδης νους μπορεί να ζει σε αγέλες (κοινωνία), για αυτοπροστασία, αλλά μόνο η διανόηση που κατοικείται από το πνεύμα είναι ανιδιοτελώς αλτρουιστική και απεριόριστα φιλόστοργη.
196:3.8 2. Εξήγηση του σύμπαντος – σοφία. Μόνο ο νους που κατοικείται από το πνεύμα μπορεί να κατανοήσει ότι το σύμπαν είναι φιλικό προς το άτομο.
196:3.9 3. Πνευματική εξέλιξη της ζωής – λατρεία. Μόνο ο άνθρωπος που κατοικείται από το πνεύμα μπορεί να αντιληφθεί τη θεϊκή παρουσία και να αναζητήσει να επιτύχει μια πληρέστερη εμπειρία μέσα και με αυτή την πρόγευση της θεϊκότητας.
196:3.10 Ο ανθρώπινος νους δεν δημιουργεί αληθινές αξίες, η ανθρώπινη εμπειρία δεν παράγει συμπαντική επίγνωση. Αναφορικά με την επίγνωση, για την αναγνώριση των ηθικών αξιών και τη διάκριση των πνευματικών εννοιών, όλα όσα μπορεί να κάνει ο ανθρώπινος νους είναι μόνο να ανακαλύψει, αναγνωρίσει, εξηγήσει και επιλέξει.
196:3.11 Οι ηθικές αξίες του σύμπαντος γίνονται νοητικές κατακτήσεις με την άσκηση των τριών βασικών κριτικών ή επιλογών, του θνητού νου:
196:3.12 1. Αυτοκριτική – επιλογή του σωστού.
196:3.13 2. Κοινωνική κριτική – επιλογή ηθικής.
196:3.14 3. Θεϊκή κριτική – θρησκευτική επιλογή.
196:3.15 Έτσι φαίνεται ότι κάθε ανθρώπινη πρόοδος επιτυγχάνεται από μια τεχνική συνενωμένης αποκαλυπτικής εξέλιξης.
196:3.16 Αν ένας θεϊκός εραστής, ζούσε σαν άνθρωπος, αυτός μόνο θα μπορούσε να αγαπήσει με ανιδιοτελή και πνευματική αγάπη. Αν ζούσε ένας ερμηνευτής στο νου, τότε μόνο θα μπορούσε ο άνθρωπος να αντιληφθεί πραγματικά την ενότητα του σύμπαντος. Αν ένας εκτιμητής διέμενε μέσα στον άνθρωπο, τότε μόνο ο άνθρωπος θα μπορούσε να αποτιμήσει τις ηθικές αξίες και να αναγνωρίσει τις πνευματικές έννοιες. Και αυτός ο εραστής πέφτει σαν χαλάζι από την ίδια την πηγή της άπειρης αγάπης, αυτός ο ερμηνευτής είναι μέρος της Παγκόσμιας Ενότητας, αυτός ο εκτιμητής είναι το παιδί του Κέντρου και της Πηγής όλων των απόλυτων αξιών της θεϊκής και της αιώνιας πραγματικότητας.
196:3.17 Η ηθική εξέλιξη με θρησκευτική σημασία – πνευματική επίγνωση – συνδυάζει την επιλογή του ατόμου ανάμεσα στο καλό και το φαύλο, την αλήθεια και το σφάλμα, το υλικό και το πνευματικό, το ανθρώπινο και το θεϊκό, το χρόνο και την αιωνιότητα. Η ανθρώπινη επιβίωση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αφιέρωση της ανθρώπινης θέλησης στην επιλογή εκείνων των αξιών που διαλέγει το πνεύμα – ο ερμηνευτής και συνενωτής που διαμένει μέσα στον ανθρώπινο νου. Η προσωπική θρησκευτική εμπειρία αποτελείται από δυο φάσεις: την ανακάλυψη μέσα στον ανθρώπινο νου και την αποκάλυψη από το θεϊκό ενοικούν πνεύμα. Μέσα από την υπερβολική απόκτηση κουλτούρας ή σαν αποτέλεσμα της άθρησκης συμπεριφοράς των δηλωμένων θρησκευομένων, ένας άνθρωπος, ή ακόμα και μια γενιά ανθρώπων, μπορεί να επιλέξουν να αναβληθεί η προσπάθειά τους προς την ανακάλυψη του Θεού που κατοικεί μέσα τους. Μπορεί να αποτύχουν να προοδεύσουν και να πετύχουν τη θεϊκή αποκάλυψη. Τέτοιες όμως νοοτροπίες μη πνευματικής προόδου δεν μπορούν να επιμείνουν επί πολύ εξαιτίας της παρουσίας και της επίδρασης του διαμένοντος Προσαρμοστή Σκέψης.
196:3.18 Αυτή η βαθιά εμπειρία της πραγματικότητας του θεϊκού ενοίκου εξυψώνει για πάντα την ακατέργαστη ματεριαλιστική τεχνική των φυσικών επιστημών. Δεν μπορείτε να βάλετε την πνευματική χαρά κάτω από ένα μικροσκόπιο, δεν μπορείτε να μετρήσετε την αγάπη με ζυγαριά, δεν μπορείτε να μετρήσετε τις ηθικές αξίες, ούτε μπορείτε να εκτιμήσετε την ποιότητα της πνευματικής λατρείας.
196:3.19 Οι Εβραίοι είχαν θρησκεία ηθικής υπεροχής, οι Έλληνες ανέπτυξαν μια θρησκεία κάλλους, ο Παύλος και οι συνεργάτες του ίδρυσαν μια θρησκεία πίστης, ελπίδας και ελεημοσύνης[29]. Ο Ιησούς αποκάλυψε και έδωσε το παράδειγμα μιας θρησκείας αγάπης: σιγουριά στην αγάπη του Πατέρα, που συνοδεύεται από τη χαρά και την ικανοποίηση να θέτει κανείς αυτή την αγάπη στην υπηρεσία της ανθρώπινης αδελφότητας[30].
196:3.20 Κάθε φορά που κάνει ο άνθρωπος μια στοχαστική ηθική επιλογή, αμέσως βιώνει μια νέα θεϊκή εισβολή στην ψυχή του. Η ηθική επιλογή κάνει τη θρησκεία να είναι το κίνητρο της εσωτερικής απάντησης προς τις εξωτερικές συνθήκες. Όμως μια τέτοια αληθινή θρησκεία δεν είναι καθαρά υποκειμενική εμπειρία. Εκφράζει όλη την υποκειμενικότητα του ατόμου εγκολπωμένη σε μια γεμάτη νόημα και λογική απάντηση προς την ολική αντικειμενικότητα – το σύμπαν και το Δημιουργό του.
196:3.21 Η εξαιρετική και υπερβατική εμπειρία του να αγαπάς και να αγαπιέσαι δεν είναι ψυχική ψευδαίσθηση επειδή είναι τόσο καθαρά υποκειμενική. Η μόνη αληθινή θεϊκή και αντικειμενική πραγματικότητα που συνδέεται με τα θνητά πλάσματα, ο Προσαρμοστής Σκέψης, λειτουργεί στην ανθρώπινη παρατήρηση προφανώς σαν αποκλειστικά υποκειμενικό φαινόμενο. Η επαφή του ανθρώπου με την υψηλότερη αντικειμενική πραγματικότητα, το Θεό, γίνεται μόνο μέσα από την καθαρά υποκειμενική εμπειρία της γνώσης του, της λατρείας του, της αντίληψης της συγγένειας μαζί του.
196:3.22 Η αληθινή θρησκευτική λατρεία δεν είναι άχρηστος μονόλογος αυταπάτης. Η λατρεία είναι προσωπική επικοινωνία με αυτό που είναι θεϊκά αληθινό, με αυτό που είναι η αληθινή πηγή της πραγματικότητας. Ο άνθρωπος με τη λατρεία φιλοδοξεί να γίνει καλύτερος και με αυτό τον τρόπο τελικά επιτυγχάνει το κάλλιστο.
196:3.23 Η εξιδανίκευση και η προσπάθεια για την υπηρέτηση της αλήθειας, ομορφιάς και καλοσύνης δεν είναι υποκατάστατο για τη γνήσια θρησκευτική εμπειρία – τη πνευματική πραγματικότητα. Η ψυχολογία και ο ιδεαλισμός δεν είναι το ισοδύναμο της θρησκευτικής πραγματικότητας. Οι προβολές της ανθρώπινης διανόησης μπορεί όντως να δημιουργήσουν ψεύτικους θεούς – θεούς κατ’ εικόνα του ανθρώπου – αλλά αυτός που έχει αληθινή συνείδηση του Θεού δεν κάνει τέτοιες δημιουργίες. Ο έχων συνείδηση του Θεού κατοικεί μαζί με το πνεύμα. Πολλά από τα θρησκευτικά συστήματα του ανθρώπου προέρχονται από τα κατασκευάσματα της ανθρώπινης διανόησης, αλλά ο έχων συνείδηση του Θεού δεν αποτελεί απαραίτητα τμήμα αυτών των αλλόκοτων συστημάτων θρησκευτικής υποδούλωσης.
196:3.24 Ο Θεός δεν είναι η απλή ανακάλυψη του ιδεαλισμού του ανθρώπου. Είναι η απόλυτη πηγή όλων των επιγνώσεων και αξιών που βρίσκονται πάνω από τη ζωώδη φύση. Ο Θεός δεν είναι μια υπόθεση που διατυπώθηκε για να ενώσει τα ανθρώπινα σχέδια για την αλήθεια, την ομορφιά και την καλοσύνη. Είναι η προσωποποίηση της αγάπης από την οποία προέρχονται όλες αυτές οι εκδηλώσεις του σύμπαντος. Η αλήθεια, η ομορφιά και η καλοσύνη του ανθρώπινου κόσμου ενοποιούνται από την αυξανόμενη πνευματικότητα της εμπειρίας των θνητών που ανεβαίνουν προς τις πραγματικότητες του Παραδείσου. Η ενότητα της αλήθειας, της ομορφιάς και της καλοσύνης μπορούν να γίνουν αντιληπτές μόνο στην πνευματική εμπειρία της προσωπικότητας που γνωρίζει το Θεό.
196:3.25 Η ηθική συμπεριφορά είναι το ουσιώδες προϋπάρχον έδαφος της προσωπικής συνείδησης του Θεού, η προσωπική αντίληψη της εσώτερης παρουσίας του Προσαρμοστή, αλλά μια τέτοια ηθική συμπεριφορά δεν είναι πηγή θρησκευτικής εμπειρίας και επακόλουθης πνευματικής επίγνωσης. Η ηθική φύση είναι πάνω από τη ζωώδη αλλά κάτω από την πνευματική. Η ηθική συμπεριφορά είναι ισοδύναμη με την αναγνώριση του καθήκοντος, την αντίληψη της ύπαρξης του δικαίου και του αδίκου. Η ηθική περιοχή μπαίνει ανάμεσα στον ζωώδη και τον ανθρώπινο τύπο του νου, όπως η μοροντιανή κατάσταση λειτουργεί ανάμεσα στις υλικές και πνευματικές σφαίρες της προσωπικής επίτευξης.
196:3.26 Ο εξελικτικός νους είναι ικανός να ανακαλύψει το νόμο, και την ηθική. Αλλά το πνεύμα, ο διαμένων Προσαρμοστής, αποκαλύπτει στον εξελισσόμενο ανθρώπινο νου αυτόν που δίνει το νόμο, τον Πατέρα-Πηγή όλων όσων είναι αληθινά, όμορφα και καλά. Και ένας τόσο φωτισμένος άνθρωπος έχει μια θρησκεία και είναι εφοδιασμένος πνευματικά για να αρχίσει τη μακριά και περιπετειώδη αναζήτηση για το Θεό.
196:3.27 Η ηθική συμπεριφορά δεν είναι απαραίτητα πνευματική, μπορεί να είναι ολοκληρωτικά και καθαρά ανθρώπινη, μολονότι η αληθινή θρησκεία προάγει κάθε ηθική αξία, τις κάνει να έχουν περισσότερο νόημα. Η ηθική συμπεριφορά χωρίς θρησκεία αποτυγχάνει να αποκαλύψει την ύψιστη καλοσύνη και επίσης αποτυγχάνει να εξασφαλίσει την επιβίωση ακόμα και των δικών της ηθικών αξιών. Η θρησκεία εξασφαλίζει την προαγωγή, τη δόξα και τη βέβαιη επιβίωση κάθε πράγματος που η ηθική συμπεριφορά αναγνωρίζει και επιδοκιμάζει.
196:3.28 Η θρησκεία βρίσκεται υπεράνω της επιστήμης, της τέχνης, της φιλοσοφίας, και της ηθικής αλλά δεν είναι ανεξάρτητη από αυτές. Είναι όλες ακατάλυτα αλληλοσυσχετισμένες με την ανθρώπινη εμπειρία, προσωπική και κοινωνική. Η θρησκεία είναι η ύψιστη εμπειρία του ανθρώπου στη θνητή φύση, αλλά η πεπερασμένη γλώσσα κάνει για πάντα ακατόρθωτο στη θεολογία να περιγράψει επαρκώς μια αληθινή θρησκευτική εμπειρία.
196:3.29 H θρησκευτική επίγνωση κατέχει τη δύναμη να μετατρέπει την ήττα σε υψηλότερες επιθυμίες και νέες αποφάσεις. Η αγάπη είναι το υψηλότερο κίνητρο που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο άνθρωπος στην συμπαντική ανάβασή του. Αλλά η αγάπη, απογυμνωμένη από την αλήθεια, την ομορφιά και την καλοσύνη, είναι μόνο ένα αίσθημα, μια φιλοσοφική διαστροφή, μια ψυχική ψευδαίσθηση, μια πνευματική πλάνη. Η αγάπη πρέπει πάντα να επανεξετάζεται στα διαδοχικά επίπεδα της μοροντιανής και πνευματικής προόδου.
196:3.30 Η τέχνη πηγάζει από την προσπάθεια του ανθρώπου να ξεφύγει από την έλλειψη ομορφιάς στο υλιστικό του περιβάλλον. Είναι μια κίνηση προς το μοροντιανό επίπεδο. Η επιστήμη είναι η προσπάθεια του ανθρώπου να λύσει τα αινίγματα του υλιστικού σύμπαντος. Η φιλοσοφία είναι η προσπάθεια του ανθρώπου για την ενοποίηση της ανθρώπινης εμπειρίας. Η θρησκεία είναι η υπέρτατη κίνηση του ανθρώπου, η θαυμαστή του έκταση προς την τελική πραγματικότητα, η αποφασιστικότητά του να βρει το Θεό και να του μοιάσει.
196:3.31 Στον κόσμο της θρησκευτικής εμπειρίας, η πνευματική δυνατότητα είναι εν δυνάμει πραγματικότητα. Η προς τα μπροστά ώθηση του ανθρώπου δεν είναι ψυχική ψευδαίσθηση. Όλη η συμπαντική εποποιία του ανθρώπου μπορεί να μην είναι απτή, είναι όμως πολύ πολύ αληθινή.
196:3.32 Οι ζωές μερικών ανθρώπων είναι πολύ μεγάλες και εξευγενισμένες για να κατέλθουν στο χαμηλότερο επίπεδο τού να είναι απλά επιτυχημένες. Το ζώο πρέπει να προσαρμοστεί στο περιβάλλον, αλλά ο θρησκευόμενος άνθρωπος υπερβαίνει το περιβάλλον του και με τον τρόπο αυτό ξεφεύγει από τους περιορισμούς του παρόντος υλικού κόσμου δια μέσου αυτής της επίγνωσης της θεϊκής αγάπης. Αυτό το σχέδιο της αγάπης γεννάει στην ψυχή του ανθρώπου εκείνη την προσπάθεια ώστε να βρει την αλήθεια, την ομορφιά και την καλοσύνη. Και όταν πραγματικά τις βρει, δοξάζεται μέσα στην αγκαλιά τους, κατακλύζεται από την επιθυμία να τις ζήσει, να πράξει το δίκαιο.
196:3.33 Μην απογοητεύεσθε, η ανθρώπινη εξέλιξη ακόμα προοδεύει, και η αποκάλυψη του Θεού στον κόσμο, δια του Ιησού, δεν θα αποτύχει.
196:3.34 Η μεγάλη πρόκληση του σύγχρονου ανθρώπου είναι να επιτύχει καλύτερη επικοινωνία με τον θεϊκό Ελεγκτή που κατοικεί μέσα στο ανθρώπινο μυαλό. Η μεγαλύτερη περιπέτεια του ανθρώπου στη σάρκα συνίσταται στην εξισορροπημένη και υγιή προσπάθεια να επεκτείνει τα όρια της αυτό-συνείδησης δια μέσου των σκοτεινών κόσμων της εμβρυϊκής συνειδητότητας της ψυχής με την ολόψυχη προσπάθεια να φτάσει στην παραμεθόρια περιοχή της πνευματικής συνειδητότητας – στην επαφή με τη θεϊκή παρουσία. Μια τέτοια εμπειρία αποτελεί τη συνειδητοποίηση του Θεού, μια εμπειρία δυνατά επιβεβαιωτική της προϋπάρχουσας αλήθειας της θρησκευτικής εμπειρίας της γνώσης του Θεού. Τέτοια πνευματική συνειδητοποίηση είναι το ισοδύναμο της γνώσης της πραγματικότητας της συγγένειας με το Θεό. Διαφορετικά, η εγγύηση της συγγένειας είναι η εμπειρία της πίστης.
196:3.35 Και η συνείδηση περί Θεού είναι ισοδύναμη με την ενσωμάτωση του εαυτού με το σύμπαν, και τα υψηλότερα επίπεδα πνευματικής πραγματικότητας. Μόνο το πνεύμα που είναι ικανοποιημένο από κάθε αξία είναι άφθαρτο. Ακόμα και εκείνο που είναι αληθινό, όμορφο και καλό μπορεί να μη χαθεί στην ανθρώπινη εμπειρία. Αν ο άνθρωπος δεν επιλέξει να επιβιώσει, τότε ο επιζών Προσαρμοστής διατηρεί εκείνες τις πραγματικότητες που προήλθαν από την αγάπη και ανατράφηκαν με την υπηρεσία. Και όλα αυτά τα πράγματα είναι τμήμα του Συμπαντικού Πατέρα. Ο Πατέρας είναι ζώσα αγάπη, και η ζωή αυτή του Πατέρα βρίσκεται στα Παιδιά του[31]. Και το πνεύμα του Πατέρα βρίσκεται στα παιδιά των Παιδιών του – τους θνητούς ανθρώπους. Όταν όλα ειπώθηκαν και έγιναν, η ιδέα του Πατέρα παραμένει το υψηλότερο ανθρώπινο σχέδιο του Θεού.